Ο Jacob Elordi, Αυστραλός ηθοποιός 28 ετών, ρωτήθηκε σε συνέντευξη για το ποια “χαμένη τέχνη” θα ήθελε φέρει πίσω και η απάντησή του δε θα μπορούσε να είναι πιο εύστοχη. Δήλωσε πως πιστεύει ότι οι άνθρωποι θα έπρεπε να ντρέπονται λίγο περισσότερο για πράγματα που λένε και κάνουν κι εύχεται “η ντροπή να επιστρέψει με στυλ”. Η δήλωσή του, αδιαμφισβήτητα, έχει ουσιαστικό βάθος και θίγει την κουλτούρα του να χρησιμοποιούμε, σε δημόσια έκθεση, αφιλτράριστες λέξεις και πράξεις, για τις οποίες θα οφείλαμε πρωτίστως στον εαυτό μας, να κάνουμε και μία δεύτερη σκέψη.

Η φράση του Elordi μοιάζει να είναι κόντρα στη σημερινή δημόσια συμπεριφορά, τόσο στη διαδικτυακή όσο και στη διαπροσωπική. Μοιάζει να έχει ξεθωριάσει ένα απαραίτητο ηθικό κέντρο βάρους μέσα στους ανθρώπους, που τους οδηγεί αλόγιστα και χωρίς βασική ενσυναίσθηση για τους γύρω. Η λέξη ντροπή που χρησιμοποιεί, έχει υγιή μορφή και λειτουργεί, όχι για να μειώσει μία ανθρώπινη υπόσταση, αλλά για να δώσει το κίνητρο να σκεφτούμε πως δε χρειάζεται να ορθώνουμε το εγώ μας ασυνείδητα. Αντίθετα, είναι πάντα χρήσιμη η συνειδητή συμπεριφορά, η οποία βέβαια, χτίζεται καθημερινά. Κάποιες λέξεις και πράξεις από έναν άνθρωπο προς έναν άλλο έχουν αντίκτυπο, γι’ αυτό και είναι χρήσιμο να υφίστανται με αξιοπρέπεια και αξίες κάπως παλαιομοδίτικες για τη φρενίτιδα μιας εποχής που χρησιμοποιεί λέξεις – σφαίρες για να βρει το δίκιο της και να ευχαριστηθεί. Λες και είναι ανάγκη να νιώσουμε πιο γ@μάτοι και γεμάτοι εκτοξεύοντας τοξικότητα. Πόσο λάθος!

Η καλοσύνη κι ένας όμορφος εσωτερικός κόσμος, ακόμα κι αν κάτι μας εκνευρίσει ή μας στεναχωρήσει, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ευθυγραμμισμένα με βάση το ποιος πραγματικά είναι ο εαυτός μας. Πολλά λόγια που με ευκολία ειπώνονται, έχουν βάρος, προσβάλλουν και δε δείχνουν διόλου ευγένεια. Εκείνο που ο Elordi εννοεί με το “η ντροπή να επιστρέψει με στυλ”, είναι ένας καθρέπτης, που μας υπενθυμίζει ότι οι αρχές έχουν διαχρονικότητα. Είναι πολύτιμες, αν και σπάνιες. Δεν είναι ποτέ αργά να επιστρέψει ο σεβασμός στον συνάνθρωπο. Τότε οι άνθρωποι θα έχουν περισσότερη επίγνωση, θα μιλούν λιγότερο επιθετικά και θα κάνουν χειρονομίες, όχι για να λάβουν το χρυσό μετάλλιο, αλλά για να δημιουργήσουν γέφυρες, ώστε ο κόσμος να βιώνει αλλαγές προς τη συνολική του βελτίωση.

Η ντροπή δεν είναι ένα συναίσθημα που θα έπρεπε να αντιλαμβανόμαστε με αρνητική χροιά – αν και περιέχει θετική και αρνητική μορφή. Η αρνητική μορφή είναι όταν λειτουργεί ενοχικά και σίγουρα δε χρειαζόμαστε μία κοινωνία πλημμυρισμένη από ενοχές. Η θετική πλευρά, ωστόσο, είναι πολύ πιο βαθιά κι αφορά στην αναγνώριση ενός λάθους, στη χρήση μίας συγγνώμης, εκεί που έχει λόγο ύπαρξης, στην βελτίωση της επιχειρηματολογίας, χωρίς ύψωση τόνου φωνής, στην απουσία φόβου και της επιθυμίας να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι. Πολύ τιμητικό και υποτιμημένο χαρακτηριστικό.

Είναι ουράνια φωτεινό να καταφέρουμε να επαναφέρουμε μια πιο σωστή κατεύθυνση απαλλαγμένη από το στοιχείο του εγωισμού και διανθισμένη από τα στοιχεία της ωριμότητας, της τιμιότητας, της συμπόνιας, της ευπρέπειας. Σαφώς χρειάζεται ισορροπία, σαφώς η ντροπή από μόνη της δεν είναι πανάκεια. Η αυτογνωσία και η αυθεντικότητα είναι δύο φίλες που μπορούν να μας συνοδεύουν δίχως να παραιτηθούν από το μέσα μας και που μπορούν να καθορίσουν την προσωπική ιδιοσυγκρασία μας και την αλληλεπίδραση με τα περιβάλλοντα που διαχειριζόμαστε και συναναστρεφόμαστε.

Ας μην παραιτηθούμε από την ανάγκη για σύμπνοια. Ας κρατάμε κι ας μεταδίδουμε την αναμμένη σπίθα της τρυφερότητας στις πράξεις, του παραγωγικού προβληματισμού στις λέξεις και θα δούμε πως όλα αυτά ανοίγουν δρόμους, που αν κι έχουν σκεπαστεί, αρκεί ένα στιλιστικά ρυθμικό και δροσερό αεράκι από όλους εμάς μαζί, ώστε να ξαναβγούν στο φως.

Συντάκτης: Ελένη Γιόρκα