Έχουν ανοίξει χιλιάδες συζητήσεις, έχουν καταναλωθεί λίτρα φτηνού κρασιού κι έχουν γεμίσει δεκάδες τασάκια πάνω στις συναλλαγές του έρωτα, σε αυτό το «πάρε-δώσε» και τη ζυγαριά που πότε γέρνει απ’ τη μια και πότε απ’ την άλλη κι αυτή η πολυπόθητη ισορροπία που συναντάται όλο και πιο σπάνια.

Δίνω συναίσθημα για να πάρω συναίσθημα, δείχνω ενδιαφέρον για να λάβω φροντίδα, αγαπάω για να αγαπηθώ κι ερωτεύομαι για να γίνω η γλυκιά εμμονή κάποιου άλλου.

Κτητικά πλάσματα, απόλυτα· διψάμε και πεινάμε, απλώνουμε το χέρι και περιμένουμε κάποιος να το γεμίσει, γδύνουμε την ψυχή και ψάχνουμε κάποιον να την ντύσει με νοιάξιμο και παρουσία, αληθινή, όχι απ’ τη γιαλαντζί που συναντάμε σε αφθονία.

Δράση κι αντίδραση κι ο έρωτας. Ξεκινήσαμε ρομαντικά κι αποδειχθήκαμε αφελείς. Ριχνόμασταν με τα μούτρα και σκορπούσαμε ανεξέλεγκτα. Συναισθήματα, ώρες, στιγμές, λόγια, πράξεις που ποτέ δε γυρνούσαν πίσω κι όλοι από κάτι έπαιρναν μαζί τους κι αφού χόρταιναν για λίγο τον όρεξή τους, τραβούσαν για άλλο μαγαζάκι να καλύψει τη νέα τους λιγούρα.

Κι όσο αφήναμε να παίρνουν και παριστάναμε τους ανώτερους και τους δυνατούς, τόσο αδειάζαμε, όχι από συναίσθημα αλλά από εμπιστοσύνη, από πίστη, από ελπίδα πως κάποτε θα δοθούμε εκεί που πρέπει, πως κάποτε θα ισορροπήσει αυτή η ζυγαριά.

Και μεγαλώσαμε και πληγωθήκαμε κι αλλάξαμε, πάντα μας αλλάζει ο πόνος, ποτέ κανείς δεν έμεινε ίδιος. Κι άλλαξα κι εγώ, μωρό μου, και δε σκορπίζομαι πια και μετράω μόνη μου τα δεδομένα στη ζυγαριά κι αν δω πως μπατάρουν απ’ τη δική μου πλευρά, φεύγω εγώ πριν προλάβουν να φύγουν οι άλλοι.

Καμία δειλία, κανένας φόβος, καμία εκδίκηση ούτε κι άμυνα όπως πολλοί θα βιαστούν το χαρακτηρίσουν. Εξάλλου οι άμυνες στον έρωτα δε χωρούν, αφού καμία δεν είναι ικανή να σε προστατεύσει απ’ αυτόν τον όλεθρο. Ψυχολογική ωριμότητα και αυτοσεβασμός.

Μα πάνω απ’ όλα αξιοπρέπεια, αυτή η μεγάλη αρετή που σε σπρώχνει μόνη της και σε βγάζει από εκεί που περισσεύεις, που δε χωράς και προσπαθείς να στριμωχτείς για να πάρεις μια όποια θέση κι ας είναι και μικρότερη απ’ αυτή που σου αναλογεί.

Σπατάλησα ευκαιρίες, ξόδεψα χρόνο κι άφησα τον εαυτό μου να κάνει όνειρα. Και τα έκανα όλα λάθος γιατί τα έκανα με το λάθος άτομο. Και δεν υπήρξε κανείς να με προειδοποιήσει ή να με εμποδίσει. Ας είναι, κατάλαβα πως κάποιες φορές πρέπει να φεύγεις όχι για το «λίγο» τους αλλά για το «πολύ» σου, που και να το θυσιάσεις, δε θα το εκτιμήσει κανείς.

Δε σου αξίζω, μάτια μου, δεν είμαι για τα κυβικά σου, τόσο που δεν ξέρεις πώς να με διαχειριστείς. Συνήθισες στα εύκολα κι έμαθες να κυνηγάς την ποσότητα, ξέχασες έτσι να εκτιμάς την ποιότητα. Πώς να εκτιμήσεις ένα διαμάντι όταν συναναστρέφεσαι μόνο με κάρβουνα;

Δε μου αξίζεις, πουλί μου. Δε μου αξίζει το δήθεν και το «ίσως» σου. Και μεγάλωσα πια για να πιστεύω σε παραμύθια και να πιστεύω σε ανθρώπους που αλλάζουν ή θα τους αλλάξω εγώ.

Έμαθα πια να παίρνω μόνη μου ό,τι μου αναλογεί, χωρίς παρακάλια και συναισθηματική ζητιανιά. Ποτέ δε χόρτασα με ψίχουλα κι ούτε θα το δεχτώ ποτέ. Σε αφήνω στα υπόλοιπα περιστέρια και πάω παρακάτω!

Συντάκτης: Πωλίνα Πανέρη