Πολλές φορές φορές βρεθήκαμε στο παραλίγο μιας απόφασης κι άλλες τόσες δεν την πήραμε ποτέ. Αφήσαμε τη λήψη της για κάποια άλλη στιγμή που ο θυμός κι ο παροξυσμός της, ίσως να μην ήταν καλός σύμβουλος. Δικαιολογία; Άμυνα; Δισταγμός; Βόλεμα; Κι ο πόνος; Πού τον πας τον πόνο; Τη στεναχώρια και το ανυπέρβλητό της; Ποιος θέλει να τ’ αντιμετωπίσει όλα αυτά και γιατί να τα προκαλέσει;

Κι αφήσαμε τα ίδια προβλήματα να επηρεάζουν και να καθοδηγούν τη ζωή μας γιατί ήμασταν ο ένας η επιλογή του άλλου και κάποια στιγμή στοχεύσαμε στην επίλυσή τους, όμως η προσπάθεια είτε δεν ήταν ισόποση ή τελικά, ήταν ανύπαρκτη. Μα εμείς εκεί, με πείσμα κρατήσαμε τη θέση μας προσπαθώντας στο τέλος να καταστρέψουμε ό,τι αξιοπρεπές είχε απομείνει –τους εαυτούς μας- αρνούμενοι να δούμε την πραγματικότητα που μας έβγαζε τα μάτια. Γιατί; Γιατί η απόφαση θα πονούσε. Μα πόνος δεν είναι κι η παραμονή στην ίδια κατάσταση; Και τι πιστεύει κανείς; Πως ο πόνος θα κρατήσει για πάντα; Η απάντηση είναι προφανής. Ναι. Αν δεν αλλάξεις κάτι, θα παραμείνει για πάντα, αν όμως αλλάξεις, σίγουρα κάποια στιγμή θα πάψει να υπάρχει. Κι έτσι παραμένουμε σε καταστάσεις που εξυπηρετούν κάποιους ή κάποιον και σε καμία περίπτωση τον ίδιο μας τον εαυτό, διατηρώντας τα θέλω μιας άλλης εποχής, που εξελικτικά για τον έναν αλλάζουν.

Ο χωρισμός, ο αποχωρισμός κι η φυγή δεν είναι πάντα η λύση, φτάνει όμως η επίκληση των συναισθημάτων να μην είναι απλώς μια καλή δικαιολογία προκειμένου ν’ αποφύγει κανείς μια νέα πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα που μπορεί να τον οδηγεί σε νέες επιλογές, ανεξερεύνητες ίσως, όχι όμως απαραίτητα κακές, που ούτως ή άλλως από μόνες τους είναι ένα ρίσκο, σταθμισμένο ή όχι. Αυτό όμως που φοβάται κανείς δεν είναι τόσο πολύ το άγνωστο αλλά τον πόνο και πόνος δεν είναι τίποτ’ άλλο από την άρνηση αποδοχής μιας δυσάρεστης κατάστασης και των συναισθημάτων που προκαλεί. Άρα, είναι προτιμότερο κάποιος να πει «δε νιώθω έτοιμος ή δυνατός να ξεπεράσω το συναίσθημα που θα μου προκαλέσει ο πόνος», από το να προσπαθήσει να δώσει στον εαυτό του μια πειστική δικαιολογία του τύπου «με έχει ανάγκη», «η αγάπη μου είναι πολύ μεγάλη κι ας μην περνάω καλά», «τα παιδιά μου νιώθουν καλά με την παρουσία μου, μας έχουν ανάγκη και τους δυο κι ας στεναχωριέμαι εγώ», «δεν μπορώ να φύγω γιατί κανείς δε θα μου ξαναμιλήσει» και πολλά άλλα, παρόμοια.

Παραμένουμε παγωμένοι κι αδρανείς μπροστά στην πίστη μας, πως η όποια αλλαγή και τα συναισθήματα που θα προκαλέσει σ’ εμάς ή τους άλλους, θα έχουν διάρκεια μιας ζωής, ξεχνώντας πως ο σημαντικότερος παράγοντας για την ισορροπία στη ζωή, είναι να νιώθουμε εμείς πρώτα απ’ όλα καλά και στη συνέχεια θα νιώθουν κι οι άλλοι μαζί μας. Κι όλο αυτό γιατί δεν έχουμε θέσει σωστούς μελλοντικούς στόχους κι όρια, που σχετίζονται με αυτό που πραγματικά θέλουμε να είμαστε, πώς θέλουμε να αισθανόμαστε και πώς θέλουμε να είναι η ζωή μας στο μέλλον. Στεκόμαστε στο παρόν και παραμένουμε σ’ αυτό που έχουμε συνηθίσει να είμαστε, να νιώθουμε, να ζούμε αφήνοντας τα πράγματα απλώς να υπάρχουν «για πάντα» ακριβώς έτσι όπως είναι. Βόλεμα;

Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα. Η έλλειψη ψυχραιμίας για κάποιους, όταν μπροστά στα δεινά που μπορεί να προκύψουν, χάνεται ο κόσμος και τρομοκρατούνται στην ιδέα αυτού που πρόκειται να αισθανθούν και καθηλώνονται στην ίδια θέση, πιστεύοντας πως η όποια αναταραχή που μπορεί να προκαλέσει η λήψη μιας απόφασης, θα κρατήσει για πάντα. Ακόμα κι αν αποφασίσει να μιλήσει κάποιος για πράγματα που δεν του αρέσουν μέσα στη σχέση, ακόμα κι αυτό, προσπαθούν να το αποφύγουν στο ενδεχόμενο της ανατροπής της ισορροπίας κι ό,τι αυτό προκαλέσει, από φόβο ότι θα προκληθεί τραύμα που θα μείνει ανοιχτό για πάντα, στους ίδιους ή στους άλλους.

Κανένας πόνος και καμία στεναχώρια δεν κρατάει για πάντα, άσχετα αν το πιστεύουμε τη στιγμή που θα βρεθούμε μπροστά στη λήψη της οποιασδήποτε απόφασης, που θ’ αλλάξει τα δεδομένα που υπήρχαν ως εκείνη τη στιγμή. Χρειάζεται τόλμη για ν’ αναλάβεις την οποιαδήποτε ευθύνη όσων θα προκληθούν κι όραμα στο οποίο θα παραμείνεις πιστός, για το πώς θέλεις να είναι η ζωή σου αύριο, αν σήμερα δεν είσαι ευχαριστημένος μ’ αυτήν. Χρειάζεται ψυχικό σθένος ν’ αποκαταστήσεις το όποιο χάος μπορεί να προκληθεί και να χτίσεις ξανά τον κόσμο σου από την αρχή, σε νέες βάσεις και νέα δεδομένα κι αν μέσα σου είναι κάτι που το γνωρίζεις καλά, είναι τουλάχιστον υποκριτικό να λες πως όλα είναι οκ, υπομένοντας καταστάσεις που δεν τις αποτινάζεις από επάνω σου, διότι πιστεύεις πως το πλήγμα θα είναι για πάντα.

Το δύσκολο είναι κανείς ν’ αντιμετωπίσει την προσωπική του αλήθεια και να μην είναι φυγόπονος- άλλωστε οι άνθρωποι είμαστε ανθεκτικοί, ακόμα κι αν δεν το ξέρουμε, φτάνει να θέλουμε ν’ αγκαλιάσουμε την αλλαγή προς όφελος δικό μας και των ανθρώπων που αγαπάμε. Έτσι κι αλλιώς, ένα ταρακούνημα πάντα χρειάζεται για να εκτιμήσουμε πραγματικά το νόημα της ζωής.

Συντάκτης: Φρίντα Μανιάτη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου