Κάθε έννοια, όταν τη φέρνεις και την προφέρεις νοητά, συνοδεύεται από μια εικόνα. Μια εικόνα που στο δικό σου μυαλό περιγράφει τέλεια αυτήν την έννοια, με μια πληρότητα ορισμού. Επί του πρακτέου, λοιπόν, βάζω την έννοια «αυστηρότητα».

Μια τάξη μου έρχεται στο μυαλό, κάπου στα δεκαοχτώ με είκοσι θρανία και μια φιγούρα εκπαιδευτικού με μια βέργα στα χέρια, έτοιμη να κοπανίσει όποιο χέρι δε συμμορφώθηκε σήμερα στις υποδείξεις του. Να σημειωθεί ότι δεν έχω ζήσει καν τέτοιες εποχές στα σχολικά μου χρόνια, άτιμο μυαλό πες μας πώς στο καλό δουλεύεις.

Μια εικόνα λοιπόν, μια κατάσταση εν γένει, που υπάρχουν δύο ξεκάθαροι ρόλοι. Ο ένας του ισχυρού, αυτού που κρατάει στα χέρια του το παιχνίδι και τους κανόνες κι ένας του υποταγμένου, εκείνου που φοβάται και φαντάζεται τις συνέπειες σε περίπτωση που δεν υπακούσει στους κανόνες, ή που υφίσταται την τιμωρία σε περίπτωση που όντως επαναστατήσει. Άρα λοιπόν, τι καταλαβαίνω εγώ απ’ όλο αυτό; Καταλαβαίνω πως κι οι δυο μας παίχτες, έχουν βρεθεί σε ένα παιχνίδι στάτους, που έχει αποφασιστεί εκ των προτέρων ποιος έχει τον αριθμό δέκα (ως το απόλυτα υψηλό) και ποιος τον αριθμό ένα, τον πάτο των πάτων δηλαδή. Και ρωτώ. Αυτούς τους ρόλους, ποιος μας τους έδωσε και γιατί τους υιοθετήσαμε;

Εντάξει για το ρόλο του φοβισμένου είναι λίγο πιο εύκολη η απάντηση, κυρίως γιατί ψοφάμε να είμαστε τα θύματα, είναι απείρως ελκυστικό να έχεις μια υποτυπώδη κοινή γνώμη με το μέρος σου ως κατατρεγμένος κι αδύναμος, αφαιρώντας φυσικά τον παράγοντα του –δεν έχω καμία επιλογή-. Οπότε μένει ο ρόλος του αυστηρού και σκληρού, αυτού που το δηλώνει όπου σταθεί κι όπου βρεθεί με καμάρι και χαρά πως μπορεί να επιβάλλεται και να ορίζει ό,τι δύναται να οριστεί. Γιατί λοιπόν μας αρέσει αυτός ο ρόλος;

Γιατί όταν ορίζεις κάτι, μια σχέση πχ, ελέγχεις την κατεύθυνσή της και προλαβαίνεις ατυχείς εξελίξεις, άρα προστατεύεις τον εαυτό σου, θα μπορούσε να πει κάποιος. Γιατί πειθαρχείς όπου –κατά τη γνώμη σου- υπάρχει χάος κι αναρχία πραγμάτων. Γιατί έχεις τρομερή ανασφάλεια και θέματα αυτοπεποίθησης θα πω εγώ και θα εξηγηθώ. Το ήξερες εσύ πως ο Χίτλερ, τον ξέρεις τον Αδόλφο φαντάζομαι –καλό παιδί δεν ήταν, είχε ένα ατύχημα λένε κάποιοι, γενετική ανωμαλία κάποιοι άλλοι, ίσως να είναι και φήμες, όπως και να ‘χει αυτό που δεν είχε, είναι δύο όρχεις. Ένας όρχις λιγότερος λοιπόν κι ένας άνθρωπος ο οποίος είχε κόμπλεξ με το πουλί του, οπότε αποφάσισε να βγάλει έναν αρρωστημένο κανόνα για το πώς θα έπρεπε να είναι μια κανονικότητα ανθρώπων φυσιογνωμικά. Προβληματίστηκες;

Αν όχι, σου έχω και δεύτερο, πιο πρόσφατο. Τον φίλο –καθόλου φίλο βόρειο-Κορεάτη Κιμ-Γιονγκ Ουν τον ξέρεις φαντάζομαι, είναι η lady Gaga της χώρας του. Όλες θέλουν να τον παντρευτούν, βγαίνουν κουκλάκια με τη φυσιογνωμία του, φρενίτιδα κυριαρχεί για την ομορφιά που δεν έχει και τα λοιπά. Αυστηρός ο κύριος Ουν και στις απόψεις του και στις βόμβες που απειλεί κάθε μέρα πως θα ρίξει –πέραν αυτών που ήδη ρίχνει. Ένα κι εξήντα το ύψος του επίσης. Είδωλό του; Ο Ζαν ο Κλοντ ο Βαντάμ, ο κύριος φουσκωτούλης της μεγάλης οθόνης, ένα θηρίο που γαμάει και δέρνει σε όποια ταινία συμμετέχει γιατί είναι και πολύ αθληταράς. Όχι ένα κι εξήντα επίσης. Ο φίλος Ουν λοιπόν, μπουκώνεται κάθε μέρα πρωτεΐνες για να μοιάσει στο θηρίο αυτό και φυσικά αφού δε βλέπει προκοπή, βγάζει κι ένα διάταγμα περί λατρείας προς το πρόσωπό του για να έχει το κεφάλι του ήσυχο.

Επιστρέφοντας στα δικά μας τώρα και τονίζοντας ότι μια ανασφάλεια ανατομική ή μη, δε σημαίνει διαταραχή προσωπικότητας. Γιατί είμαστε αυστηροί λοιπόν; Για να καλύψουμε τα δικά μας ψεγάδια ίσως. Για να θέσουμε τον εαυτό μας ως τρόπαιο και να απαιτήσουμε από τον απέναντι να προσπαθήσει πολύ για να κατακτήσει την Τροία, να περάσει τα της επιστροφής του Οδυσσέα στο πήγαινε αντί στο έλα. Γιατί όταν σε φοβούνται ξέρεις πως δε θα στη φέρουν, ξέρεις πως προηγείσαι των σκέψεων, των αποφάσεων και των κινήσεων των άλλων. Και φυσικά, πέραν των άρρωστων παθολογικών καταστάσεων, μιλάμε και καταλήγουμε σ’αυτήν την συναισθηματική αυστηρότητα, που έχει ένα και μόνο χαρακτηριστικό. Δεν μας γουστάρουμε αρκετά.

Αν λοιπόν σταματήσουμε εμείς οι ίδιοι να μας κοπανάμε με τη βέργα της αυστηρότητας και πούμε και κανένα «δεν πειράζει» ίσως ο κόσμος από αύριο κιόλας να γίνει λίγο πιο ελεύθερος. Ίσως τελικά αυτή η πολυπόθητη ισορροπία, για να έρθει επιτέλους, να μη θέλει άλλον έναν αυστηρό κανόνα, μα έναν λιγότερο. Κι ίσως, όσο αστείο κι αν ακούγεται, όλα να ξεκινούν από μια στραβή μύτη ή ένα λιγότερο αρχίδι. Κυριολεκτικά και μεταφορικά.

*Το άρθρο αποτελεί μια ψυχολογική προσέγγιση κι όχι κάποια τεκμηριωμένη επιστημονική ψυχιατρική θεωρία.

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου