Κάποτε, η κατοχή του τελευταίου iPhone ή Samsung ήταν status symbol. Το «έξυπνο» κινητό υποσχόταν τα πάντα: άμεση επικοινωνία, παραγωγικότητα, φωτογραφίες επιπέδου DSLR, ψυχαγωγία, dating, ενημέρωση, όλα στην παλάμη σου. Δέκα χρόνια μετά, η ίδια συσκευή που μας συνέδεσε με τον κόσμο, μας έχει αποσυνδέσει από τον εαυτό μας.

Γι’ αυτό και σήμερα, όλο και περισσότεροι ενήλικες —κυρίως millennialς, η γενιά που ενηλικιώθηκε μαζί με τα social media— αποφασίζουν να κάνουν κάτι αιρετικό: να αφήσουν πίσω το smartphone τους και να επιστρέψουν στα dumbphones. Δηλαδή, στα παλιά, απλά κινητά, εκείνα που κάνουν μόνο τα βασικά: κλήσεις και μηνύματα. Άντε και κανένα φιδάκι.

Η πανδημία, η απομόνωση και η μετάβαση στην online καθημερινότητα μάς άφησαν εθισμένους στις οθόνες. Η μέση χρήση smartphone ξεπερνά χαλαρά τις 4 ώρες την ημέρα— χωρίς να υπολογίζονται οι ώρες υπολογιστή. Το αποτέλεσμα; Ένας διαρκής θόρυβος στο μυαλό.

Το doomscrolling (το ατελείωτο scroll σε αρνητικές ειδήσεις), το FOMO (fear of missing out) και η συνεχής ανάγκη για “check-ins” μάς κάνουν να νιώθουμε παρόντες παντού και πουθενά. Κι όσο κι αν το γνωρίζουμε, συνεχίζουμε. Γιατί τα social media είναι σχεδιασμένα να μας κρατούν εγκλωβισμένους. Η ειρωνεία είναι πως η γενιά που μίλησε πρώτη για “ψυχική υγεία”, mindfulness και ισορροπία, είναι η ίδια που πλέον νιώθει πιο χαμένη από ποτέ μέσα στην υπερσυνδεδεμένη ζωή της.

Εδώ λοιπόν έρχεται το dumbphone revolution. Μια νέα (και ταυτόχρονα παλιά) συνήθεια, που εξαπλώνεται αργά αλλά σταθερά. Αντί να κυνηγάνε το καινούργιο iPhone, πολλοί αγοράζουν απλά κινητά, συχνά μεταχειρισμένα Nokia, Alcatel ή Punkt. Μερικοί κρατούν το smartphone για δουλειά ή GPS, αλλά το αφήνουν σπίτι στις εξόδους τους. Ο στόχος δεν είναι να «κόψουν» την τεχνολογία, αλλά να αποτοξινωθούν από αυτή. Να επαναφέρουν όρια. Να ξαναβρούν τη συγκέντρωση, το χρόνο, την πραγματική επικοινωνία.

Οι millennialς είναι ίσως η πιο “διχασμένη” γενιά τεχνολογικά. Θυμούνται τις κασέτες, τα MSN chats και τα κινητά με πολυφωνικά ringtones, αλλά ζουν πλέον σε μια εποχή όπου το 5G και το AI είναι δεδομένα. Έχουν ζήσει και την αναλογική και την ψηφιακή πραγματικότητα — και αρχίζουν να νοσταλγούν την πρώτη. Το dumbphone λοιπόν είναι ένα σύμβολο. Μια αντίσταση στη φρενίτιδα της συνεχούς πληροφόρησης. Ένα μικρό “όχι” στον καταιγισμό ειδοποιήσεων, στα notifications που διακόπτουν τη συγκέντρωση, στη σύγκριση που καλλιεργούν τα social.

Κάθε φορά που ένα μήνυμα στο WhatsApp ή ένα story στο Instagram μάς τραβάει την προσοχή, χάνουμε λίγα δευτερόλεπτα εστίασης, λίγη ενέργεια, λίγη παρουσία. Και αυτή η γενιά, που ζει με το άγχος του χρόνου και την πίεση του “πρέπει να προλάβω τα πάντα”, αρχίζει να καταλαβαίνει πόσο ακριβό είναι αυτό το κόστος.

Η ιδέα, βέβαια, να πούμε ότι δεν είναι καινούργια — ο συγγραφέας Cal Newport μίλησε για “digital minimalism” ήδη από το 2019. Όμως τώρα η τάση παίρνει σάρκα και οστά. Κοινότητες online μοιράζονται tips για “screen-free weekends”, “digital Sabbath” ή “dumbphone challenges”, με ανθρώπους να δοκιμάζουν να ζήσουν μια εβδομάδα χωρίς smartphone και να αναφέρουν πως «ένιωσαν ξανά ανθρώπινοι». Το ενδιαφέρον είναι ότι πολλοί από αυτούς δεν είναι ρομαντικοί νοσταλγοί, αλλά νέοι επαγγελματίες, δημιουργοί, άνθρωποι που αγαπούν την τεχνολογία — απλώς θέλουν να τη χρησιμοποιούν χωρίς να τους χρησιμοποιεί.

Ζούμε σε μια εποχή που η λέξη “smart” μπήκε παντού: smartwatches, smart homes, smart cars. Και όμως, ποτέ δε νιώσαμε πιο κουρασμένοι, πιο αποσυνδεδεμένοι, πιο εξαρτημένοι, πιο χαζοί. Γι’ αυτό το “dumbphone” έχει αρχίσει να ακούγεται μάλλον ό,τι πιο έξυπνο μπορούμε να κάνουμε.