Ο Πασχάλης Τερζής είναι εκείνη η φωνή που άκουσες κάποτε στα 9, 10 σου χρόνια, στα τότε βίντεο κλιπ του ΜTV που έβαζαν καλλιτεχνάρες, κι έμεινες να κοιτάς σαν χάνος. Πιθανότατα η πρώτη σου επαφή μαζί του ήταν ο ίδιος να τραγουδάει “Μεσ’ στο παράπονό μου” τη στιγμή που η κλιπάρα έδειχνε μια ραγισμένη σχέση πατέρα-κόρης. Αυτό ήταν, έγινε από τους αγαπημένους σου. Γιατί ο Πασχάλης Τερζής ήταν και είναι ιδέα. Ιδεάρα βασικά. Και ίσως γι’ αυτό η είδηση που αποκάλυψε ο Χρήστος Νικολόπουλος στην εκπομπή της Χριστίνας Βίδου στον ΣΚΑΪ έχει ήδη δημιουργήσει έναν μικρό αναβρασμό: ο Τερζής επιστρέφει. Ή μάλλον, η φωνή του επιστρέφει. Ένα νέο τραγούδι ερμηνευμένο από εκείνον είναι καθ’ οδόν, μετά από χρόνια σιωπής.
Ο Νικολόπουλος, βαθιά συγκινημένος, μίλησε για τη σχέση τους, μια σχέση που ξεπερνά το επαγγελματικό και αγγίζει το προσωπικό. Τον περιέγραψε ως «πολύ καλό άνθρωπο», οικογενειάρχη, χαμηλών τόνων, έναν άνθρωπο που δε χρειάζεται να φωνάξει για να έχει βάρος η παρουσία του. Θύμισε επίσης πως ήταν ο πρώτος που του έδωσε δίσκο, σε μια εποχή που ο Τερζής άκουγε συχνά υποσχέσεις αλλά έβρισκε ελάχιστη στήριξη. Εκείνος πίστεψε στην αξία του από νωρίς, και η ιστορία τούς δικαίωσε και τους δύο.
Όμως, όσο μεγάλη κι αν είναι η αξία ενός καλλιτέχνη, η απουσία είναι εκείνη που συχνά γράφει τους πιο δυνατούς μύθους. Ο Πασχάλης Τερζής δεν αποσύρθηκε επειδή δεν είχε λόγο να συνεχίσει. Αποσύρθηκε γιατί επέλεξε την ηρεμία, την οικογένεια, την προσωπική ζωή, την εσωτερική του γαλήνη. Ένας καλλιτέχνης που γνώρισε τεράστια δημοφιλία, που γέμιζε χώρους χωρίς καμία προσπάθεια, αποφάσισε κάποια στιγμή να πει «φτάνει». Απλώς στράφηκε προς τα μέσα.
Κι έτσι άρχισε να χτίζεται ο θρύλος.
Γιατί ένας καλλιτέχνης που απουσιάζει, αλλά δεν ξεχνιέται, γίνεται κάτι μεγαλύτερο από το έργο του. Όσο τα χρόνια περνούν, η φωνή του Τερζή αποκτά την αύρα του ανεπανάληπτου. Δε φθείρεται από υπερέκθεση. Δεν μπαίνει σε συγκρίσεις. Η απουσία του λειτουργεί σαν σιωπηλό επιχείρημα για το πόσο αναντικατάστατος είναι. Όσο εκείνος δε μιλά, τόσο μιλάει ο κόσμος γι’ αυτόν — και όσο εκείνος δεν τραγουδά, τόσο πιο ισχυρή γίνεται η λαχτάρα γι’ αυτή τη μοναδική χροιά που κάπως βρίσκει πάντα δρόμο μέχρι το κέντρο του στήθους.
Και ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που ο κόσμος τον αγαπά τόσο βαθιά. Δεν είναι μόνο η φωνή του· είναι ο τρόπος που μίλησε για τις ανθρώπινες στιγμές. Τα τραγούδια του είναι δεμένα με τραπέζια Κυριακής, με χωρισμούς, με απογοητεύσεις, με γλέντια, με λύπες, με ταξίδια με το αυτοκίνητο, με σιωπές που έσπαγαν μόνο από τον ήχο ενός ραδιοφώνου. Έγινε η φωνή της λαϊκής ψυχής χωρίς να προσπαθήσει να την «εκπροσωπήσει»· απλώς την εξέφρασε.
Αυτό φάνηκε και πριν λίγες ημέρες, όταν βρέθηκε σε ένα γνωστό στέκι στην Πυλαία της Θεσσαλονίκης. Μακριά από κάμερες, φώτα και προσδοκίες, πήρε αυθόρμητα το μικρόφωνο και τραγούδησε το «Στο τραπέζι που τα πίνω». Μια στιγμή απλή, ανθρώπινη, σχεδόν καθημερινή — αλλά για όσους ήταν εκεί, ήταν ένα μικρό ιστορικό γεγονός. Γιατί όταν ένας θρύλος τραγουδά έστω και για ένα λεπτό, η βραδιά αλλάζει.
Τώρα, ο Νικολόπουλος αποκαλύπτει πως κατάφερε να ηχογραφήσει κάτι καινούργιο με τον Τερζή. Δεν ξέρουμε πώς θα είναι το τραγούδι, πόσο θα θυμίζει το παλιό ή πόσο θα κουβαλά από τη σοφία της σιωπής του. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι η επιστροφή του — έστω και με μία μόνο ερμηνεία — δεν είναι απλώς μουσικό γεγονός. Είναι μια υπενθύμιση ότι οι μεγάλες φωνές δε χάνονται. Απλώς, μερικές φορές, χρειάζονται χρόνο για να ακουστούν ξανά.