Όλα ξεκινάνε από μια απλή επιλογή που κάνεις, είτε δεν κάνεις, γιατί αισθάνεσαι πως δε θα σου βγει σε καλό. Εκείνο το “ναι” που λες σε κάτι καινούριο, ή μια δεύτερη ευκαιρία, ή το “όχι” που θα σου βγει με ζόρι, αλλά θα νιώθεις μέσα σου πως είναι η μόνη καλή για σένα επιλογή. Ίσως να μη θυμάσαι, ίσως όμως και να μην μπορείς να ξεχάσεις τη στιγμή εκείνη που παίρνει μπροστά το ένστικτό σου για μια κατάσταση. Είναι η διαίσθησή σου που αν την ακούσεις θα σε προφυλάξει, όμως, ή είναι το άγχος σου που παίρνει τα ηνία και σε απομακρύνει από κάτι πραγματικά όμορφο; Πότε ξέρεις πως η διαίσθησή σου λειτουργεί;

Όταν νιώθεις να σε καταδιώκει μια μανία, μια κατάσταση αλλοφροσύνης, μια φρενίτιδα που παρασέρνει όποιον βρίσκεται κοντά σου, όταν βλέπεις παντού εχθρούς κι οι φράσεις σου τελειώνουν με το “γιατί όχι;”, “γιατί να μη με πληγώσει;”, “γιατί να μη μου λέει ψέματα;”, δε λειτουργείς με το ένστικτο, αλλά με τη φαντασία σου που απλώς υποθέτει πάντα το χειρότερο. Αφήνεις ένα άγχος και μια ελευθερία στις αρνητικές σκέψεις να σε κατακλύσουν, να σε αγκαλιάσουν με τον πιο βάναυσο τρόπο. Επιτρέπεις σε όλα αυτά που εσύ απωθείς κι αποφεύγεις, θεωρητικά, να σε καταπιούν ολόκληρο. Τότε είναι που όλες σου οι κινήσεις διακατέχονται από μια επιπόλαιη συμπεριφορά. Τότε είναι που ό,τι κι αν κάνεις δεν έχει λόγο κι εξήγηση, παρά μόνο μια παράνοια που προκύπτει από δικά σου άλυτα τραύματα κι όχι από συμπεριφορές που όντως δέχεσαι.

Κι αντιλαμβάνεσαι αυτή σου την παθογένεια, όμως το γυρνάς στο «έτσι είμαι εγώ, τι να κάνω». Μια ανόητη υποστήριξη άποψης από ενοχές, όταν έρχεσαι αντιμέτωπος με την αλήθεια και δε θέλεις να τη δεις. Μπορεί για τον εαυτό σου να είναι αποδεκτό λοιπόν αυτό το κυνήγι μαγισσών που κάνεις, αλλά για τους υπόλοιπους θα υπάρξουν συνέπειες απέναντί σου, όταν δέχονται το ένα “κατηγορώ” σου μετά το άλλο. Θα χαρακτηριστείς μανιακός, θα χάσεις ανθρώπους, φίλους, έρωτες, συναδέλφους κι άλλα σημαντικά πρόσωπα, θα κουράσεις όσους πραγματικά θέλουν να είναι δίπλα σου γιατί δε θα μπορούν να ζουν για να σε επιβεβαιώνουν.

Σαφώς χρειάζεται να μάθεις ν’ ακούς εκείνη την εσωτερική φωνούλα σου, που έχει μαλλιάσει η γλώσσα της να σου μιλάει. Να σε καθοδηγεί, να σε βοηθάει, να σε φροντίζει και να σ’ αγαπάει. Να καταλαβαίνεις, όμως, πότε μιλάει αυτή και πότε κάποια που απλώς της μοιάζει στην όψη κι όχι στην ουσία. Κι αυτό μπορείς να το καταλάβεις όταν είσαι σε ηρεμία κι ισορροπία με τον εαυτό σου. Όταν νιώθεις γαλήνη, δεν υπάρχει τίποτα που να σου δημιουργεί άγχος, αβεβαιότητα, σε όλα τα επίπεδα της ζωής σου. Τότε είναι και που η διαίσθησή σου λειτουργεί. Και για να μπορέσεις εν τέλει να μάθεις αν είναι η σωστή φωνή εκείνη που σου υπαγορεύει τι να κάνεις, χρειάζεται να μείνεις μόνος, να αποτοξινωθείς από συνήθειες και καταστάσεις που δημιουργούν μια θολούρα στο μυαλό σου και να μη φοβηθείς να αναλάβεις την ευθύνη σου. Δεν είναι κάτι που γίνεται άμεσα. Δεν είναι κάτι που κατακτάς και τελειώνει εκεί. Αλλά είναι, όμως, κάτι που αξίζει να προσπαθήσεις γι’ αυτό, γιατί θα έχεις πιο ειλικρινή σχέση με τον εαυτό σου και τους γύρω σου. Να καταφέρεις να φέρεις την ειρήνη μέσα σου.

Όλοι λένε πως έχουν τους «δαίμονές» τους- κάτι που ισχύει. Οι ανησυχίες, το άγχος, οι φοβίες κι όλα αυτά που τρέχουν και δεν μπορείς να τα προλάβεις, όλα αυτά που μάχεσαι και σκέφτεσαι και κλείνεσαι στον εαυτό σου προσπαθώντας να τους δώσεις μια εξήγηση, να τ’ αναλύσεις και να βρεις λύσεις, είναι οι δαίμονές σου, ένα εσωτερικό καζάνι που βράζει, έτοιμο ανά πάσα ώρα και στιγμή να χυθεί. Όλα αυτά που, ταυτόχρονα, δε σε αφήνουν με καθαρό μυαλό να δεις, ν’ αξιολογήσεις και ν’ αποφασίσεις. Όμως, μπορούν να νικηθούν. Απλώς η Ιθάκη, σ’ αυτή την περίπτωση, δεν είναι μέρος, δεν είναι προοορισμός, είσαι εσύ και μόνο εσύ, κάνοντας συνειδητές επιλογές.

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου