Μελαγχολία. Ένα κοινό συναίσθημα που –μεταξύ μας– όλοι έχουμε νιώσει κάποτε στη ζωή μας. Καμιά φόρα πιο έντονα, άλλες σταδιακά και σχετικά ανώδυνα. Αυτό το συναίσθημα που δεν ξέρεις πώς ακριβώς να το περιγράψεις. Που σε κάνει να μη θέλεις να κάνεις τίποτα, να γίνεις αυτοκόλλητος με το κρεβάτι σου και να κοιμάσαι όλη μέρα. Νιώθεις για λίγο καλά. Ίσως κάνοντας μια βόλτα. Ξεχνιέσαι με ένα χάδι στο κατοικίδιό σου. Ανακουφίζεσαι με μια ωραία συζήτηση. Αλλά, λίγο αργότερα, η κατρακύλα ξεκινάει ξανά.

Όχι, δεν είναι αρχές κατάθλιψης. Δε μιλάμε για κάτι τόσο σοβαρό. Μοιάζει περισσότερο με ένα χάσιμο, σαν μην ξέρεις ποια είναι η ταυτότητά σου, ποιες οι επιθυμίες κι οι ανάγκες σου. Πλέον ακολουθείς ένα πατρόν και δεν απολαμβάνεις το τι κάνεις. Μια φάση μπερδεμένη, μια κατάσταση δύσκολη -τόσο για τους γύρω σου, όσο και για εσένα. Δεν προσεγγίζεσαι πια εύκολα. Εύκολα, όμως, θυμώνεις με τα πάντα. Και κλείνεσαι στον εαυτό σου.

Πολλοί θα φύγουν. Ίσως κι οι περισσότεροι. Πολλοί θα σε κατηγορήσουν ότι απομακρύνθηκες. Επειδή δε σε καταλαβαίνουν. Βλέπεις, επειδή είσαι δήθεν καλά, πρέπει να μην έχεις προβλήματα. Επειδή, βλέπεις, είσαι από αυτά τα άτομα, που δε θα χάσουν το χαμόγελό τους, που θα προσπαθούν να κάνουν τους άλλους καλά.

Κι ας πιέζονται μέσα τους πολύ κι από παντού. Μπορεί η πίεση να ‘ρχεται απ’ τη δουλειά. Ίσως απ’ τη σχολή και την επιδίωξη του πτυχίου. Ίσως ακόμα κι από κάποιο πρόβλημα υγείας που μπορεί να αντιμετωπίζεις. Ίσως να ‘ναι κι όλα μαζί. Είναι αυτά που εύκολα μπορούν να σε στριμώξουν, να σε αγχώσουν, να σε απογοητεύσουν. Κι η διάθεσή σου ξεκινάει να ‘χει παράξενες εναλλαγές. Κι εσύ ο ίδιος γίνεσαι πιο οξύθυμος, πιο περίεργος, πιο ιδιότροπος.

Αλλά ίσως να μη θες βοήθεια από άλλους, να χρειάζεσαι απλά κάποιον να αντιληφθεί τη σιωπή σου. Κάποιον να αποκρυπτογραφήσει τα σκοτάδια σου. Κι ίσως αυτός ο κάποιος να μην είναι κανένας άλλος πέρα από εσένα. Το ‘χεις σκεφτεί πότε; Πως η επίλυση κάθε προβλήματός μας είμαστε εμείς οι ίδιοι; Και στην προκείμενη περίπτωση, στην περίπτωση που έχεις αρχίσει να χάνεις τον εαυτό σου, δεν έχεις πολλές επιλογές.

Προσπαθείς ξανά και ξανά μέχρι να καταστραφείς εντελώς ή να πετάξεις. Ή, πολύ απλά, το παίρνεις απόφαση και τα παρατάς. Φεύγεις και ξεχνάς τα πάντα σαν ένα κακό όνειρο. Και στις δυο περιπτώσεις είσαι νικητής. Επειδή τόσο το να βάζεις τον εαυτό σου απόλυτα σε κάτι όσο και το να κλείνεις μια πόρτα, είναι εξίσου δύσκολο. Η συγκεκριμένη κατάσταση δεν επιζητεί μέτριες λύσεις. Και δεν πρέπει να την πολυσκεφτείς. Είναι καιρός να πάρεις την κατάσταση στα χέρια σου.

Θα δοθείς απόλυτα, προσπαθώντας εσύ ο ίδιος να διορθώσεις τις συνθήκες. Θα προσπαθήσεις ξανά, κι ας ξέρεις το πιθανό αποτέλεσμα. Θα διορθώσεις αυτό το θέμα στη δουλειά. Θα αφοσιωθείς κι άλλο στο πτυχίο σου. Δε θα αφήσεις αυτό το πρόβλημα υγείας να σε επηρεάσει. Θα διεκδικήσεις αυτόν τον άνθρωπο στη ζωή σου. Μέχρι να τον κάνεις δικό σου. Επειδή φανταστικές το τέλειο μαζί του.

Ή θα τα παρατήσεις όλα. Θα αφήσεις τη σχολή για να κάνεις αυτό που σου αρέσει. Θα υποβάλεις την παραίτησή σου την επόμενη κιόλας ήμερα. Θα ξεχάσεις αυτό το πρόσωπο. Θα αποδεχτείς πως ο κύκλος σας τελείωσε, και μάλλον δεν υπήρξε τίποτα παραπάνω από ένα όνειρο. Θα τραβήξεις μια γραμμή σε ό,τι σε ενοχλεί. Σε ό,τι σε βυθίζει μέσα σε αυτό το συναίσθημα της μελαγχολίας, και θα ξεκινήσεις πάλι απ’ την αρχή, με άλλες πλέον συντεταγμένες.

Καμία απ’ τις δύο λύσεις δεν είναι εύκολη. Δε θα ‘πρεπε, εξάλλου, και να είναι. Αφού εδώ δε χωράει το μέτριο. Επιζητούμε το ακραίο για να το επιλύσουμε οριστικά. Και ποια απ’ τις δύο λύσεις είναι καλύτερη; Αυτό αφορά τη δύναμη που έχει ο καθένας.

Για ‘μένα ήρθε καιρός να παραδεχτώ πως όλα τελείωσαν. Ίσως μπήκα τόσο στο χάος που η μόνη αποφυγή του πλέον είναι η ολική στροφή. Ό,τι και να κάνετε, να θυμάστε πως η ευτυχία σας περιμένει, και πως όλα θα πάνε καλά!

 

Συντάκτης: Νταϊάνα Κραέτε
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη