Από μικρή ακολούθησα ένα επάγγελμα που ούτε ήξερα τι είναι ούτε τι εξυπηρετεί. Το αποφάσισαν οι γονείς μου, γιατί, ως γνωστόν, εκείνοι ξέρουν καλύτερα. Μόνο που στην πορεία κατάλαβα πως άλλο να ξέρεις τι σου ταιριάζει κι άλλο να κάνεις αυτό που «βολεύει». Έτσι βρέθηκα σε μια δουλειά που έμοιαζε περισσότερο με τυφλό ραντεβού, μπαίνεις χωρίς να ξέρεις τίποτα και απλώς ελπίζεις να σου βγει.

Στα 23 μου, με την παρότρυνση φίλων, μπήκα στον εθελοντισμό της δασοπροστασίας και της δασοπυρόσβεσης. Εκεί, τουλάχιστον, ήξερα τι κάνω, τρέχω πίσω από φλόγες με μια στολή που ζυγίζει όσο δύο βαλίτσες Ryanair και προσπαθώ να μην καώ. Παρά την… extreme φύση της εμπειρίας, αυτό ήταν το πρώτο πράγμα που με γέμισε αληθινά. Δεν πιστεύω ότι θα γίνει ποτέ επάγγελμα για μένα, αλλά σίγουρα είναι η καλύτερη “εκπαίδευση ζωής”.Αν μπορείς να σταθείς μπροστά σε μια φωτιά, μπορείς να σταθείς και απέναντι στα υπόλοιπα.

Και τότε ήρθαν οι καλεσμένοι που δεν περίμενα. Όχι φίλοι, ούτε συγγενείς. Ήρθαν δύο αυτοάνοσα, το ένα έκζεμα και το άλλο ευερέθιστο έντερο, τα οποία μπήκαν στη ζωή μου με τη χάρη που μπαίνει γάτα σε κουζίνα, χωρίς να ρωτήσει. Ξαφνικά, βρέθηκα να ζω με φαγούρες, πόνους και περιορισμούς που ούτε φανταζόμουν. Δε θα το κρύψω, με έριξε. Έχασα τον εαυτό μου, λειτουργούσα μηχανικά, σαν να πατούσα το κουμπί «autopilot». Μόνο που το autopilot είχε χαλάσει και με έστελνε συχνά σε τοίχο.

Εκεί μπήκε στη ζωή μου η ψυχοθεραπεία. Στην αρχή πήγα με καχυποψία («θα μιλάω εγώ και θα πληρώνω;»), αλλά στην πορεία κατάλαβα πως ήταν από τα πιο ουσιαστικά δώρα που έκανα στον εαυτό μου. Με βοήθησε να καταλάβω ότι δε χρειάζεται να είμαι σούπερ-ήρωας, ότι είναι εντάξει να κουράζομαι, και κυρίως ότι δε χρειάζεται να σώζω πάντα τους άλλους για να αξίζω. Καμιά φορά πρέπει να σώζεις και τον εαυτό σου.

Και μέσα σε όλα αυτά, σαν να λέμε το κερασάκι στο τουρτάκι, γνώρισα ανθρώπους που με στηρίζουν και με αγαπούν. Εκείνους που με στηρίζει σε κάθε βήμα, που δεν τους τρόμαξαν ούτε τα αυτοάνοσα ούτε τα «down» μου. Μαζί γελάμε, γκρινιάζουμε, κάνουμε σχέδια, και κυρίως περπατάμε δίπλα-δίπλα. Γιατί τελικά αυτό είναι που μετράει. Όχι να τα έχεις όλα λυμένα, αλλά να έχεις κάποιον που θα κρατάει τον φακό όταν περνάς από τα σκοτεινά μονοπάτια.

Σήμερα δεν μπορώ να πω ότι βρήκα το επαγγελματικό μου «κάλεσμα» ή ότι έλυσα όλα τα μυστήρια της ζωής. Αλλά έμαθα ότι δε χρειάζεται να έχεις όλες τις απαντήσεις. Αρκεί να έχεις λίγη αυτογνωσία, λίγη δόση χιούμορ (γιατί αλλιώς δε βγαίνει) και τους σωστούς ανθρώπους δίπλα σου.

Αν κάτι κρατάω από όλη αυτή τη διαδρομή, είναι πως οι φωτιές, είτε είναι στα βουνά είτε μέσα μας, σβήνουν πιο εύκολα όταν δεν τις αντιμετωπίζεις μόνος.

Συντάκτης: Ράνια Λιάσκου
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη