Πολλές είναι οι φορές που μου έρχεται στο μυαλό μια κουβέντα της Μελίνας Μερκούρη στον Γιώργο Δουατζή, σε εκείνο το καταπληκτικό πορτρέτο που της είχε επιμεληθεί για την ΕΡΤ, στις αρχές της δεκαετίας του 90.

Μιλώντας για τα παιδικά της χρόνια, που έζησε στο σπίτι του παππού της, ο οποίος ήταν Δήμαρχος Αθηναίων, περιέγραφε ένα σπίτι που ήταν πάντοτε γεμάτο από κόσμο και τραπεζώματα, αλλά χωρίς χρήματα.

«Ήταν ντροπή να έχουμε χρήματα!» έλεγε και κάπως έτσι ξετύλιγε και τη δική της σχέση με το χρήμα καθ όλη τη διάρκεια της ζωής της.

Σα να λέμε, το χρήμα ή θα το συλλέγεις ή θα το σκορπάς, εξαντλώντας με τον πλησίον τις ανέσεις που προσφέρει.

Κι ο λόγος που θυμάμαι τα λόγια αυτά συχνά, είναι γιατί δεν είναι λίγες οι φορές που τελειώνοντας άσχημα μια σχέση γνωστών, ανάμεσα σε όλες τις κατηγορίες και τα ξεκατινιάσματα, ακούγονται και τα κουτσομπολιά πως ο ένας έφαγε λεφτά από τον άλλον, ο οποίος τον ξελάσπωσε σε κάποιο χρέος που είχε, που του έκοβε μισθό, σε αυτόν που τον επέλεξε ακριβώς για αυτή του την οικονομική άνεση.

Ναι, στις αρχές κάθε σχέσης μέσα σε όλα όσα γιγαντώνονται μέσα μας, περιλαμβάνεται και το στοιχείο της γενναιοδωρίας.

Και πολύ ειλικρινά κι αυθεντικά, ο άλλος δε λογαριάζει την ύλη μπροστά σε αυτά τα ουσιαστικά και μεγάλα συναισθήματα, που ζει και μοιράζεται.

Αλλά επειδή το «ποτέ» και το «πάντα» δεν υπάρχει ούτε και στα παραμύθια, το στοιχείο της γενναιοδωρίας αντικαθίσταται από τη θυματοποίηση του γενναιόδωρου εξαπατημένου εραστή, όταν η σχέση τελειώνει.

Προσπερνάμε την εξαίρεση του κανόνα, όπου όταν κάποιος προσφέρει κάτι το κάνει συνειδητοποιημένα και δεν ζητάει ποτέ ευθύνες από αυτόν που ευεργέτησε.

Αυτόν που δεν βλέπει τους ανθρώπους ως επένδυση, όπου πληρώνει με εκείνη την ανιδιοτέλεια που αποδεικνύεται στο τέλος ότι πάντα πρόσταζε ένα πανικόβλητο «Αγάπα με».

Αυτόν που θα μιλήσει για δέκα χιλιάδες κουσούρια του άλλου στο τέλος, που θα τον πει αχάριστο για χίλιες διακόσιες αφορμές τύπου «έκανα την ομελέτα του όπως την ήθελε καλύτερα κι από τη μάνα του και δεν μου το αναγνώριζε» αλλά ποτέ για όποια βοήθεια υλική δέχτηκε.

Και ας περάσουμε στους άλλους.

Αυτούς που οικειοθελώς θα λένε πως «θυσιάστηκαν» για αυτόν τον έρωτα.

Γιατί βρε άνθρωπε, ποιος σου είπε πως με το που γνώρισες τον άνθρωπο των ονείρων σου, -και αν όχι των ονείρων σου αυτόν που είσαι σίγουρος πως θα περάσεις τη ζωή σου μαζί του-, ότι όλη αυτή η χαρά θα κρατήσει για πάντα;

Και σου το εύχομαι να κρατούσε για πάντα.

Τόσο πολύ είχε δοκιμαστεί η σχέση σας όταν έπαιρνες δάνειο στο όνομα σου για την επιχείρηση του ή έμπαινες εγγυητής;

Όταν σου ζητούσε δανεικά για τα φορολογικά ζητήματα που προέκυπταν ή για το απρόβλεπτο τρακάρισμα και εσύ έλεγες «Και το ρωτάς αγάπη μου, μεταξύ μας, δανεικά; Πάρε ό,τι χρειάζεσαι και τα βρίσκουμε αλλιώς»

Όλοι μας έχουμε ακούσει τέτοιες ιστορίες «αχαριστίας».

Σκέφτομαι λοιπόν σε τέτοιες περιπτώσεις τα εξής: «Είναι ντροπή τα χρήματα».

Κι αν θες να ανταμείψεις υλικά τον σύντροφο σου, κάνε δώρα.

Το δώρο είναι δώρο και όταν το επιλέγεις βάζεις αγάπη από την ματιά σου.

Και στο σύμπαν δεν καταγράφεται καμία δοσοληψία – συναλλαγή σαν να είναι ο άλλος υπάλληλος.

Είτε είναι αντικείμενο, είτε είναι εισιτήρια για ένα ταξίδι.

Και δυστυχώς επειδή το θέμα είναι ταξικό, μην προχωράς σε καμία σχέση, ερωτική ή φιλική αν υπάρχει περίπτωση η εισοδηματική ανισότητα να σε ενοχλήσει στο μέλλον, εφόσον τώρα δεν σκοπεύεις να αλλάξεις τις κοσμικές σου συνήθειες σε βαθμό στερητικό.

Είναι θέμα δικής σου αξιοπρέπειας να υπερασπίζεσαι την επιλογή σου, να προσκαλείς τον καινούριο άνθρωπο της ζωής σου να υιοθετήσει τις συνήθειες αυτές, ακόμα και όταν δεν θα βρίσκεται πια στη ζωή σου.

Συντάκτης: Κωνσταντίνος Μάξιμος