Γέμισε το όπλο σου και πυροβόλησε.

Η ποίηση να είναι μια σφαίρα, η πρώτη. 

Μετά ρίξε λογοτεχνία στο ψαχνό, ξαναγέμισε με ζωγραφική και θέατρο, πέρνα ξυστά τον χορό, να φτιάξει μια ουλή, γέμισε το σώμα που έχεις με σημάδια.

Νότες, μουσική, λόγια και λέξεις τυπωμένες, ρίξε τη μια σφαίρα πίσω από την άλλη, να έχεις στόχο συνεπή. Τέλος άσε μια για το κεφάλι. Μια κι έξω, τελειωτική, μιας και μετά από αυτό το όπλο σου έχει πια αδειάσει.

Ρίξε λοιπόν μια μοναξιά για το φινάλε.

Άλλωστε όλοι οι μόνοι άνθρωποι είναι στη βάση τους, συναισθηματικοί αυτόχειρες.

Δεν μιλάω για τους μοναχικούς, όχι, εκείνοι είναι άλλο κεφάλαιο, είναι συνειδητά μόνοι, το επέλεξαν, το ήθελαν και μπορεί να το έχουν ανάγκη περισσότερο κι από κανονική αναπνοή.

Μιλάω για τους άλλους.

Εκείνους που λίγο η ζωή τους προσπέρασε και η τύχη τους γέλασε ειρωνικά. Εκείνους που πάντα κάτι φτιάχνουν, μα αυτό σαν από πείσμα, πάει και μένει μισό.

Μιλάω για τους ανθρώπους που θέλησαν, να σπάσουν την μοναξιά τους, μα δεν τα κατάφεραν. Δεν προσπάθησαν ίσως, γιατί έτσι ήταν πιο εύκολο, ή ίσως προσπάθησαν τόσο πολύ που πια κουράστηκαν να κυνηγούν ουράνια τόξα.

Κι έτσι μείνανε μόνοι. 

Μα η μοναξιά είναι ουσιαστικό αφηρημένο, με ουσία τρομακτική κι ο άνθρωπος έχει φτιαχτεί για να μοιράζεται. Που πάει λοιπόν η τόση αγάπη του μόνου ανθρώπου για τον κόσμο;

Που χάνονται όλα εκείνα τα φιλιά για καληνύχτα, ή τα αγγίγματα που στάζουν ηδονή και επιθυμία σε κάποιο σκοτεινό σοκάκι;

Που πάει όλη η ένταση πριν το πρώτο φιλί και η ανάμνηση του πρώτου έρωτα, τα τηλεφωνήματα στις τέσσερις το πρωί σε κάποιο φίλο, που έρχεται αγκαλιά με ένα μπουκάλι τζιν στο σπίτι γιατί κατάλαβε πως δε σε χωράνε οι τέσσερίς σου τοίχοι;

Σκιές και φαντάσματα, σχέδια που η μακέτα τους δεν μπόρεσε να σταθεί και σκόρπισε.

Μα αν στα βάλω κάτω και τα δεις με την σειρά, θα καταλάβεις πως τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της τέχνης τα έχουν δημιουργήσει άνθρωποι μόνοι, συναισθηματικά ανεπαρκείς.

Τόσοι απαγορευμένοι έρωτες έφτιαξαν λέξεις που λύτρωσαν, γιατί όταν κάτι δεν μπορείς να το ζήσεις, το πλάθεις μέσα από τον δικό σου προσωπικό μικρόκοσμο.

Γι’ άλλους αυτός ο μικρόκοσμος είχε την μορφή λέξεων, γι’ άλλους πάλι είχε μια γεύση από λα μινόρε ή τη μορφή μιας απόκοσμης σωματικής έκφανσης. 

Παίρνουν όλα αυτά που τους λείπουν και τα μεταμορφώνουν, κάνουν την έλλειψη δημιουργία και την μοναξιά, έμπνευση για κάτι μεγαλύτερο, σπουδαιότερο από μια μίζερη καθημερινότητα.

Και γελάνε.

Γελάνε πολύ αυτοί οι άνθρωποι, για όλα όσα η ζωή τους στέρησε, γιατί ξέρουν πως όλα είναι μια τεράστια πλάκα. Θα σε κοιτάξουν με το καθαρό τους βλέμμα και θα σε αφήσουν να βρεις τη δική σου μοναχικότητα, μέσα από τα κομμάτια που θ’ ανακαλύψεις από τον εαυτό σου στον καθένα τους.

Και είναι αλήθεια τόσα πολλά. Εσύ το μόνο που έχεις να κάνεις, είναι να ανοίξεις τα μάτια σου.

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου