Τα Χριστούγεννα είναι κατά γενική ομολογία η ομορφότερη περίοδος του έτους. Λίγο τα λαμπιόνια, λίγο  τα κάλαντα κι οι παιδικές φωνές, τα στολισμένα δέντρα, οι οικογενειακές συγκεντρώσεις. Στάσου λίγο, ποιον κοροϊδεύουμε; Ένας είναι ο λόγος που λατρεύουμε τις γιορτές και ακούει στο όνομα «μελομακάρονα».

Πολύ σιροπιαστά, λίγο τραγανά, με σοκολάτα γάλακτος, με λευκή, με καρύδι, με φιστίκι, της μαμάς, της γιαγιάς, του ζαχαροπλάστη, του γείτονα· όλα τα αγαπάμε και τα θέλουμε όλα.

Τα μελομακάρονα δεν είναι ένα απλό γλυκό· είναι θεσμός, είναι τρόπος ζωής. Οι όροι πλέον αλλάζουν, η αντίστροφη μέτρηση δεν περιέχει μέρες αλλά μελωμένα μπισκοτάκια. 25 μελομακάρονα πριν τα Χριστούγεννα,  42 μετά, 75 πριν την Πρωτοχρονιά. Το π.μ. και το μ.μ. πάψανε να σημαίνουν προ μεσημβρίας και μετά μεσημβρίαν, αλλά προ και μετά μελομακάρονου.

Είναι μικρά, είναι γλυκά, είναι εθιστικά. Κανείς δεν μπορεί να φάει μόνο ένα, κανείς δεν μπορεί να σταματήσει, ποτέ δεν είναι αρκετά. Θες ένα πριν το νερό, πριν το φαγητό, πριν τη δουλειά, πριν τον ύπνο, ε θες κι ένα μετά.

Το κέντρο απεξάρτησης απ’ τα μελομακάρονα ίσως να ήταν μια καλή ιδέα, αλλά τώρα αλήθεια ποιος μπορεί να θέλει να απεξαρτηθεί; Δεν ανοίγουμε καλύτερα «σύλλογο φίλων μελομακάρονου» να μαζευόμαστε εκεί να ανταλλάσουμε συνταγές και να τρώμε, ένα πριν, ένα μετά κι ένα κατά τη διάρκεια;

Σύμφωνα με επιστημονικές, βεβαίως-βεβαίως, έρευνες που έγιναν πρόσφατα, τις γιορτές το ανθρώπινο σώμα αποτελείται 30%  από αλκοόλ, 50% από μελομακάρονα κι ένα 20% από κουραμπιέδες και λοιπά γλυκίσματα.

Διαμάχη κι ανταγωνισμός ανάμεσα σε μελομακάρονο και κουραμπιέ, δεν υπήρξε ποτέ, πώς να συγκριθούν εξάλλου; Και για απόδειξη ακολουθεί σύντομο και περιεκτικό παράδειγμα. «Πώς είσαι έτσι ρε κουραμπιέ;». Έχετε ακούσει πότε το μελομακάρονο ως προσφώνηση; Αλλά και να το ακούγατε θα ήταν σίγουρο κομπλιμέντο αντάξιο του «κάβλα» τουλάχιστον, όχι τώρα κουραμπιέδες, φλωριές και ξενέρες. Κάτσε εσύ να τινάζεις τον κουραμπιέ κι άσε εμάς να μελώνουμε το μελομακάρονο.

Οι κακές γλώσσες βέβαια, λένε, πως η ιστορία τους είναι κάπως μακάβρια και πως ξεκίνησαν απ’ την αρχαία Ελλάδα ως συνοδευτικό κέρασμα στις κηδείες, το λεγόμενο «μακαρία» κι μετέπειτα οι Μικρασιάτες τα ονόμασαν «φοινίκια» μέχρι να φτάσουν στη σημερινή μορφή τους. Κι έτσι να είναι, εμείς τα αγαπάμε· αν κι αυτά είναι κακόβουλες φήμες που διαρρέουν οι κουραμπιεδάκηδες για να τα διαβάλλουν.

Αφού, λοιπόν, παραδεχτήκαμε χωρίς φόβο αλλά με πολύ πάθος την αδυναμία μας σε αυτό το θείο δώρο, ήρθε η ώρα για περισυλλογή. Αφού τα μελομακάρονα γαμάνε, γιατί δεν τα τρώμε όλο το χρόνο;

Κι η απάντηση είναι απλή· γουστάρουμε να μας λείπουν, πεθαίνουμε για εκείνη την αντίστροφη μέτρηση κάπου στα μέσα Νοέμβρη, δε θέλουμε να τα θεωρήσουμε δεδομένα, δε θέλουμε να γίνουν μία ακόμη συνήθεια, είναι ο έρωτας εκείνος που δεν ολοκληρώνεται, γι’ αυτό και δεν τελειώνει ποτέ!

Και θα τελειώσω με μία ευχή, Άγιε μου Βασίλη, που έχεις και την τιμητική σου αυτές τις μέρες, κάνε φέτος τα μελομακάρονα να έχουν τις μισές θερμίδες κι ό,τι φάμε να το πάρουμε σε μπόι!

Υ.Γ. Για την καταγραφή αυτού του επιστημονικού δοκιμίου θυσιάστηκαν ηρωικά 3 μελομακάρονα με σοκολάτα και 2 σκέτα. Αφιερωμένο στη μνήμη τους.

Συντάκτης: Πωλίνα Πανέρη