Λατρεμένο τ’ απαγορευμένο. Γιατί άραγε; Από παιδάκια μας τραβούσε σαν μαγνήτης. Στα «όχι» και τα «μη» ακούγαμε «τρέχα!». Ήταν πάντα τόσο έντονη η επιθυμία να «παρανομήσουμε» και τόσο δύσκολη η συμμόρφωση. Εφηβική αντίδραση; Πείσμα; Ίντριγκα; Ίσως όλα μαζί.

Το σίγουρο είναι ότι θα σταθείς δίπλα του κι αμέσως θα νιώσεις αλλόκοτα. Θα ξέρεις ότι κάτι περίεργο συμβαίνει μ’ εκείνον, κάτι σου προκαλεί που δεν μπορείς να το προσδιορίσεις αμέσως. Είναι κάτι που κάνει τις ματιές ξυράφια και τα μάγουλά σου ν’ αναψοκοκκινίζουν. Θ’ αναρωτηθείς προς τι όλη αυτή η αμηχανία; Γιατί τον σκέφτεσαι συνέχεια, αφού δε σου αρέσει καν; Δε θα μπορούσε να σου αρέσει, άλλωστε. Δεν πρέπει να σου αρέσει.

Αυτό το «δεν πρέπει», αυτή η δήθεν προσπάθεια που καταβάλλεις για ν’ αποτρέψεις ό,τι θ’ ακολουθήσει, τα επαναλαμβανόμενα «Σύνελθε. Πού πας να μπλέξεις;» που λες στον εαυτό σου, όλα αυτά είναι που σε σπρώχνουν όλο και περισσότερο στον απαγορευμένο καρπό.

Κι έπειτα ξεκινάει η μυστικοπάθεια. Σε ποιον θα μπορούσες να μιλήσεις, ούτως ή άλλως; Σε ποιον να πεις ότι ερωτεύτηκες τον παντρεμένο, το αφεντικό σου, την κοπέλα του κολλητού σου, τον λάθος άνθρωπο γενικότερα;  Δεν έχεις καμιά όρεξη για κατακραυγή, για αντικειμενικές και δίκαιες τοποθετήσεις. Ούτε θες να προσγειωθείς ξανά στην επίπεδη καθημερινότητά σου. Είναι τόσο ωραίο αυτό που αισθάνεσαι, τόσο αναζωογονητικό που νιώθεις τυχερός κι ευλογημένος που το ζεις. Δε θέλεις να σταματήσει.

Είναι το μυστικό σου, αυτό που δεν πρέπει να μάθει κανείς. Κι αυτό το κρυφτό σε τρελαίνει στ’ απαγορευμένα. Βλέμματα και χαμόγελα όλο νόημα αποκλειστικά για εσάς τους δύο. Λόγια με κρυμμένα μηνύματα που μόνο εσείς αντιλαμβάνεστε. Είναι αυτή η αίσθηση που όλοι είναι στον κόσμο τους κι εσείς στο δικό σας, που μοιράζεστε κάτι μόνο εσείς. Για τους γύρω είστε δυο απλοί γνωστοί, ενώ εσύ δε βλέπεις την ώρα γι’ ακόμη μια νύχτα μαζί του.

Στην ουσία γίνεστε ένα απ’ τα ερωτικά ζευγάρια που μονοπωλούν τις κινηματογραφικές αίθουσες και σημειώνουν κάθε φορά ρεκόρ σε πωλήσεις εισιτηρίων. Νιώθετε ότι ζείτε κάτι μοναδικό, ξεχωριστό, που συμβαίνει σε λίγους κι ελάχιστοι μπορούν να κατανοήσουν.

Κι αυτή είναι η πραγματική μαγεία του απαγορευμένου. Σου αρέσει να γίνεσαι η ηρωίδα των αγαπημένων σου ταινιών και λογοτεχνικών βιβλίων. Σε ξεσηκώνει να νιώθεις στο πετσί σου κάθε στίχο της αγαπημένης σου ερωτικής μπαλάντας. Αγαπάς αυτό το πέπλο ρομαντισμού μ’ εσένα να ξενυχτάς πίσω απ’ το παράθυρο με τσιγάρο, ποτό και μουσική περιμένοντας πότε θα μπορέσει να σου στείλει ένα και μόνο μήνυμα.

Σου αρέσει ακόμη να βασανίζεις το μυαλό σου όλη νύχτα μ’ ερωτήματα του στιλ «πού θα πάει όλο αυτό;». Σου αρέσει να νιώθεις ότι σε κυριαρχεί κάτι τόσο δυνατό. Κι όταν σου λείπει, αδημονείς για τη στιγμή που θ’ ανοίξεις την πόρτα σου και θα ‘ναι εκεί να σε πάρει μια παθιασμένη αγκαλιά ώσπου να βρεθείτε να κυλιέστε στο πάτωμα μέχρι το πρωί.

Οι ρομαντικές ταινίες, όμως, έχουν πάντα ένα τέλος και πραγματικά δεν ξέρουμε τι θα παρακολουθούσαμε αν συνεχίζονταν και μετά απ’ αυτό. Θα παρέμενε ο έρωτας τόσο εξιδανικευμένος; Όταν τα εμπόδια φύγουν, όταν οι δρόμοι ανοίξουν και το ιδιαίτερο γνώρισμα της απαγόρευσης χαθεί, θα υπάρχει ακόμη το ίδιο ενδιαφέρον;

Έρχεται η στιγμή που όλα τ’ αντικρίζεις με περισσότερο ρεαλισμό. Είναι απλά ένας άνθρωπος. Δεν ερωτευόμαστε, όμως, ανθρώπους αλλά καταστάσεις, ένα σύμπλεγμα χρόνου, τόπου και συνθηκών. Αν κάτι απ’ αυτά αλλάξει, τίποτα δε θα είναι το ίδιο. Η ρομαντική νουβέλα γίνεται χιλιοπαιγμένο σήριαλ με κλισέ μοτίβο. Ζήτημα αν συμπληρώσει δέκα επεισόδια, τόσο βαρετή ιστορία, τόσο βαρετός κι αυτός.

Φυσικά, υπάρχει και το άλλο ενδεχόμενο: τα εμπόδια να μην ξεπεραστούν ποτέ. Το απαγορευμένο παραμένει απαγορευμένο, ο χρόνος περνά κι εσύ παύεις να το βρίσκεις χαριτωμένο όλο αυτό. Οι φίλοι σου όλοι ζευγάρια γίνανε, βγαίνουν, κυκλοφορούν κι εσύ δεν μπορείς ν’ ακολουθήσεις. Εσύ θα είσαι πάντα μόνη για τους έξω. Όλα πρέπει να γίνονται προσεχτικά, όλα στα κρυφά. Ακόμη κι αυτό σε κούρασε.

Θέλεις επιτέλους παρεΐστικες βραδιές μαζί με τον έρωτά σου. Θέλεις δημόσιες εξόδους. Θέλεις να ποστάρεις μια φωτογραφία σας στο Instagram βρε αδερφέ! Θέλεις να διώξεις κι αυτόν τον οίκτο απ’ τα μάτια των δικών σου κάθε φορά που σε κοιτάζουν. Θέλεις μια φυσιολογική σχέση πια. Τέρμα τα παιχνίδια, τέρμα οι ιστορίες που ξέρεις ότι δε θα οδηγήσουν πουθενά. Στο δρόμο αυτόν κι οι δυο θα δυστυχήσετε, αφού δε γίνεται μαζί να ζήσετε, που λέει και το άσμα.

Τελείωσέ το, λοιπόν, και προχώρα. Μην μπλέκεις σε πολύχρονες και ψυχοφθόρες καταστάσεις ελπίζοντας ότι κάτι θ’ αλλάξει. Αν ήταν ν’ αλλάξει, θα είχε ήδη γίνει. Πάτα stop στην ταινία, εφόσον δεν έχεις κάτι άλλο να δεις, και κράτα μόνο την όμορφη αίσθηση που σου άφησε, εκείνη που σου θυμίζει ότι το έζησες και σε κάνει να χαμογελάς νοσταλγικά σε κάθε ανάμνηση.

Διαφορετικά, αν δεν το κάνεις τη σωστή στιγμή, το έργο θ’ αποτύχει, η ιστορία θα «κρεμάσει» και στο τέλος τίποτε όμορφο δε θα θυμάσαι. Κι η απομυθοποίηση μπορεί μερικές φορές να σε λυτρώνει, αλλά δεν παύει και να σε απογοητεύει. Κι όσο μεγαλύτερη η απόσταση του «είναι» απ’ το «φαίνεσθαι», τόσο πιο επίπονη κι η διάσχισή της.

Συντάκτης: Χριστιάννα Χαραμή