Συχνά, βρισκόμαστε σε στιγμές όπου καταστάσεις ξεφεύγουν από τον έλεγχό μας. Αυτό σημαίνει ότι αντιμετωπίζουμε καταστάσεις στην καθημερινότητά μας, όπου η τακτική μας προσπάθεια για μια όμορφη, πειθαρχημένη, ευγενική, φιλική κι ανθρώπινη συμπεριφορά αντιμετωπίζει προκλήσεις. Ένα αυτοκίνητο που θα πατήσει σε λιμνάζοντα νερά πετάγοντάς τα με βία πάνω μας ή μια καταστροφική συνάντηση με το μόνο άτομο που δε θα έπρεπε, μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά τη συμπεριφορά μας. Σε τέτοιες στιγμές, είναι δύσκολο να διατηρήσουμε την επιθυμητή ψυχραιμία καθώς ένας εξωγενής παράγοντας μάς εκτροχιάζει από τον απόλυτο έλεγχο. Και κανείς μα κανείς δε θέλει να χάνει τον έλεγχο.

Κι όμως, η μόνη βεβαιότητα σε αυτή τη ζωή είναι πως θα βρεθούμε πολλές φορές σε καταστάσεις που δε θα έχουμε τον έλεγχο. Κι αυτό σημαίνει πως θα μπούμε σε μια διαδικασία προβληματισμού για το πώς στο καλό θα τις διαχειριστούμε, αν πρέπει να μείνουμε και να παλέψουμε ή να φύγουμε με θόρυβο ή νύχτα στα κλεφτά. Είναι όμως κι εκείνη η περίπτωση που θες όσο τίποτα να διαχειριστείς ένα γεγονός κι απλώς δεν μπορείς. Μια κατάσταση στην οποία δεν υπάρχει πειθαρχία νου, δεν υπάρχει ο παραμικρός έλεγχος του εαυτού σου, δεν υπάρχουν εργαλεία που θα σε κάνουν να πορευτείς χωρίς να πάθεις νεύρωση. Υπάρχει μόνο η σκέψη που σε έχει γονατίσει κι είσαι συνεχώς με ένα τηλέφωνο στο χέρι, γεμάτος αγωνία κι άγχος, σε πλήρη παραίτηση από κάθε λογική αντίδραση, έτοιμος να τα τινάξεις όλα στον αέρα.

Και τότε, τότε που δεν έχεις τη λύση και δε βρίσκεσαι εκεί που θα ήθελες με αυτούς που θα ήθελες, χάνει η ζωή το χρώμα της. Δεν μπορείς να την απολαύσεις και να αισθανθείς το παραμικρό. Και πώς να ζήσεις, άλλωστε, όταν το τηλέφωνο έχει γίνει σκουλαρίκι στα χέρια σου, όταν η αγωνία μέσα σου κοντεύει να σπάσει το στέρνο σου, όταν υποφέρεις και βιώνεις τόσο στρες και τόσο έντονη την απουσία αυτοκυριαρχίας, που η παραμικρή συναναστροφή μπορεί να σε κάνει να ξεσπάσεις. Κι όλο αυτό το χάος είναι ζωγραφισμένο στο πρόσωπό σου, το ταλαιπωρημένο από την ψυχική κούραση που έχεις υποβάλει τον εαυτό σου. Μια ταλαιπωρία δίχως τέλος, που γίνεται όλο και χειρότερη, σαν ένας άγριος κι απότομος χωρισμός που συνέβη χωρίς να δοθεί η παραμικρή εξήγηση κι έτσι το μόνο που θέλεις είναι να μάθεις γιατί καταστράφηκε η ζωή σου μέσα σε μια στιγμή, ενώ ταυτόχρονα δε σου δίνουν κανένα δικαίωμα επικοινωνίας. Η κατάσταση εκείνη που το μόνο που θέλεις είναι να πας από εκεί, αλλά ξέρεις πως δεν μπορείς. Κι έτσι, τρελαίνεσαι σιωπηλά και περιμένεις απλώς πότε θα σταματήσει να σε καίει αυτή η ανημποριά.

Δεν μπορούμε, όμως, να πεθαίνουμε για εκείνα που είναι εκτός του ελέγχου μας, ακόμα κι αν μας φθείρουν. Αξιολογούμε καταστάσεις και συμπεριφορές, ελέγχουμε τις δικές μας αντιδράσεις και ζούμε με αυτό. Έτσι, επέρχεται και η χαμένη ψυχική μας υγεία. Γιατί σε κάθε τόσο βίαια απρόσμενη συνθήκη, βγαίνεις νικητής μόνο μέσα από την αυτοπειθαρχία. Ένα θέμα υγείας, μια απόλυση, ο παραπάνω άδικος χωρισμός ή μια εξαφάνιση από μια καλή (μέχρι πριν) επικοινωνία, χρειάζονται αυτό ακριβώς το στοιχείο. Κι έτσι, ακόμα και να μην μπορείς να ελέγξεις την έκβασή τους, ζεις μ’ αυτά και προχωράς πέρα απ’αυτά.

Αντί να είσαι παρών στη ζωή σου κα να μην είσαι ταυτόχρονα, αντί να υποβάλλεις τον εαυτό σου σε ένα μαρτύριο που θα λειτουργήσει ανασταλτικά στη χαρά που -δε- βιώνεις, αρκεί να μένεις πλάι σε ό,τι σε κρατάει, σε φυλακίζει και σε πονάει, μάθε να βρίσκεις τις δικλείδες για να μη σε επηρεάζει τόσο. Να ελέγξεις πόσο σε ελέγχει. Γιατί, τελικά, σημασία έχει τι επιτρέπουμε να μας ταλαιπωρεί. Όλα είναι σκέψεις που άλλοτε τους δίνουμε έκταση για να μας κάνουν να υποφέρουμε και άλλοτε, τις αφήνουμε να υπάρξουν χωρίς καμία έμφαση κι ενδιαφέρον. Και τότε, μαγικά, παύουν να υπάρχουν. Ή, τουλάχιστον, παύουμε εμείς να τις προσέχουμε.

Συντάκτης: Αλεξάνδρα Τσότσου