Η ψυχική διέγερση στην οποία μας οδηγεί η κατανάλωση αλκοόλ είναι το γνωστό σε όλους μας μεθύσι. Όσο περισσότερο πίνουμε τόσο αλλάζει κι η διάθεσή μας.

Υπάρχουν πολλές κατηγορίες μέθης ανάλογα με το χαρακτήρα του ανθρώπου, τις αντοχές του οργανισμού, την ποσότητα του αλκοόλ, ακόμα και τη συνήθεια. Κάποιοι πίνουν το Βόσπορο και χαλαρώνουν λίγο παραπάνω ενώ άλλοι απ’ το πρώτο ποτήρι κρασί ή στη μία μπίρα βλέπουν τον κόσμο γύρω τους να γυρίζει.

Πέρα απ’ την ποσότητα των ποτών παίζει πολύ σημαντικό ρόλο κι η ψυχοσύνθεσή μας όταν ξεκινάμε να πίνουμε. Αν είμαστε καλά και σε μια ευτυχισμένη φάση της ζωής μας, φτάνουμε στο σημείο να αγκαλιάζουμε ακόμα κι αγνώστους. Αντιθέτως, αν δεν είμαστε καλά, όπως κι αν θέλουμε να δείχνουμε νηφάλιοι, τότε βγαίνει στη φόρα η μιζέρια μας και δε θέλουμε να μιλήσουμε σε άνθρωπο.

Όταν ξεκινάμε να μεθάμε, ο οργανισμός χαλαρώνει, οι αντιστάσεις πέφτουν κι εμείς νιώθουμε πιο άνετοι, πιο ελεύθεροι. Κάπου εκεί έρχεται και το παραλήρημα. Ανοίγουμε το στόμα μας και δεν μπορούμε να το κλείσουμε. Λέμε πράγματα που δε θα τα λέγαμε αλλιώς, κι αν τα λέγαμε θα τα φιλτράραμε λίγο για να μην ακουστούν όπως ειπώθηκαν. Είναι αυτά που υπάρχουν στο υποσυνείδητο και πολλές φορές στο συνειδητό κομμάτι του εγκεφάλου μας κι απλά αρνούμαστε να τα εκφράσουμε. Η άρνηση αυτή προέρχεται είτε από ντροπή για να μη φανούν τα αισθήματά μας είτε από φόβο μη στενοχωρήσουμε κάποιον. Υπάρχουν δε κι οι περιπτώσεις που ορισμένα πράγματα απλά δε λέγονται, μυστικά φίλων, για παράδειγμα, που εκείνοι μας εμπιστεύτηκαν, αλλά το ποτό μας κατάφερε να τα αποκαλύψουμε εκεί που δεν έπρεπε.

Τίποτα, όμως, πιο συνηθισμένο από μια μεθυσμένη ερωτική εξομολόγηση. Πίνουμε και μέσα στη ζάλη μας, με γέλια ή με κλάματα, πιάνουμε τον άλλον και του λέμε ωμά «άκου να δεις, εγώ σε γουστάρω» ή κάπως έτσι τέλος πάντων. Κλασική περίπτωση που ξυπνάς το πρωί και σκέφτεσαι «πού είμαι, τι κάνω εδώ, τι ήπια χθες, γιατί ήπια τόσο, τι είπα και σε ποιον». Στις πιο βαριές περιπτώσεις εντάσσεται και το «τι έκανα».

Σιγά-σιγά οι μνήμες επιστρέφουν, μαζί με την ντροπή. Όλα όσα κωλώνουμε να πούμε νηφάλιοι τα λέμε με λίγα ποτηράκια παραπάνω. Δεν είναι πως τότε βγαίνει ο πραγματικός μας εαυτός, όχι. Απλώς τότε απελευθερώνεται το καταπιεσμένο μας κομμάτι, το οποίο στο κάτω-κάτω εμείς επιλέξαμε να μη δείχνουμε. Κι αν είπες κάτι που δεν έπρεπε, ήθελες να το πεις και τώρα δεν μπορείς να το πάρεις πίσω. Επομένως, το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να δεχτείς τις συνέπειες και να προχωρήσεις στη ζωή σου. Και πού ξέρεις, μπορεί να οδηγήσει και σε κάτι καλό!

Άλλωστε, πόσα μηνύματα έχουμε στείλει ή έστω προσπαθήσαμε να στείλουμε μέσα στο μεθύσι μας; Κι αν το καλοσκεφτείς πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί για την ελαφριά ζάλη της μέθης; Δεν έχει τραγουδήσει τυχαία ο Γαλανός «κι όταν με βλέπετε να πίνω, κρύψτε μου το τηλέφωνο» . Ο σωστός ο φίλος, ο νηφάλιος –ή έστω ο λίγο πιο νηφάλιος από εμάς– αυτό πρέπει να κάνει. Να απομακρύνει σταθερά, κινητά κι οποιονδήποτε άλλο τρόπο επικοινωνίας.

Κάποτε είχα ακούσει πως πίνουμε για να ξεχάσουμε και καταλήγουμε να θυμόμαστε ακόμα περισσότερα. Μεγαλώνοντας κατάλαβα πόσο πολύ ισχύει.

 

Συντάκτης: Ζωή Χατζησαλάτα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη