

Το γύρο του ίντερνετ κάνει βίντεο που δείχνει έναν άνδρα να αυνaνίζεται μέρα μεσημέρι σε αστικό λεωφορείο της Θεσσαλονίκης, ενώ μόνο αφού τον τραβήξουν βίντεο επιλέγει μετά από ώρα να σταματήσει. Από πού να το πιάσει κανείς αυτό το γεγονός; Από το ότι μια τέτοια είδηση μας κάνει εντύπωση και δε μας κάνει κιόλας; Όταν βιaστές πέφτουν στα “μαλακά” από τη δικαιοσύνη, όταν”φταίει το θύμα που προκαλεί”, όταν φράσεις όπως “όλα βι@σμό τα έχουμε κάνει στην Ελλάδα” βγαίνουν από στόματα εισαγγελέων, πώς να μη νιώσει ασφάλεια και θράσος ένας επιδειξίας να επιδίδεται ανενόχλητος στο “αγαπημένο” του σπορ, μπροστά σε ανυποψίαστους πολίτες και απροστάτευτες γυναίκες;
Ο συγκεκριμένος, απ’ ό,τι φαίνεται στο βίντεο, δεν τιμωρήθηκε για την πράξη του— απλώς αναγκάστηκε να κατέβει από το λεωφορείο. Κι αυτό χάρη σε ένα κορίτσι που βρήκε το θάρρος να αντιδράσει. Βλέποντας το βίντεο, διάβασα και τα σχόλια στα social media. Πολλοί στράφηκαν εναντίον της κοπέλας που τράβηξε το βίντεο και φώναζε «είσαι βρωμιάρης», αντί —λένε— να καλέσει την αστυνομία. Φυσικά, κανείς άλλος δε φαίνεται να παρενέβη, ή τουλάχιστον αυτό μπορούμε να συμπεράνουμε από τις εικόνες. Άλλοι, πάλι, αντιμετώπισαν το γεγονός με χιούμορ. Αλλά εδώ δε χωρά ούτε χιούμορ, ούτε ειρωνεία, ούτε αποστασιοποίηση.
Η πράξη αυτή είναι κακοποιητική, και όπως κάθε μορφή κακοποίησης, πρέπει να καταγγέλλεται, να στιγματίζεται, να οδηγεί σε συνέπειες – πόσω δε μάλλον όταν υπάρχουν μάρτυρες και αποδείξεις. Το περιστατικό, βέβαια, δεν είναι μεμονωμένο. Αντίστοιχες εμπειρίες έχουν καταγγείλει πολλά άτομα, κυρίως νεαρά κορίτσια, στα μέσα μαζικής μεταφοράς, με άνδρες να τις αγγίζουν απρεπώς, να αγγίζουν τον εαυτό τους μπροστά τους, να τις κοιτούν επίμονα και απειλητικά, να τρίβονται επάνω τους. Και τώρα, που στόματα ανοίγουν, και το διαδίκτυο λειτουργεί ως εργαλείο ανάδειξης και πίεσης, οι ιστορίες αυτές βγαίνουν στην επιφάνεια. Αλλά το ότι συνεχίζουν να συμβαίνουν λέει πολλά. Σημαίνει ότι πρέπει να διανύσουμε χιλιόμετρα ακόμα για να καταφέρουμε να τα εξαλείψουμε.
Η επιδειξιομανία από άποψη ψυχολογίας είναι μια έκφραση εξουσίας που επιδιώκει να σοκάρει, να καθηλώσει, να τρομοκρατήσει. Οι θύτες δεν είναι απλώς “διαταραγμένοι”. Είναι άνθρωποι που θεωρούν ότι μπορούν να παραβιάζουν το σώμα και την ασφάλεια του άλλου χωρίς κόστος. Κι αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα.
Για αρχή, πρέπει να αντιδρούμε. Να μη μένουμε σιωπηλοί. Να προστατεύουμε ο ένας τον άλλο και να μη συνηθίζουμε το ανήθικο επειδή “δε μας αφορά”. Αλλά κι αυτό δεν αρκεί. Αυτές οι συμπεριφορές έχουν βαθιές, σάπιες ρίζες– κοινωνικές, πατριαρχικές, ποινικά ατιμώρητες. Και για να ξεριζωθούν, χρειάζεται συστημική αλλαγή, νόμοι, παιδεία, κουλτούρα. Από την οικογένεια και το σχολείο, μέχρι τα δικαστήρια.
Καμία μόνη απέναντι σε κάθε μορφή κακοποίησης.