Γράφει ο Μιχάλης Μαρκοδημητράκης, εκπαιδευτικός/διδάκτωρ αμερικανικών σπουδών.

 

Η παραπληροφόρηση που ξεκίνησε πριν από λίγα 24ωρα σχετικά την προβολή της ταινίας μικρού μήκους «Shower Boys» του Σουηδού σκηνοθέτη Κρίστιαν Ζετερμπεργκ έφερε στην επιφάνεια τρία καθοριστικής σημασίας θέματα για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα: την αξιολόγηση μιας διαδικτυακής πληροφορίας, τον ρόλο του γονέα στην εκπαιδευτική διαδικασία και την προστασία του εκπαιδευτικού από ακραία στοιχεία.

Σε πρώτο επίπεδο, η «είδηση», όπως κυκλοφόρησε, είχε όλα τα χαρακτηριστικά μιας ψευδούς αναφοράς: υπερβολική συναισθηματική περιγραφή ενός συμβάντος, διόγκωση του γεγονότος, ασαφές περιεχόμενο, απουσία διασταύρωσης και παρουσίασης της άλλης πλευράς. Στην αναμετάδοσή της, μάθαμε για «εμετούς» ενός παιδιού και «κλάματα» με σαφείς υπόνοιες για ψυχικό τραυματισμό μέσω μιας ανακοίνωσης από έναν νομικό. Η αναφορά σε ομοφυλοφιλικού περιεχομένου ερωτική ταινία μάζεψε χιλιάδες κλικ για πολλούς ενημερωτικούς ιστότοπους. Πέρασαν ώρες μέχρι να μάθουν, όσοι έμαθαν, ότι το «σκάνδαλο» αφορούσε μια 8λεπτη ταινία για τη φιλία μεταξύ αγοριών που στηλιτεύει την τοξική αρρενωπότητα, το Shower Boys.

Το περιεχόμενο της ταινίας, σύμφωνα και με τον σκηνοθέτη, αφορά «μια ιστορία αρσενικής φιλίας, πώς δύο πολύ καλοί φίλοι εξερευνούν τις νόρμες της αρρενωπότητας, τι σημαίνει το να ‘γίνεις άνδρας’ και, σε τελική ανάλυση, πώς η φιλία τους αυτή δέχεται ταυτόχρονα αμφιβολίες, αλλά και στήριξη από τους ενήλικες γύρω τους» (freecinema.gr).

Σε δεύτερο επίπεδο, οι αντιδράσεις όχλου που προέκυψαν από συγκεκριμένες φασίζουσες ομάδες γονιών κι ενός νομικού εκπροσώπου, θέτουν ένα θέμα που μας απασχολεί ήδη στην εκπαιδευτική κοινότητα, όλο και πιο έντονα: Την παρεμβατικότητα των γονιών στον εκπαιδευτικό έργο. Υπάρχει η λανθασμένη αντίληψη ότι οι γονείς μπορούν να αποφασίσουν σχετικά με τα πάντα στη ζωή του παιδιού τους, είτε είναι σχετικοί με ένα θέμα, είτε άσχετοι. Κι αν αυτό δε μας αφορά ιδιαίτερα όταν το ζήτημα είναι τα φασολάκια ή ο αρακάς, ή αν θα παίζει το παιδί playstation/Xbox, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά όσον αφορά την εκπαιδευτική διαδικασία.

Δεν μπορεί κανένας άσχετος με τον εκπαιδευτικό να θεωρεί ότι χρειάζεται η συγκατάθεσή του για την επιλογή της διδακτέας ύλης και του παράλληλου υλικού, ακόμα κι αν το τελευταίο αποτελεί επιλογή του διδάσκοντα. Εκτός, αν πιστεύουμε ότι αυτή η αρχή θα πρέπει να εφαρμοστεί οριζόντια, οπότε θα πρέπει να περιμένουμε από αύριο αντιδράσεις στο Πυθαγόρειο Θεώρημα, ή τη Θεωρία Εξέλιξης των Ειδών του Δαρβίνου. Αν και για την τελευταία, διάφορες θρησκείες προσπαθούν -συχνά επιτυχημένα- να την αντιπαραβάλλουν με θρησκευτικά βιβλία που περιγράφουν εξωφρενικά πράγματα, που όμως πρέπει να αποδεχόμαστε χωρίς καμία κριτική διάθεση. Πιστεύοντας και μη.

Τέλος, το πιο ανησυχητικό συμπέρασμα που προκύπτει από τον ηθικό πανικό σχετικά με την ταινία μικρού μήκους, είναι η ραγδαία συντηρητική στροφή της ελληνικής κοινωνίας. Με διάθεση απομάκρυνσης από κάθε έννοια αποδοχής και συμπερίληψης, υπάρχουν μεγάλες ομάδες συμπολιτών μας που δεν ανέχονται ούτε την υποψία της διαφορετικότητας και δείχνουν βίαιες τάσεις προς κάθε τι που αφορά ανθρώπινα δικαιώματα. Το Υπουργείο Παιδείας εν προκειμένω, αντί να προστατέψει την εκπαιδευτικό από τις βίαιες απειλές σωματικής βλάβης και το διαδικτυακό κυνήγι, περιορίζεται μέσω συνδεδεμένων ινστιτούτων στο να βγάζει την ουρά του απ’ έξω.

Με τη ζέση που υπάρχει για την περίφημη «αξιολόγηση» στους εκπαιδευτικούς, τι μας λέει αυτό τελικά; Ότι το σχολείο είναι «ασφαλές» για παιδιά και διδάσκοντες/ουσες όταν δεν υπάρχει καμία συζήτηση για θέματα της καθημερινότητας που διαμορφώνουν ταυτότητες και συνειδήσεις. Ότι η κοινωνία μας δεν επιδέχεται βελτίωσης και τα πιστεύω μας, οι αντιλήψεις μας, πρέπει αιώνια να μείνουν ως έχει, ακόμα κι αν μας πληγώνουν, ανεξάρτητα από τον αυτοπροσδιορισμό μας. Ότι τελικά ο εκπαιδευτικός είναι στην τάξη για να διεκπεραιώνει και οι μαθητές μόνο για ν’ ακούν. Άντε το πολύ-πολύ, να κρατάνε κι ένα τάμπλετ που θα τ’ ονομάσουμε ψηφιακή δεξιότητα.

Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου