Είναι άβολο και κάπως αχρείαστο να πρέπει να συζητάμε για το τι είναι δόκιμο να προβάλλεται μέσα σε μια σχολική τάξη, τη στιγμή που η βιβλιογραφία γύρω από το υλικό που υπάρχει διαθέσιμο είναι πραγματικά ατελείωτη. Επομένως, είναι και λίγο θέμα διάκρισης, αλλά και ζήτημα ύλης, καθώς πάντα υπάρχουν οδηγίες διαθέσιμες από το Υπουργείο- αν και ομολογουμένως το διαθέσιμο υλικό εκεί είναι περιορισμένο. Έτσι, ερχόμαστε μπροστά στο περιστατικό που σημειώθηκε σε σχολική αίθουσα στο Αιγάλεω, όταν καθηγήτρια φέρεται να πρόβαλλε αποσπάσματα από τη βρετανική σειρά επιστημονικής φαντασίας «Black Mirror» σε μαθητές Λυκείου, οι οποίοι δεν είχαν ακολουθήσει τους υπόλοιπους συμμαθητές τους στην καθιερωμένη πενθήμερη εκδρομή.
Όμως κι εδώ υπάρχει ένα μεγάλο όμως… Τα αποσπάσματα που προβλήθηκαν περιλάμβαναν σκηνές άκρως ακατάλληλες για ανηλίκους, κάτι που ενόχλησε και τους ίδιους, εκφράζοντας την αγανάκτησή τους εντός της αίθουσας προς την ίδια την καθηγήτρια, σε σημείο να ζητούν τα ίδια τα παιδιά τη διακοπή του εν λόγω βίντεο. Το θέμα ήρθε στο φως ύστερα από μαρτυρίες μαθητών, οι οποίοι περιέγραψαν την εμπειρία τους ως ιδιαίτερα άβολη και σοκαριστική.
«Κατά τη διάρκεια του μαθήματος, η καθηγήτρια αποφάσισε να προβάλει μια ταινία. Η συγκεκριμένη ταινία περιείχε σεξουαλικό περιεχόμενο. Έγινε και μια αναφορά σε γεγονός κτηνοβασίας. Εμείς ως μαθητές, την παρακαλέσαμε με πλήρη ευγένεια να διακόψει την ταινία καθώς μας προσβάλλει».
Η συγκεκριμένη σειρά είναι γνωστή για τη σκοτεινή, προκλητική και συχνά ακραία θεματολογία της. Αν και στη βάση της πραγματεύεται ζητήματα τεχνολογίας, ηθικής και κοινωνίας, αρκετά επεισόδιά της περιέχουν σκηνές που κρίνονται απολύτως ακατάλληλες για σχολικό περιβάλλον και ανήλικους θεατές. Τώρα, θα ήταν ελαφρώς υποκριτικό να πούμε ότι ένα 17χρονο παιδί δεν έχει πρόσβαση και γνώση σε αυτό το περιεχόμενο το 2025, όμως το περιβάλλον μέσα στο οποίο καλείται να παρακολουθήσει αυτό το υλικό, παίζει τον ρόλο του. Μια σχολική τάξη, ας πούμε.
Μαθητές που βρίσκονταν στην αίθουσα αναφέρουν ότι κατά τη διάρκεια της προβολής υπήρξαν σκηνές με έντονο σεξουαλικό περιεχόμενο, τις οποίες δεν περίμεναν να δουν στο πλαίσιο του μαθήματος. Όπως περιγράφει ένας από αυτούς: «Στην αρχή νομίζαμε ότι θα δούμε κάτι σχετικό με την τεχνολογία ή την κοινωνία. Πολύ γρήγορα όμως καταλάβαμε ότι αυτό που προβαλλόταν δεν ήταν καθόλου κατάλληλο για την ηλικία μας».
Άλλος μαθητής ανέφερε ότι αρκετοί από την τάξη ένιωσαν αμηχανία και δυσφορία: «Κοιταζόμασταν μεταξύ μας, δεν ξέραμε πώς να αντιδράσουμε. Κάποιοι χαμήλωσαν το βλέμμα, άλλοι ζήτησαν να σταματήσει».
Οι μαθητές, μάλιστα, φέρονται να ζήτησαν από την καθηγήτρια να διακόψει την προβολή, επισημαίνοντας ότι το περιεχόμενο δεν ήταν κατάλληλο για σχολική αίθουσα. «Της είπαμε ότι νιώθουμε άβολα και ότι δεν είναι σωστό αυτό που βλέπουμε στο σχολείο», ανέφερε χαρακτηριστικά ένας μαθητής. Κατά τους ίδιους, η καθηγήτρια αρνήθηκε: «Εκείνη αρνήθηκε αποκαλώντας μας ανώριμους και γυμνασιόπαιδα». Εν τέλει, ένας μαθητής πήρε την πρωτοβουλία κι έκλεισε την προβολή. Να σημειωθεί τέλος πως δεν είναι γνωστό, εάν προβλήθηκαν οι συγκεκριμένες σκηνές, αλλά «έπαιξαν αυτές οι αναφορές στην αίθουσα».
Στη συνέχεια, η διευθύντρια κάλεσε την καθηγήτρια για εξηγήσεις και παράλληλα ενημερώθηκε και η Διεύθυνση Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, αλλά και ευρύτερα.
Η χρήση οπτικοακουστικού υλικού μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο μάθησης, ωστόσο προϋποθέτει αυστηρή κρίση ως προς την ηλικιακή καταλληλότητα και το πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται. Ασφαλώς, ακόμη και έργα με καλλιτεχνική ή κοινωνική αξία, δεν μπορούν να προβάλλονται χωρίς φίλτρο σε ανήλικους μαθητές. Το σχολείο οφείλει να αποτελεί χώρο ασφάλειας, σεβασμού και προστασίας της ψυχικής ισορροπίας των παιδιών και όχι πεδίο έκθεσής τους σε εικόνες που δεν μπορούν να επεξεργαστούν συναισθηματικά, ακόμα κι αν τις γνωρίζουν εκτός της σχολικής αίθουσας από προσωπικές επιλογές θέασης. Ειδικά στη δεύτερη περίπτωση, χρειάζεται να εξεταστεί κι αυτό το πολύ λεπτό ζήτημα του πώς συζητάμε και τι, μέσα στην τάξη για εκείνα που συμβαίνουν εκτός. Γιατί και το να μην τα συζητάμε είναι υποκριτικό, όμως ο τρόπος πάντα παίζει ρόλο.
Στο τέλος της ημέρας, το ζητούμενο είναι η απουσία υποκρισίας αλλά και η ευθύνη. Η εκπαίδευση καλείται να καλλιεργεί κριτική σκέψη χωρίς να παραβιάζει την παιδική και εφηβική ευαισθησία. Και αυτό απαιτεί όχι μόνο γνώση, αλλά και επίγνωση του ρόλου που έχει κάθε εικόνα, κάθε λέξη και κάθε επιλογή μέσα στη σχολική αίθουσα.
