Λένε πως τα social media έχουν κλείσει σπίτια. Ίσως και να ‘ναι μία πραγματικότητα απ’ τη στιγμή που υποδεχτήκαμε αυτόν τον νέο τρόπο επικοινωνίας. Τα δεδομένα πάντως, σίγουρα, έχουν αλλάξει κατά πολύ.

Πλέον, γνωρίζεις κάποιον και μόλις τον αποχωριστείς ξεκινάει η έρευνα. Θα τον αναζητήσεις σε όλα τα κοινωνικά δίκτυα κι ύστερα θα ξεψαχνίσεις το προφίλ του για να σχηματίσεις άποψη. Ίσως και να μη βγάλεις σαφές συμπέρασμα, αλλά έχει σίγουρα ένα ενδιαφέρον κι όλο και κάτι θα μάθεις, έχοντας μια υποψία για το τι σου επιφυλάσσει.

Είναι κι η συμπεριφορά που διατηρεί, αν κάνει δημοσιεύεις με μεγάλη συχνότητα, αν εκφράζει τις απόψεις του μέσα απ’ τις αναρτήσεις του, τι δείχνουν εκείνες για τη διάθεσή του. Είναι μια συνεχή ενημέρωση και πηγή πληροφοριών για εκείνο το άτομο, που σε κάνει να τον σκέφτεσαι και να προσπαθείς να τον αποκρυπτογραφείς. Σε άλλες συνθήκες δε θα έκανες αυτήν την περιήγηση, απλά θα σήκωνες το τηλέφωνο και θα ρώταγες τον ίδιο αν είναι καλά.

Τι γίνεται, όμως, στην περίπτωση που εκείνη η πράσινη κουκκιδίτσα, πέρα από κάποιες βασικές πληροφορίες, σου δημιουργεί διάφορα συναισθήματα; Είναι εκείνη η ένδειξη που σου επιβεβαιώνει ότι είναι online, κάτι που απ’ τη μία σε χαροποιεί και απ’ την άλλη σε θλίβει. Ιδίως όταν παρακολουθείς την οθόνη για λεπτά κι εκείνο το πολυπόθητο μήνυμα δεν εμφανίζεται. Από ένα σημείο κι έπειτα, εκείνη η ενημέρωση «διαθεσιμότητας» που σ’ ανακούφιζε, σε εκνευρίζει και συνάμα σε θυμώνει.

Αναρωτιέσαι γιατί δε σου στέλνει, υποθέτεις ότι μιλάει αλλού, αναρωτιέσαι με ποιον ανταλλάσσει μηνύματα, ενώ αισθάνεσαι ότι έχεις φάει απόρριψη. Μπορεί κι όντως να ισχύει κάτι τέτοιο, αλλά σίγουρα δεν είναι απόλυτο. Ίσως τυχαίνει απλά να ‘ναι συνδεδεμένος ο άλλος και να ξεκουράζεται στον καναπέ με μια καλή ταινία ή να τον πήρε ο ύπνος με το κινητό στο χέρι. Μπορεί απλά να δουλεύει και να ‘ναι αυτό το μοναδικό μέσο επικοινωνίας με συναδέλφους. Όταν, όμως, έχεις κάπως τσιμπηθεί, ξεκινάει το μαρτύριο. Γίνεται εμμονή, είσαι διαρκώς συνδεδεμένος λες και κρατάς τσίλιες κι αν δεν έχεις δεδομένα, ξεροσταλιάζεις όπου βρεις wifi για να τσεκάρεις.

Αν πάλι μιλάμε για σχέση, το μαρτύριο αντί να λήξει ολοένα και μεγαλώνει. Έστειλες μήνυμα, δεν έχει απαντήσει, δεν έχει καν διαβαστεί κι αυτός είναι ένας λόγος να τρελαθείς. Χάνεις τον έλεγχο κι όσο συγκρατημένος κι αν θες να είσαι, λειτουργείς παρορμητικά κι αντιδραστικά. Αν απαντήσει έγκαιρα, θα δώσει τέλος στην παράνοια χωρίς να προλάβεις να διαμαρτυρηθείς, αν όμως οι ώρες κυλάνε κι η ζητούμενη απάντηση δεν έρχεται, σηκώνεις το τηλέφωνο για να εξακριβώσεις τι συμβαίνει. Αν δεν απαντήσει ούτε κι εκεί, η κατάσταση χειροτερεύει. Θα είσαι σε αναμονή και σε υπερένταση.

Σίγουρα, σε άλλες περιπτώσεις, θα δικαιολογούσες αυτή τη σιωπή λέγοντας πως έχει δουλειά. Όμως εδώ δεν μπορείς να το εξηγήσεις, αφού τον βλέπεις διαθέσιμο. Το μυαλό θολώνει και θεωρείς πως κάτι ύποπτο συμβαίνει. Κανείς μόνο τα χειρότερα σενάρια. Όχι, δε θα δώσεις ελαφρυντικά, θα ρίξεις λάδι στη φωτιά κι όταν αρχίσει η γκρίνια, τα παράπονα δε θα έχουν φρένο.

Δεν ελέγχεται αυτή η κατάσταση. Πρέπει να έχεις ισχυρή αυτοπεποίθηση αλλά κι αυτοπειθαρχία για να μην επηρεάζεσαι και να μην ασχολείσαι περισσότερο απ’ όσο αξίζει. Όλο αυτό που δεν μπορείς να διαχειριστείς είναι καθαρά δικό σου θέμα, όχι του άλλου. Εσύ χρειάζεσαι να το δεις ώριμα κι ήρεμα. Αλλιώς θα συνεχίσεις να δημιουργείς βλακώδη σενάρια, που άνετα μπορούν να γίνουν ένας χαζός λόγος για να χαλάσεις τη σχέση σου.

Αν οι αμφιβολίες σου έχουν βάση, θα φανούν απ’ αλλού κι όχι απ’ το πόση ώρα έκανε να απαντήσει ενώ έδειχνε να ‘ναι online. Δεν υπάρχει λόγος για πανικούς και παρακολουθήσεις, όλα αυτά σε υποτιμούν. Δεν έχει κανένα νόημα να συμπεριφερθείς παιδιάστικα και να ξεκινήσεις μια λογομαχία για το πότε μπήκε ή βγήκε. Όσο κι αν κολακεύει το νοιάξιμο, από ένα σημείο κι έπειτα γίνεται τρομακτικά πιεστικό και λογικό να ενοχλήσει τον άλλον.

Κι αν το δούμε και πρακτικά, έχε στο νου σου πως σε όλα αυτά τα κοινωνικά δίκτυα γίνονται συνεχώς αναβαθμίσεις. Μπορεί, στην τελική, να μην είσαι online, αλλά για έναν ανεξήγητο λόγο, για κάποιο τεχνικό λαθάκι, να φαίνεσαι πως είσαι διαθέσιμος. Αυτό συμβαίνει τόσο συχνά που είναι εντελώς ανόητο να στηρίξεις την οποιαδήποτε κουβέντα σου πάνω σε ένα τόσο ρευστό επιχείρημα.

Σίγουρα δεν είναι βάση για να στηριχτείς, να ανησυχήσεις και να βγάλεις συμπεράσματα.  Είναι ένα μέσο για να συνομιλείς με τον άλλον κι όχι για να τον ελέγχεις. Κι αν πιστεύεις πως δε θα μπορέσεις να το διαχειριστείς, έχεις την επιλογή να απομακρυνθείς απ’ όλο αυτό για να αποφύγεις και το μικρόβιο της παρακολούθησης. Ας δούμε καμία ταινία με ντετέκτιβ αν τόσο μας γοητεύουν κι ας αφήσουμε αυτά έξω απ’ τη σχέση μας!

 

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη