Γιατί κάποιοι άνθρωποι φοβούνται τόσο πολύ το δέσιμο με τους άλλους και ποιοι είναι πραγματικά οι λόγοι που τους ωθούν να μένουν κατ’επιλογή μόνοι; Ζούμε σε μια εποχή όπου οι απαιτήσεις προστάζουν φρενήρεις ρυθμούς σε όλα, από τα πιο απλά έως τα πιο πολύπλοκα. Το μεγαλύτερο κομμάτι που απασχολεί κατά κύριο λόγο την κοινωνία είναι οι διαπροσωπικές σχέσεις και κατά πόσο αυτές είναι εφικτό να γίνουν αν κι εφόσον υπάρχει αυτό το άτομο που θέτει τις βάσεις και τις προϋποθέσεις μιας πιο στενής σύνδεσης.

Τα κρούσματα απουσίας εμπιστοσύνης προς ένα πρόσωπο δεν έχουν να κάνουν με το ίδιο το πρόσωπο, αλλά με την αδυναμία του ατόμου να εμπλακεί συναισθηματικά και να ξετυλίξει ενδεχομένως πτυχές του χαρακτήρα του που θα το καταστήσουν -κατά τη δική του κρίση- εκτεθειμένο από και προς κάθε μεριά κι έτοιμο να δεχθεί πυρά για οτιδήποτε αφορά την προσωπικότητά του. Ο φόβος του να ξεγυμνωθεί, να είναι ανυπεράσπιστος και να πέσει στην ουσία θύμα συναισθηματισμού γιγαντώνεται. Θα έλεγε κανείς ότι πηγάζει από καταστάσεις που έχει βιώσει ο άνθρωπος και είτε τον κατέστησαν ανίκανο να αποδώσει τα μέγιστα σε πολύ προσωπικές στιγμές, είτε βίωσε την απόρριψη και την απώλεια ανθρώπων- σταθμών στη ζωή του με αποτέλεσμα να μη θέλει να προσπαθήσει να δεθεί ξανά.

Βλέπουμε πολλές φορές να την αδυναμία του ανθρώπου να προσφέρει αγάπη και παράλληλα να δεχτεί και να αγκαλιάσει στην ουσία το μέσα του με τέτοιο τρόπο που θα έλεγε κανείς ότι είναι κάποιου είδους αυτοτιμωρία. Αυτοί οι άνθρωποι πληγώθηκαν πολύ, βίωσαν την απουσία της αγάπης και την έλλειψη ενδιαφέροντος προς το πρόσωπό τους. Όταν η ίδια η αγκαλιά είναι ένα είδος φαρμάκου για την ψυχοσύνθεση του ανθρώπου, αυτοί δεν έμαθαν να αγκαλιάζουν και να δέχονται αυτή την εκδήλωση αγάπης. Έτσι προτιμούν την ασφάλεια της μοναξιάς και της απομάκρυνσης γιατί δε θέλουν να προσφέρουν κομμάτι του εαυτού τους, επειδή πολύ απλά δεν το έμαθαν από παιδιά στο οικείο οικογενειακό περιβάλλον.

Οι λόγοι θα μπορούσαν να είναι πολλοί, κάποιοι  πιο σοβαροί από όσο θέλουμε πιστεύουμε. Ακόμα και η κακοποίηση είτε σωματική είτε ψυχολογική, είναι ένας σημαντικός παράγοντας εγκατάστασης του συναισθήματος πλέον της ανάγκης της απομόνωσης. Κάποιοι άνθρωποι επιλέγουν να είναι μόνοι επειδή απολαμβάνουν την μοναχικότητά τους, σε μια πιο ευχάριστη προσέγγιση, άλλοι από την άλλη αποστρέφονται το δέσιμο με τους εκάστοτε ανθρώπους γύρω τους, λόγω της δυσκολίας τους να συνάψουν σχέσεις από το μηδέν μετά από τις ήδη τετελεσμένες. Πιστεύουν ότι πλέον όλοι όσοι εμπλέκονται συναισθηματικά μαζί τους, θα συμπεριφερθούν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που βίωσαν στο παρελθόν.

Η επιλογή των περισσοτέρων ανθρώπων όσον αφορά το κομμάτι αυτό της συναισθηματικής απάθειας, είναι κατά κύριο λόγο συνειδητή. Γνωρίζουν επακριβώς τις αστάθειές τους και την απουσία χαλιναγώγησης των συναισθημάτων τους όταν τυγχάνει να προκύψει κάτι καινούριο στη ζωή τους. Το πιο σημαντικό είναι πως το άτομο πρέπει να αντιληφθεί  ότι το δέσιμο με έναν ή περισσότερους ανθρώπους δε σημαίνει αυτόματα και την καταστροφή του και την επανάληψη των ίδιων γεγονότων που το σημάδεψαν παλαιότερα. Κάθε πρόσωπο είναι σαφώς διαφορετικό, κάθε κατάσταση επίσης άγνωστη κι ακόμα και οι συνθήκες ποτέ δεν είναι ίδιες σε καμία περίπτωση.

Πολλές φορές ακόμα και τα άτομα που ίσως δείχνουν φοβισμένα ως προς το συναισθηματικό δέσιμο, αδυνατούν να εκφράσουν με λέξεις ότι θέλουν αγάπη και φροντίδα, με αποτέλεσμα η επικοινωνία να είναι κυρίως εξωλεκτική και να επιδέχεται παρανοήσεις. Ακόμα κι εκεί θέλει ιδιαίτερους χειρισμούς, διότι κάθε άνθρωπος έχει αντιδράσεις που ενδεχομένως να μην είναι οι θεμιτές, καθώς η προσπάθεια σύνδεσης θα μένει μετέωρη και με ερωτηματικά.

Όπως  και να έχει θέλει μεγάλη υπομονή, φροντίδα και κατανόηση. Από όλους προς όλους. Δύσκολο ίσως, ίσως όμως κι εξαιρετικά εύκολο κι απλό, αν αποφασίσουμε να το κάνουμε χωρίς δεύτερες σκέψεις. Στην υπερανάλυση είναι που ξεφουσκώνει η μαγιά.

Συντάκτης: Kathy Lau
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου