Μπαίνω απευθείας στο ψητό: Θα ήθελα πάρα πολύ να υποστηρίξω το αφήγημα που ακούω συχνά-πυκνά για τη δύναμη του εγκεφάλου μας, όμως συνεχίζω να κρατάω τις επιφυλάξεις μου, καθώς οι δυνατότητές του μπορεί να είναι απεριόριστες – όπως ακριβώς ένας καλά ρυθμισμένος υπολογιστής – όμως αυτό το υπέροχο και πολυδαίδαλο μηχάνημα υστερεί εν τέλει στο να μας κάνει ευτυχισμένους.

Αν ο εγκέφαλος, λοιπόν, ήταν άνθρωπος, θα ήταν εκείνος ο φίλος που σε προειδοποιεί διαρκώς για όλους τους πιθανούς κινδύνους της ζωής. «Πρόσεχε μην πληγωθείς», «μην ενθουσιάζεσαι πολύ», «θυμάσαι τι έγινε την τελευταία φορά;». Ε, και κάπως έτσι, όσο εκείνος προσπαθεί να σε προστατέψει, τόσο —χωρίς να το καταλαβαίνεις— σου κλέβει τη χαρά.

Ο εγκέφαλός μας είναι ένα θαυμάσιο, αλλά —κακά τα ψέματα— ένα βαθιά αμυντικό εργαλείο τελικά. Δημιουργήθηκε μέσα από χιλιάδες χρόνια εξέλιξης με βασικό σκοπό —και λυπάμαι που το λέω— όχι να μας κάνει ευτυχισμένους, αλλά να μας κρατάει ζωντανούς. Να προβλέπει απειλές, να αποφεύγει τον πόνο, να ελέγχει το χάος. Και μέσα σε αυτήν την αρχαία του αποστολή, έχτισε ένα σύστημα σκέψης που λειτουργεί υπέρ της επιβίωσης και όχι της ευτυχίας.

Οι νευροεπιστήμονες το ονομάζουν negative bias. Ο εγκέφαλος, δηλαδή, αποθηκεύει και επεξεργάζεται πολύ πιο έντονα τα αρνητικά γεγονότα απ’ ό,τι τα θετικά. Γιατί όμως; Μα επειδή κάποτε αυτό σήμαινε επιβίωση. Αν θυμόσουν, για παράδειγμα, πού σε δάγκωσε η τίγρη, πολύ απλά δε θα ξαναπήγαινες από εκείνο το μονοπάτι— λογικά. Αν θυμόσουν ποιος σε απείλησε ή ποιος σε έβλαψε, θα έμενες απλώς μακριά του.

Σήμερα, όμως, δεν έχουμε τίγρεις· έχουμε deadlines, μηνύματα που δεν απαντώνται, σχέσεις που μπερδεύουν. Και ο εγκέφαλός μας συνεχίζει να λειτουργεί με τα ίδια αρχαία πρωτόκολλα: προβλέπει πόνο, βλέπει απειλές, υπεραναλύει κάθε μικρή απόρριψη σαν κίνδυνο. Έτσι, λοιπόν, γεννιέται η σύγχρονη ψευδαίσθηση: όσο πιο πολύ σκέφτεσαι, τόσο πιο ασφαλής θα είσαι. Κι όμως, στην πραγματικότητα, όσο πιο πολύ σκέφτεσαι, τόσο λιγότερο εν τέλει ζεις.

Η λογική, λοιπόν, ως εργαλείο του νου, και η ευτυχία δεν έχουν πάντα κοινή γλώσσα. Σκεφτείτε πως ο εγκέφαλός μας είναι σαν ένας μηχανικός: θέλει να υπολογίζει, να έχει σχέδιο, να κρατάει έλεγχο. Η ευτυχία, όμως, από την άλλη, είναι σαν ένας ποιητής: έρχεται όταν αφήνεσαι, όταν ρισκάρεις, όταν βουτάς στο τώρα χωρίς εγγυήσεις. Κι εκεί ακριβώς αρχίζει η εσωτερική μας σύγκρουση: το μυαλό φωνάζει «Μην το κάνεις, θα πονέσεις», και η ψυχή μας ψιθυρίζει «Κάν’ το, γιατί θα ανθίσεις». Κάπως έτσι, ανάμεσα στις δύο αυτές φωνές, χάνονται οι πιο όμορφες στιγμές της ζωής. Γιατί η αλήθεια είναι πως, για να είσαι πραγματικά ευτυχισμένος, πρέπει να μάθεις κάποιες φορές να μην ακούς τον εγκέφαλό σου.

Ο ψυχολόγος Daniel Kahneman, βραβευμένος με Νόμπελ, μίλησε για δύο «εγώ» μέσα μας: το σκεπτόμενο εγώ και το βιωματικό εγώ. Το πρώτο καταγράφει, αναλύει και προβλέπει, και το δεύτερο ζει τη στιγμή. Και μαντέψτε ποιο από τα δύο έχει τη μεγαλύτερη ανάγκη για ευτυχία; Ακριβώς — το βιωματικό! Όμως ο εγκέφαλος, που είναι ο διαρκής ελεγκτής, δεν αντέχει με τίποτα την αβεβαιότητα. Θέλει απαντήσεις πριν το βίωμα, θέλει σιγουριά πριν την εμπειρία. Μόνο που, φίλοι μου, η ζωή δεν προσφέρει εγγυήσεις— παρά μόνο ευκαιρίες. Και αν δεν έχεις τη δύναμη ποτέ να βγεις από το κεφάλι σου, δε θα καταλάβεις ποτέ τι σημαίνει να ζεις με την καρδιά σου.

Πόσες φορές —σκεφτείτε το— δεν έχετε ακυρώσει ένα συναίσθημα επειδή το αναλύσατε υπερβολικά; «Μήπως δεν πρέπει να εμπιστευτώ;», «Κι αν πληγωθώ;», «Κι αν φανώ αδύναμη/ος;». Ο εγκέφαλος ψάχνει λογική και δεδομένα εκεί που η ζωή ζητάει ρίσκο. Και με αυτόν τον τρόπο, αντί να ζήσεις τη χαρά, εγκλωβίζεσαι στο «πρέπει». Η λογική σε προστατεύει αν της έχεις δώσει σωστά και γενναία όλα τα δεδομένα, αλλά η αγάπη, η χαρά και η δημιουργία —όλα βασικά όσα αξίζουν— απαιτούν έκθεση.

Είναι πραγματική ειρωνεία: ο εγκέφαλός μας μάς κρατά ζωντανούς, ενώ η ψυχή είναι αυτή που μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί τελικά. Παρ’ όλα αυτά, η αυτογνωσία δε σημαίνει να σταματήσεις να σκέφτεσαι— σημαίνει, όμως, να μάθεις πότε να σταματάς. Να αναγνωρίζεις τη στιγμή που το μυαλό σου δε σε προστατεύει πια, αλλά σε φυλακίζει. Να μπορείς να πεις: «Ευχαριστώ που με προειδοποιείς, αλλά τώρα θέλω να ζήσω». Να ζεις τη στιγμή που τρως χωρίς ενοχές, που γελάς χωρίς να φοβάσαι αν φαίνεσαι γελοίος, που αγαπάς χωρίς να κάνεις αμέτρητους υπολογισμούς. Γιατί, τελικά, το να είσαι ευτυχισμένος δεν είναι επιστήμη, ρε παιδιά — είναι απλώς θάρρος! Και το θάρρος δεν είναι δουλειά του εγκεφάλου, αλλά της ψυχής.

Κλείνοντας, ίσως ήρθε εκείνη η στιγμή να συμφιλιωθούμε με το γεγονός ότι ο εγκέφαλός μας δεν είναι προγραμματισμένος για ευτυχία, παρά είναι προγραμματισμένος για να επιβιώνει. Αλλά εμείς είμαστε κάτι περισσότερο από ένα βιολογικό σύστημα. Έχουμε καρδιά, διαίσθηση, ψυχή και καμιά φορά, η αληθινή εξυπνάδα είναι να αφήνεις το μυαλό να σωπάσει, για να ακουστεί η φωνή της ψυχής σου.

Γιατί η ευτυχία, τελικά, δεν κρύβεται στο να τα έχεις όλα υπό έλεγχο, αλλά στο να επιτρέπεις και λίγο στη ζωή να σε εκπλήσσει.

Συντάκτης: Φραγκούλα Χατζηαγόρου