Ο επίσημος ορισμός του πόνου όπως διδάσκεται στα πανεπιστήμια ιατρικών και παραϊατρικών σπουδών είναι ο εξής: «ο πόνος είναι ένα ερέθισμα αισθήματος απομάκρυνσης». Αυτός είναι ο γενικός ορισμός που πρακτικά πρέπει να συμπεριλαμβάνει και τον ψυχολογικό πόνο.

Το αίτιο άγνωστο, μα στον ψυχολογικό πόνο παρόλο που μπορεί να δεχόμαστε πληθώρα ερεθισμάτων που μας τρέπουν σε φυγή για να προστατευτούμε εμμένουμε να τα δεχόμαστε φαινομενικά ανεπηρέαστοι. Αφού λοιπόν όταν πονάμε νιώθουμε την ανάγκη απομάκρυνσης γιατί μας είναι τόσο δύσκολο να φύγουμε από την εστία του; Γιατί μένουμε;

Όταν ξαφνικά απομακρυνθούμε από την εστία που παράγει τα ερεθίσματα που ευθύνονται για τον υποδόριο πόνο, είτε που θα βιώσουμε όλον τον πόνο μαζεμένο, είτε που βιώνοντας την αγαλλίαση θα αντιληφθούμε για πρώτη φορά πως τόσον καιρό κάτι μας ενοχλούσε. Όπως και να ‘χει η συνειδητοποίηση θα έρθει με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Το θέμα είναι το μετά, ξεχνάμε πολύ εύκολα την αίσθηση του πόνου, την κατάσταση που βιώναμε, τις σκέψεις που κάναμε και το πόσο βάναυσο ήταν για τον ψυχισμό μας κάτι τέτοιο.

Πόνος που προκαλούμε στον εαυτό μας απλά γιατί δεν μπορούμε να του επιτρέψουμε να είναι ευτυχισμένος, πόνος που προκύπτει από τον μονόπλευρο έρωτα, πόνος που προκύπτει από την αίσθηση της μοναξιάς, πόνος που ξεπηδά από χτυπήματα στις ανασφάλειές μας. Η όποια διάρκεια έχουν όλα αυτά τα είδη πόνου οφείλονται σ’ ένα μόνο πράγμα· στον ελαττωματικό μας υποδοχέα για το αντανακλαστικό του ψυχικού πόνου.

Στον καθαρά σωματικό πόνο υπάρχουν αλγοϋποδοχείς που μετατρέπουν την αίσθηση άλγους σε ηλεκτρικό ρεύμα ώστε να φτάσει στον εγκέφαλο το μήνυμα που θα μεταφραστεί και θα προειδοποιήσει τον οργανισμό πως κάτι πάει λάθος. Όταν αυτός ο μηχανισμός υπολειτουργεί και τα ερεθίσματα δε μεταφέρονται δε μας γνωστοποιείται πως υπάρχει δυσλειτουργία, συνεπώς δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για την καταστροφή που προκαλείται εν αγνοία μας. Το σώμα μας θα μας ειδοποιήσει τότε με άλλους τρόπους όταν η κατάσταση φτάσει σε ακραίο στάδιο π.χ. τοπικό κοκκίνισμα, μαύροι μώλωπες, δυσωδία κ.ά.

Φεύγοντας από το ιατρικό κομμάτι, κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και στις συναισθηματικές πληγές που μας γίνονται αντιληπτές μόνο όταν κάτι μέσα μας έχει σαπίσει και μας ειδοποιεί έμμεσα για την παρούσα ανωμαλία – δεδομένου ότι στο σενάριο που εξετάζουμε έχουμε ανοσία στον πόνο. Το σάπιο κομμάτι δεν μας ενοχλεί καθόλου, όταν αυτό πρέπει να αποβληθεί, να καθαριστεί η πληγή και να αναρρώσουμε πονάει περισσότερο.

Αυτό είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι· η ανάρρωση. Η επάνοδος στο υγιές, στο φυσιολογικό. Το να συνηθίσεις την ουλή και να προχωράς χωρίς να σε πονάει όταν κάποιος ή κάτι θα ακουμπήσει πάνω της. Κι αυτό το κομμάτι θα μπορούσε να αποφευχθεί αν απλά αφήναμε τον εαυτό μας ελεύθερο από τα δεσμά του πόνου που συνειδητά επιλέγουμε να ενδυθούμε.

Γιατί όλη αυτή η υπομονή που επενδύουμε σε μια αρρωστημένη κατάσταση, η αντοχή μας σε καταστάσεις που μας εξουθενώνουν, είναι επιλογές συνειδητές. Δεν είναι όμως επιλογές που μπορούν να μας λυτρώσουν. Ίσα-ίσα η ανοχή μας στερεί την ηρεμία της ευτυχίας, παρά μας την προσφέρει. Ο πόνος είναι ωμός, δε συνοδεύεται από επίθετα και επιθετικούς προσδιορισμούς· δεν υπάρχει «γλυκός πόνος», ο μόνος γλυκός πόνος είναι σωματικός κι είναι αυτός της γέννας.

Ψυχικός πόνος λοιπόν, ένας Γολγοθάς που δε χρειάζεται να ανέβεις αφού εκ των προτέρων ξέρεις ότι στην κορυφή του βρίσκεται γκρεμός που σε στέλνει κατευθείαν στα Τάρταρα.

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαγδαληνή Μαρία Παπάζογλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου