Η εικόνα δεν ξεχνιέται. Μια νεαρή γυναίκα, η Ιρίνα Ζαρούτσκα, μόλις 23 ετών, κοιτάει κατάματα τον άνθρωπο που της επιτίθεται. Ένα βλέμμα γεμάτο τρόμο, καρφωμένο σε εκείνον που κρατάει μαχαίρι. Τα τελευταία της δευτερόλεπτα, όπως τα κατέγραψε η κάμερα ασφαλείας, κυλούν μπροστά στα μάτια μας – όχι για να δράσουμε, αλλά για να τα μοιραστούμε, να τα σχολιάσουμε, να τα κοινοποιήσουμε και στη συνέχεια απλώς να scrollάρουμε και να περάσουμε στην επόμενη είδηση.

Στη Σάρλοτ, λοιπόν, μια ζωή τελειώνει μέσα σε ένα τρένο. Η Ιρίνα Ζαρούτσκα, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, δέχτηκε επίθεση και βρήκε τραγικό θάνατο σε δημόσιο χώρο– ενώ άνθρωποι γύρω της έγιναν, για λίγα δευτερόλεπτα, παρατηρητές ενός φρικιαστικού εγκλήματος. Οι εικόνες σοκάρουν και αυτό το σοκ είναι το πιο «βολικό» συναίσθημα: μας επιτρέπει να νιώσουμε, αλλά όχι απαραίτητα να πράξουμε.

Αυτό που βλέπουμε στο βίντεο είναι κάτι παραπάνω από μια αποτρόπαια πράξη βίας. Είναι ένα καθρέφτισμα της κοινωνίας μας– της καθημερινής ανοχής, της ψεύτικης αποστροφής, της παθητικής μαρτυρίας. Όταν η βία γίνεται «θέαμα», όταν οι στιγμές φόβου γίνονται περιεχόμενο, χάνουμε κάτι παραπάνω από τη συμπόνοια: χάνουμε, ρε άνθρωποι, την αίσθηση της ευθύνης.

Αν θέλουμε να δώσουμε ένα ψυχολογικό όνομα αυτού του φαινομένου, θα του δίναμε τον όρο: bystander effect – το φαινόμενο δηλαδή των παρευρισκόμενων. Όταν υπάρχουν πολλοί μάρτυρες, η ευθύνη διαχέεται· ο καθένας υποθέτει ότι κάποιος άλλος θα κάνει κάτι. Υπάρχουν σίγουρα κι άλλοι μηχανισμοί: pluralistic ignorance (νομίζουμε ότι οι άλλοι δεν ανησυχούν άρα κι εμείς με τη σειρά μας δεν πρέπει), και evaluation apprehension (φοβόμαστε δηλαδή τη γελοιοποίηση σε περίπτωση που επέμβουμε με λάθος τρόπο). Το αποτέλεσμα όμως; Όταν η ανάγκη για δράση είναι πιο επιτακτική, μαντέψτε: η απραξία γίνεται πιο βολική!

 

 

Αλλά δυστυχώς η ψυχολογία δεν εξηγεί τα πάντα. Υπάρχει και πολιτιστική και θεσμική ευθύνη. Σκεφτείτε ότι ζούμε σε κοινωνίες που καθημερινά αμβλύνουν την ευαισθησία μας: μέσα από ψηφιακή αποχαύνωση, μέσα από την υπερπληροφόρηση, μέσα από την κανονικοποίηση του «είναι λίγο ακραίο αλλά συμβαίνει μωρέ». Όταν λοιπόν η αδιαφορία γίνεται συνηθισμένη στάση, η βία βρίσκει ευκολότερο πεδίο δράσης. Την ίδια ώρα, οι δημόσιοι χώροι υπο-υποστηρίζονται, δηλαδή λιγότερη αστυνόμευση, λιγότερη εκπαίδευση πολιτών στην πρώιμη παρέμβαση, λιγότερη κοινωνική φροντίδα.

Υπάρχει όμως ακόμη ένα στρώμα που δεν πρέπει να αγνοήσουμε: η απο-υιοθέτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Το να βλέπεις κάποιον ως «θέαμα» αντί για «συνάνθρωπο» είναι το πρώτο βήμα πριν το επόμενο. Κάθε χλευασμός, κάθε μισόλογο, κάθε «αστείο» που υποτιμά και αποπροσωποποιεί – είτε λόγω φυλής, φύλου, σεξουαλικότητας, είναι ένα μικρό βίαιο βήμα. Συμβάλλει στη δημιουργία κλίματος όπου το άλλο πρόσωπο δε θεωρείται πλήρες άτομο με δικαιώματα και ασφαλή θέση στον κόσμο.

Τι μπορούμε τελικά να κάνουμε, πέρα από τις συναισθηματικές κοινοποιήσεις που τελειώνουν δακρύβρεχτα με ένα emoji; Πρώτα, να ξεκινήσουμε να δίνουμε προτεραιότητα στην ανθρώπινη αντίδραση. Να τηλεφωνήσουμε στην αστυνομία ή στις πρώτες βοήθειες, άμεσα. Να καταγράψουμε το γεγονός (ναι, το βίντεο βοηθάει ερευνητικά), αλλά όχι μόνο για να γίνει viral, για όνομα του Θεού. Να ψάξουμε για τρόπους ασφαλούς παρέμβασης: φωνές προς τους εμπλεκόμενους, πρόσκληση για βοήθεια, δημιουργία προσοχής που αλλάζει τον προσανατολισμό των πραγμάτων. Εκπαίδευση σε βασικές δεξιότητες πρώτων βοηθειών και η de-escalation πρέπει να είναι ευρύτερη και προσβάσιμη, και όχι πολυτέλεια!

Δεύτερον, απαιτούμε επιτέλους υπευθυνότητα από τα ΜΜΕ και τα social media. Η δημοσιοποίηση μιας τραγωδίας δεν πρέπει να μετατρέπεται σε ΘΕΑΜΑ. Οι εικόνες φρίκης χρειάζονται πλαίσιο, όχι clickbait. Η αξιοπρέπεια του θύματος πρώτα και πάνω από όλα. Ο σεβασμός στους οικείους έπειτα. Όχι ακόμα μια «συλλογή σοκαριστικών βίντεο».

Τρίτον, ας σταματήσουμε πια τη «θεωρία της αυτό-προστασίας» ως άλλοθι ή δικαιολογία για την απραξία. Το «φοβήθηκα να κάνω κάτι» λυπάμαι που θα το πω αλλά δεν εξαφανίζει την προσωπική μας ευθύνη. Η κοινωνία που θέλουμε δεν είναι η κοινωνία που περιμένει να μη συμβεί τίποτα, αλλά είναι εκείνη που οργανώνεται, που εκπαιδεύει, που παρεμβαίνει.

Η Ιρίνα δεν είναι μια στατιστική. Είναι μια ζωή που χάθηκε. Και κάθε φορά που αφήνουμε την εικόνα να κυλήσει χωρίς κάτι να μας καίει, γινόμαστε συν-συγγραφείς αυτής της εκκωφαντικής σιωπής. Η αλλαγή δεν είναι ρητορικό κλισέ, είναι όμως καθημερινή επιλογή. Να κοιτάξουμε αλλιώς, να μιλήσουμε αλλιώς, μα προπάντων να δράσουμε αλλιώς.

Εάν δεν το κάνουμε, το επόμενο σοκαριστικό βίντεο θα είναι το προοίμιο ενός νέου γκρεμού. Και τότε δεν θα φταίει ο θύτης μόνο. Θα φταίμε κι εμείς που γυρίσαμε πλευρό.

Αφιερωμένο στη μνήμη της αδικοχαμένης ψυχής, Ιρίνα Ζαρούτσκα.

Συντάκτης: Φραγκούλα Χατζηαγόρου