Ο Πάμπλο Πικάσο, ο Ισπανός ζωγράφος που άλλαξε για πάντα την ιστορία της τέχνης. Ο άνθρωπος που ανακάλυψε τον κυβισμό, που διέλυσε και ξανάχτισε τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο πάνω σε έναν καμβά. Μια ιδιοφυΐα, ένας μύθος του 20ού αιώνα. Μα πίσω από τα χρώματα, τα σχήματα και τα αριστουργήματα, υπήρχε κι ένας άντρας με μια σκοτεινή πλευρά. Με τις γυναίκες του υπήρξε λατρευτικός, απαιτητικός, χειριστικός. Κάποιες έγιναν μούσες του, άλλες θύματά του. Δύο από αυτές δεν άντεξαν και αυτοκτόνησαν. Κι όμως, υπήρξε μία που τον κοίταξε στα μάτια και διάλεξε τον εαυτό της. Η μόνη γυναίκα που τόλμησε να τον αφήσει και να σταθεί ξανά στα πόδια της. Το όνομά της; Françoise Gilot.

Ήταν το 1943, σε ένα καφέ στο Παρίσι, όταν γνωρίστηκαν. Εκείνη, μόλις 21 ετών, φοιτήτρια τέχνης, με βλέμμα που έβλεπε πέρα από τα όρια του καμβά και με ζωγραφιές γεμάτες τολμηρά χρώματα και αφηρημένα σχήματα. Εκείνος, 62, ήδη θρύλος. Ο Πάμπλο Πικάσο, ο άντρας που είχε κάνει την τέχνη του θεό και τον εαυτό του κάτι παραπάνω. Παντρεμένος τότε με τη Ρωσίδα χορεύτρια μπαλέτου Olga Khokhlova, μπήκε στη ζωή της Françoise Gilot σαν θύελλα. Εκείνη τον θαύμαζε, εκείνος τη θαύμαζε εξίσου, μα αλλιώς, τη λάτρευε ως τη νέα του «μούσα», το φρέσκο αίμα που θα ξανάφτιαχνε τον κόσμο του.
Η τέχνη τους ένωσε. Στην αρχή, κράτησαν τη σχέση τους μυστική, σχεδόν ιερή, σαν να προσπαθούσαν να κρύψουν μια φωτιά μέσα σε δωμάτιο χωρίς αέρα. Εκείνος έβρισκε στην Gilot τη νιότη που πίστευε πως έχανε, κι εκείνη στον Πικάσο την απόδειξη πως η δημιουργικότητα μπορεί να είναι ερωτεύσιμη. Μόνο που εκείνη δεν ήταν σαν τις άλλες. Είχε ευφυΐα, αυθορμητισμό, μια σπίθα που δε λύγιζε. Και αυτό, όσο κι αν τον μάγευε, τον τρόμαζε εξίσου γιατί για πρώτη φορά, ο Πικάσο συνάντησε μια γυναίκα που μπορούσε να τον καταλάβει… αλλά και να τον αντικρίσει ως ίση.

Μετά από λίγα χρόνια, η Françoise Gilot άφησε πίσω της το δικό της μικρό διαμέρισμα και μετακόμισε με τον Πάμπλο Πικάσο. Μαζί απέκτησαν δύο παιδιά, τον Claude και την Paloma, δύο ζωές που γεννήθηκαν μέσα σε έναν κυκλώνα έμπνευσης και εγωισμού. Για μια δεκαετία, εκείνος προσπάθησε να την ελέγξει όπως έκανε πάντα. Ο Πικάσο δεν ήταν βίαιος με τα χέρια του, αλλά ήξερε πολύ καλά να πληγώνει με τις λέξεις του. Είχε τον τρόπο να σε κάνει να αμφιβάλλεις για τον εαυτό σου, να πιστεύεις πως χωρίς εκείνον δεν υπάρχεις.
Την αποκαλούσε ειρωνικά «η γυναίκα που λέει όχι», γιατί δεν είχε μάθει να του λένε όχι. Είχε συνηθίσει τις γυναίκες να υποτάσσονται στη μεγαλοφυΐα του, να γίνονται προεκτάσεις του πινέλου του. Η Gilot όμως δεν ήταν φόντο, ήταν καμβάς από μόνη της. Είχε όνειρα, είχε άποψη, είχε φωνή. Εκείνος έβαζε πάντα το εγώ του πάνω απ’ όλα, εκείνη άρχισε να καταλαβαίνει πως κάθε του «σ’ αγαπώ» έκρυβε τη φράση «μου ανήκεις».
Όταν της ανέφερε ότι «οι όμορφες γυναίκες δεν μπορούν να γίνουν ζωγράφοι», κάτι μέσα της άρχισε να σπάει. Κατάλαβε πως έπρεπε να σωθεί, όχι μόνο για την τέχνη της, αλλά για την ίδια της την ύπαρξη. Γιατί μερικές φορές, για να συνεχίσεις να δημιουργείς, πρέπει πρώτα να μάθεις να φεύγεις.

Το 1953, στα 31 της, η Françoise Gilot έκανε αυτό που καμία άλλη δεν τόλμησε: μάζεψε τα πράγματά της, πήρε τα δύο μικρά τους παιδιά και κουρασμένη πλέον από τις σχέσεις, τις συμπεριφορές και τις καταχρήσεις του, έφυγε. Δέκα χρόνια σχέσης με τον Πάμπλο Πικάσο είχαν αφήσει πίσω τους έρωτα, τέχνη και πληγές κι εκείνη ήξερε πως για να σωθεί, έπρεπε να φύγει. Όταν έμαθε πως τον εγκατέλειψε, εκείνος είπε το αμίμητο: «Καμιά γυναίκα δεν εγκαταλείπει έναν άντρα σαν κι εμένα.» Ήταν ερωτευμένος μαζί της, μα δεν άντεξε την απόρριψη. Κανείς δεν τον είχε απορρίψει ποτέ.
Κι όπως συμβαίνει συχνά με τους άντρες που δεν αντέχουν να χάσουν τον έλεγχο, τη “τιμώρησε”. Της έκλεισε πόρτες, έβαλε φίλους του να αποσύρουν την υποστήριξή τους, απαγόρευσε σε γκαλερί να εκθέτουν έργα της. Όταν εκείνη παντρεύτηκε ξανά και έκανε παιδί με άλλον άντρα, η οργή του φούντωσε. Της είπε: «Ακόμα κι αν νομίζεις ότι αρέσεις στον κόσμο, θα είναι μόνο από περιέργεια για μια γυναίκα που άγγιξε τη ζωή μου.»

Μα η Gilot δε λύγισε. Συνέχισε να ζωγραφίζει και το 1964 εξέδωσε το βιβλίο της “Life with Picasso”. Εκείνος προσπάθησε να το απαγορεύσει τρεις φορές, μάταια. Το βιβλίο έγινε σύμβολο θάρρους. Γιατί εκείνη δεν ήταν πια «η γυναίκα του Πικάσο», ήταν η γυναίκα που τον εγκατέλειψε και βρήκε ξανά τη δική της φωνή.
Μετά τον χωρισμό της, η Françoise Gilot άφησε πίσω της τη Γαλλία και όλα όσα την πλήγωσαν. Πέρασε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, στη Βόρεια Αμερική, για να χτίσει ξανά τη ζωή της. Αυτή τη φορά, χωρίς να βρίσκεται στη σκιά κανενός. Εκεί, η τέχνη της βρήκε το κοινό που της άξιζε. Συνέχισε να ζωγραφίζει μέχρι τα βαθιά της γεράματα, γεμίζοντας τον κόσμο με φωτεινά, θαρραλέα χρώματα. Το 1970 παντρεύτηκε τον Jonas Salk, τον άνθρωπο που ανακάλυψε το εμβόλιο για την πολιομυελίτιδα, έναν άντρα που, σε αντίθεση με τον Πικάσο, τη θαύμαζε χωρίς να την περιορίζει. Ήταν δύο διαφορετικά είδη ιδιοφυΐας. Εκείνος έσωζε ζωές, εκείνη ζωγράφιζε τον τρόπο που αξίζει να τις ζεις.
Το 2021, σε ηλικία 100 ετών, ο πίνακάς της “Paloma à la Guitare” που είχε ζωγραφίσει για την κόρη της, πουλήθηκε για 1,3 εκατομμύρια δολάρια. Η στάση της απέναντι στον Πικάσο έμεινε πάντα ρεαλιστική, χωρίς μίσος, χωρίς εξιδανίκευση. Τον αναγνώριζε ως καλλιτέχνη, όχι ως Θεό. Η Françoise Gilot έφυγε στις 6 Ιουνίου 2023, στα 101 της, κρατώντας στα χέρια της το πινέλο που δεν άφησε ποτέ. Η ιστορία της είναι μάθημα δύναμης, μια υπενθύμιση πως ακόμη κι αν στέκεσαι δίπλα σε έναν μύθο, η δική σου φωνή αξίζει να ακουστεί. Εκείνος μπορεί να ζωγράφισε τον κόσμο. Εκείνη, όμως, είχε το θάρρος να τον σβήσει από τον δικό της. Ίσως όλες μας έχουμε υπάρξει λίγο Gilot, γυναίκες που αγάπησαν κάτι δυνατό, αλλά έπρεπε να φύγουμε για να θυμηθούμε ποιες είμαστε
