Χρόνος αλύτρωτος,

παρελθοντικός,

εγκλωβισμένος στη στιγμή

που τα μάτια σου κυλούσαν σαν ποτάμια.

Κι έρεε το βλέμμα μου

μέσα από εσένα

ένωνα τα βλέφαρά μου

με τα δικά σου.

Κι ενώ σε κοίταζα,

σε φιλούσα.

Και το φιλί γινόταν θάλασσα

και τα ποτάμια στέρφα.

Χρόνος αλύτρωτος,

παρελθοντικός,

εγκλωβισμένος στη στιγμή.

Κι εμείς ακόμα εκεί

να μοιραζόμαστε το φιλί

που ξεδιψά τον έρωτα.

Συντάκτης: Γεώργιος Σιλιβάκος