Λένε συνεχώς πως «η μόνη σταθερά στη ζωή είναι η αλλαγή» και πράγματι αυτή είναι η αλήθεια. Είναι όμως μια αλήθεια εμφανώς -κι όχι υποσυνείδητα- άβολη, αφού ο άνθρωπος όσο και να γκρινιάζει συχνά-πυκνά για τη ρουτίνα και την καθημερινότητά του, ουσιαστικά αγαπά να μένει θωρακισμένος μες στη βολή του.

Λίγο-πολύ λοιπόν όλοι έχουμε περάσει ή θα περάσουμε μια ή περισσότερες περιόδους στη ζωή μας όπου θα μας φταίνε όλα στην καθημερινότητά μας, θα γκρινιάξουμε παραπάνω, θα πέσουμε ψυχολογικά και θα παρακαλάμε απελπισμένοι για μια αλλαγή, χωρίς ταυτόχρονα να επιδιώκουμε ουσιαστικά γι’ αυτήν. Κι όταν η αλλαγή έρθει, δεν είναι απαραίτητο ότι θα έρθει ακριβώς με τον τρόπο που εμείς ονειρικά είχαμε πλάσει στο μυαλό μας. Μάλιστα εν πρώτοις, η αλλαγή μπορεί να μη σχετίζεται καν -επιφανειακά τουλάχιστον- με το θέμα που μας βαραίνει, αλλά να είναι έμμεσα συνδεδεμένη μ’ αυτό.

Όλες αυτές οι συνθήκες λοιπόν είναι κι ο λόγος που κανένας μας δεν είναι ουσιαστικά και πάντα έτοιμος να δεχτεί μια αλλαγή όσο κι αν αρχικά την ευχόταν. Κι ενώ δε συνηθίζω να είμαι απόλυτη, στο θέμα των αλλαγών επιμένω ότι κανείς δεν είναι έτοιμος. Το μόνο που αλλάζει από άνθρωπο σε άνθρωπο είναι το πόσο γρήγορα θ’ αποδεχτεί τη νέα κατάσταση κι άρα θα ξεκινήσει να προσαρμόζεται και να τη διαχειρίζεται. Ασφαλώς δε μιλάω για τις ατόφια θετικές αλλαγές αφού αυτές τις καλοδεχόμαστε άνευ όρων.

Συνεπώς, ανεξαρτήτως του αν ανήκουμε σ’ αυτούς που ελισσόμαστε λίγο πιο άμεσα ή σ’ αυτούς που δυσκολευόμαστε υπέρμετρα να προσαρμοστούμε στις όποιες αλλαγές, είναι καλό να δούμε πέντε χρήσιμα tips για να κάνουμε τη μετάβαση λίγο πιο αναίμακτη.

 

1. Δώσε χρόνο στον εαυτό σου

Είμαστε άνθρωποι κι όχι ρομπότ που κάποιος μας προγραμμάτισε να επιτελούμε συγκεκριμένες λειτουργίες. Έχουμε συναισθήματα, φοβίες, ανασφάλειες, βιώματα κι εμπειρίες και γι’ αυτό δεν υπάρχει ο χρυσός κανόνας του «ακολούθησε γρήγορα την αλλαγή». Όχι. Δε χρειάζεται ν’ αυτομαστιγωνόμαστε ούτε να είμαστε τόσο σκληροί με τον εαυτό μας. Αντιθέτως μάς οφείλουμε επαρκή χρόνο ώστε να επεξεργαστούμε όλες τις νέες πληροφορίες και συνθήκες και να διαχειριστούμε κάθε συναίσθημα που προκύπτει κατά τη μετάβαση. Όσο πιο πολύ πιεζόμαστε τόσο θ’ αφήνουμε άλυτα θέματα μέσα μας και συνεπώς έστω κι υποσυνείδητα θ’ αντιστεκόμαστε στην όποια αλλαγή.

 

2. Κάνε update στο λειτουργικό σου

Ρομπότ μπορεί να μην είμαστε αλλά ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να «επαναπρογραμματιστεί» ώστε να λειτουργήσει με διαφορετικό τρόπο από τον τετριμμένο του. Κι αυτόν τον επαναπρογραμματισμό μόνο εμείς οι ίδιοι μπορούμε να τον προκαλέσουμε. Μια στρατηγική λοιπόν τέτοιου είδους είναι η «γνωστική αναδιάρθρωση», δηλαδή η διαδικασία μεταβολής των αρνητικών σκέψεων που συνοδεύουν μια αλλαγή, σε θετικές. Με λίγα λόγια αντί να κολλάμε απεγνωσμένα στις παλιές και γνώριμες καταστάσεις, να προσπαθήσουμε να μεγιστοποιήσουμε την αξία των νέων. Παραδείγματος χάρη σ’ έναν χωρισμό θα μπορούσαμε, αντί να μας βασανίζουν σκέψεις του στυλ «τι θα κάνω τώρα;», «δεν μπορώ χωρίς εσένα», να σκεφτούμε ότι μπορούμε να ξεκινήσουμε νέα χόμπι και δραστηριότητες, να θέσουμε εκ νέου τα όριά μας, να μας ανακαλύψουμε ξανά από την αρχή, να επανασυνδεθούμε με άτομα που είχαμε χαθεί και ό,τι άλλο μπορεί να μας οδηγήσει σε μια θετική σκέψη κι οπτική.

 

3. Φέρσου υπέροχα στον εαυτό

Μια ατόφια θετική αλλαγή είπαμε είναι και πάντα καλοδεχούμενη. Μια αλλαγή όμως που δεν την περιμέναμε ή δεν ήρθε με τον τρόπο που ελπίζαμε είναι ικανή να μας προκαλέσει απίστευτο άγχος, στρες, εκνευρισμό, κούραση και γκρίνια και ταυτόχρονα να ρίξει τα επίπεδα της ενέργειας και της διάθεσής μας. Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους όταν αντιμετωπίζουμε μια τέτοια κατάσταση οφείλουμε να μας φερθούμε με περίσσεια αγάπη και ν’ αφιερώσουμε περισσότερο χρόνο στην αυτοφροντίδα μας, είτε κάνοντας χαλαρωτικά αφρόλουτρα, είτε ξεκινώντας περπάτημα με την αγαπημένη μας μουσική στ’ αυτιά, είτε πηγαίνοντας για μασάζ, μια βόλτα με το αμάξι ή οτιδήποτε άλλο θα μας κάνει να νιώσουμε μοναδικοί, θα μας αποφορτίσει και θα μας χαλαρώσει.

 

4. Απόφυγε κάθε «αν»

Μια αλλαγή, όπως ήδη είπαμε, μπορεί να μας προκαλέσει φόβο κι άγχος ή να φέρει στην επιφάνεια άλυτα θέματα κι ανασφάλειες. Αυτό αμέσως μας οδηγεί στο να σκεφτόμαστε εμμονικά το μέλλον και να γεμίζουμε το μυαλό μας με σενάρια «τι θα κάνω αν». Το μυαλό με τη σειρά του και σαν μια προσπάθεια να μας γυρίσει σ’ ένα ασφαλές για εμάς μέρος, αλλάζει την ερώτηση σε «τι θα γινόταν αν». Και κάπως έτσι παλεύουμε μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, αφήνοντας έξω από το παιχνίδι το παρόν με την ερώτηση «τώρα τι κάνω»; Κι ειλικρινά είναι κι η μόνη ερώτηση που αξίζει ν’ απαντηθεί αφού αυτή θα μας οδηγήσει σε αποφάσεις, πράξεις κι αποτελέσματα.

 

5. Δε χρειάζεται να το περάσεις μόνος

Ίσως να μπορούμε αλλά δε χρειάζεται. Όπως έχω γράψει σε παλιότερο άρθρο ο καθένας μας μπορεί να σηκωθεί μόνος του αργά ή γρήγορα, αλλά όταν κάποιος μας δίνει το χέρι του σηκωνόμαστε με μεγαλύτερη φόρα. Μπορούμε λοιπόν να απευθυνθούμε σε κάποιον ψυχολόγο κι ειδικά αν οι αλλαγές είναι συντριπτικές ή που δεν είναι τόσο αλλά εμείς μουδιάσαμε και νιώθουμε ανίκανοι ν’ αντιδράσουμε. Ένας ειδικός ψυχικής υγείας μπορεί να υποδείξει τρόπους και στρατηγικές διαχείρισης της όλης κατάστασης, να μας κατευθύνει ώστε ν’ αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικότερα κάθε συναίσθημα και σε κάθε στάδιο της μετάβασης και τελικά να φτάσει και στην οριστική επίλυση του πραγματικού αίτιου, αν ασφαλώς αφεθούμε ουσιαστικά και το επιτρέψουμε.

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό