Υπάρχει, ξέρετε, μια δύναμη που δε φαίνεται στις στατιστικές. Δεν είναι το τρίποντο, ούτε το τάιμ-άουτ που έκρινε τον αγώνα. Δεν είναι το σφύριγμα του διαιτητή ή η ανάλυση των «ειδικών». Είναι όμως εκείνη η στιγμή που ένας αθλητής, κουρασμένος, ιδρωμένος, ταλαιπωρημένος, λυτρωμένος, γυρίζει το βλέμμα του μακριά από τα φώτα και το στρέφει σε κάτι απλό, μα ακατανίκητο: στην οικογένειά του.

«Τα παιδιά μου και η γυναίκα μου είναι η δύναμή μου. Είναι ο πυλώνας μου. Η γυναίκα μου είναι το στήριγμά μου, αυτή που βάζει πλάτη, για να κάνω αυτό που αγαπάω. Πραγματικά την ευχαριστώ. Είμαι χαρούμενος που τις έχω εδώ και το ζούμε όλοι μαζί», είπε ο Παπανικολάου, και ξαφνικά το παιχνίδι απέκτησε άλλο νόημα. Γιατί όσα κι αν καταφέρεις, αν δεν έχεις έναν άνθρωπο να τα μοιραστείς – όσο κι αν ακούγεται κοινότυπο – μένουν κενά, σαν γήπεδο άδειο από κόσμο.

 

 

Η αλήθεια, αγαπημένοι μου, είναι πως ζούμε σε εποχές που η λέξη «οικογένεια» πολλές φορές γίνεται παρεξηγημένη. Άλλοτε ως κοινωνικό στερεότυπο, άλλοτε ως πρόσχημα, άλλοτε ως βάρος. Κι όμως, μέσα στην αυθεντική της μορφή, δεν είναι τίποτα άλλο από το «σπίτι» που κουβαλάς παντού. Δεν έχει σημασία αν μιλάμε για σύζυγο και παιδιά, για γονείς, για φίλους που έγιναν αδέλφια, για εκείνο το ένα άτομο που σε κοιτάει και σου θυμίζει ποιος είσαι όταν εσύ το ξεχνάς. Η οικογένεια, με όποια μορφή κι αν την επιλέξει κανείς, είναι το «χειροκρότημα» που δεν τελειώνει ποτέ, ακόμα κι όταν χάσεις. Είναι ο λόγος που σηκώνεσαι μετά την ήττα, που τολμάς να παίξεις ξανά, που αντέχεις να μπεις στο «παρκέ» ενώ ξέρεις ότι ο αγώνας είναι άνισος.

Και κάπου εδώ μπαίνει το ερώτημα: έχουμε άραγε όλοι έναν τέτοιον πυλώνα; Ή μήπως αρκεστήκαμε σε σχέσεις της βιτρίνας, σε «δέσιμο» που λυγίζει στην πρώτη δυσκολία; Πόσες φορές αναζητήσαμε την αληθινή βάση της ζωής μας εκεί που υπήρχε μόνο προσωρινό καταφύγιο; Ο Παπανικολάου δε μίλησε για νούμερα, τίτλους, στατιστικά. Μίλησε για κάτι πιο δυνατό: την αγκαλιά που του δίνει λόγο να παίζει. Και αυτό, αν με ρωτάτε, είναι το μεγαλύτερο μάθημα: δε χρειάζεται να είσαι αθλητής για να το καταλάβεις. Χρειάζεται μόνο να θυμηθείς ποιος είναι αυτός που, ό,τι κι αν γίνει, θα σε περιμένει στις κερκίδες της ζωής σου.

Και ξέρετε ποιο είναι το πιο συγκινητικό; Ότι αυτοί οι πυλώνες δε δείχνουν ποτέ τη δύναμή τους την πραγματική στις φωτογραφίες. Δεν είναι τα likes, ούτε οι τίτλοι στα πρωτοσέλιδα. Είναι στις μικρές καθημερινές στιγμές: στο ποτήρι νερό που θα σου φέρει ο άνθρωπός σου όταν γυρίσεις κουρασμένος, στο «είμαι εδώ» που ακούγεται πιο δυνατά κι από το πιο γεμάτο γήπεδο. Αυτές οι στιγμές είναι που γράφουν την πραγματική βιογραφία μας – όχι τα βραβεία.

Αντίθετα, σε μια εποχή που όλα μετριούνται σε followers και trends, το να ανήκεις κάπου αληθινά είναι επανάσταση. Το να πεις «αυτός είναι δικός μου άνθρωπος» δεν είναι δεδομένο, είναι επιλογή. Και το πιο σημαντικό; Είναι αμοιβαίο. Γιατί ένας πυλώνας δε στέκεται ποτέ μόνος. Χρειάζεται τα στηρίγματά του ώστε να κρατιέται όρθιος.

Κι αν δεν τον έχετε βρει ακόμα. Ίσως ήρθε η ώρα να αναρωτηθείτε όχι ποιος λείπει, αλλά εάν εσείς έχετε χτίσει το έδαφος για να σταθεί ένας τέτοιος άνθρωπος δίπλα σας. Γιατί στο τέλος, η ζωή δε μετριέται με νίκες και ήττες. Μετριέται με βλέμματα σαν κι αυτό που αντάλλαξε εκείνη τη στιγμή ένας παίκτης με την οικογένειά του. Και αυτά τα βλέμματα, όσο κι αν ιδρώσεις, δεν αγοράζονται. Χτίζονται όμως, μέρα με την ημέρα. Γιατί η μεγαλύτερη διάκριση δεν είναι τα μετάλλια, είναι κάπου εκεί έξω, να σε περιμένει το δικό σου «πρωτάθλημα»…

Συντάκτης: Φραγκούλα Χατζηαγόρου