«Και να είσαι καλό κορίτσι. Εντάξει;»
Φράση που συνοδεύεται από ένα ανεπαίσθητο μειδίαμα και ένα ελαφρύ άγγιγμα στο μάγουλο. Που λαμβάνει ως απάντηση το καταφατικό νεύμα ενός παιδικού κεφαλιού και την ευχαριστημένη ματιά ενός γονιού που κατάφερε και σήμερα να καλουπώσει τον μικρό αυτό άνθρωπο που έχει μπροστά του στις κοινωνικά αποδεκτές και αναμενόμενες συμπεριφορές. Φράση που εσωκλείει μία προτροπή η οποία στην πραγματικότητα βρίσκεται πολύ πιο μακριά από αυτήν που θα επέβαλλε η σωστή ανατροφή και διαπαιδαγώγηση ενός παιδιού.
Γιατί κάθε φορά που σου υπενθύμιζαν και σου υπογράμμιζαν να είσαι «καλό κορίτσι», μικρή σημασία είχε –αν όντως υπέβοσκε έστω και λίγο- η ηθική έννοια της λέξης «καλός». Η προσδοκία δεν ήταν να αναπτυχθείς σε έναν καλό άνθρωπο με την ουσιαστική έννοια. Ο σκοπός δεν ήταν η ορθή διάπλαση του ήθους και της προσωπικότητάς σου. Αλλά η χαλιναγώγηση του χαρακτήρα και της συμπεριφοράς σου. Και μάλιστα από νωρίς. Για να μην προκαλείς προβλήματα αργότερα. Δε σου ζητήθηκε να είσαι καλή με την έννοια να είσαι τίμια, ειλικρινής, έμπιστη, ακέραιη. Αλλά να είσαι καλή για τα μέτρα της κοινωνίας. Να προσαρμοστείς στα θέλω και τις επιταγές της. Με άλλα λόγια δε σου ζητήθηκε να είσαι καλή. Όχι. Σου ζητήθηκε να είσαι βολική.
«Μα τι καλό κορίτσι είναι αυτό!»
Με μία μικρή αναδρομή στις στιγμές που σου αποδόθηκε αυτή η φιλοφρόνηση, συνειδητοποιείς πως δε σε επαίνεσαν επειδή έκανες πράγματι κάτι καλό. Αυτή η φράση αποτέλεσε πάντα ένα συνώνυμο της φράσης:
«Μα τι ήσυχο κορίτσι είναι αυτό!»
Γιατί αυτό εννοούσαν όταν σου έλεγαν να είσαι καλή. Αυτό επιζητούσαν όταν σε προέτρεπαν να είσαι καλή.
Να είσαι ήσυχη.
Να μην ενοχλείς.
Να είσαι υπάκουη.
Ευγενική.
Να κάνεις αυτό που σου λένε.
Να μην προκαλείς. Ούτε με αυτά που λες. Ούτε με αυτά που κάνεις.
Να είσαι μία διακριτική παρουσία.
Σχεδόν αόρατη…
Κι όλες αυτές τις ιδεατές για σένα ιδιότητες τις εσώκλεισαν στην πρόταση «καλό κορίτσι». Και όχι τυχαία. Ήταν και είναι μία συνειδητά επιλεγμένη τεχνική χειραγώγησης της πατριαρχικής κοινωνίας απέναντι στις γυναίκες ώστε να τις κρατά σε μία πιο περιορισμένη και υποδεέστερη θέση προκαλώντας τους ενοχές και πείθοντάς τες πως κάθε φορά που αποτολμούν να κάνουν οτιδήποτε διαφορετικό από αυτό που επιτάσσει η κοινωνία, στην ουσία κάνουν κάτι κακό.
Διότι κάθε φορά που δεν κατάφερνες να ανταποκριθείς στις προδιαγεγραμμένες αυτές απαιτήσεις. Κάθε φορά που κάποια συμπεριφορά σου δεν ενέπιπτε στον ρόλο που σου επιφύλασσαν και που με επιμέλεια σκηνοθέτησαν, μπορεί να μη στο έλεγαν αλλά το ήξερες. Ήξερες ότι δεν ήσουν καλή. Έβλεπες την αποδοκιμασία στο άλλοτε ικανοποιημένο από την ησυχία σου βλέμμα τους, και την ένιωθες στη σιωπή των φωνών εκείνων που άλλες φορές έσπευδαν να σε επαινέσουν:
«Μα τι καλό κορίτσι είναι αυτό»
Ένα καλό κορίτσι που εξελίσσεται σε μία γυναίκα, η οποία και μετά την ενηλικίωσή της κυνηγά ακόμη να ενσαρκώσει με επιτυχία αυτόν τον ρόλο στον οποίο από μικρή την έκοψαν και την έραψαν. Που υιοθετεί αυτό που θα αποδίδαμε με ψυχολογικούς όρους το σύνδρομο του καλού κοριτσιού. Ένα συμπεριφορικό μοτίβο που εδράζεται ακριβώς στο γεγονός πως έμαθε να υπολογίζει την αξία της στην βάση της επιδοκιμασίας των άλλων. Που έμαθε ότι αξίζει να λαμβάνει την αποδοχή μόνο όταν κάνει αυτό που της ζητούν και να αναμένει την αγάπη μόνο όταν προηγουμένως έχει παραχωρήσει αντάλλαγμα γι’ αυτό. Που έμαθε να καταπιέζει τον εαυτό της, να τον παραμερίζει και να τον μικραίνει για να μην ενοχλεί. Να τον ξεθωριάζει και να τον πλάθει ώστε να ικανοποιήσει τους άλλους. Πάντα και πρώτα τους άλλους. Να προτάσσει τις δικές τους ανάγκες έναντι των δικών της. Που έμαθε ότι το να εκφράζεται ελεύθερα είναι φασαρία. Κάθε αντίρρησή της είναι μία άνευ λόγου ταραχή. Κάθε διαφωνία της είναι μία υστερία. Τα όρια που θέτει είναι αγένεια και αχαριστία. Κάθε διεκδίκηση και επιδίωξή των θέλω της μεταφράζεται ως εγωισμός. Και ότι με κάθε «παραπανήσια» λέξη της ή πράξη της, προκαλεί. Ένα κορίτσι και μία γυναίκα που υπήρξε πάντα καλή-βολική για όλους. Για τους γονείς της. Για τους δασκάλους της. Για τον κύκλο της. Για τους εργοδότες της. Για τους συναδέλφους της. Για τους φίλους της. Για τους συντρόφους της. Φρόντισε να τους κρατήσει όλους ικανοποιημένους.
Όλους εκτός από τον εαυτό της.
Διότι ακόμη και ως προς αυτό εκείνη έμαθε να λαμβάνει ικανοποίηση από τον ετεροπροσδιορισμό της.
Οι άλλοι ικανοποιούνται από το να είναι καλή-βολική.
Εκείνη όμως ικανοποιείται από το να τη θεωρούν οι άλλοι καλή-βολική. Να την επευφημούν και να την επαινούν για το πόσο καλά κάνει τα πάντα. Να την επιβεβαιώνουν όπως τότε. Να λένε έστω με το βλέμμα τους «Μα τι καλό κορίτσι είναι αυτό».
Ακόμη και αν στην πραγματικότητα δεν υπήρξε ποτέ καλή ως προς τον ίδιο της τον εαυτό.
