Συνάντησα τις κρίσεις πανικού πριν από δέκα χρόνια. Για τρεις φορές μόνο.

Δεν άντεχα τους χώρους με τις «τακτοποιημένες καρέκλες», ήθελα να είμαι πάντα δίπλα στην έξοδο. Κινηματογράφους, θέατρα, αίθουσες εκδηλώσεων.

Θυμάμαι είχα φύγει κακήν κακώς απ’την προβολή της «Πολίτικης Κουζίνας» αφού πρώτα σήκωσα όλη τη σειρά πέντε φορές. Μπαινόβγαινα μέχρι να καταλάβω πως δεν είχα κρίση άσθματος, αλλά πανικού.

Τη δεύτερη φορά ήμουν σε μια παρουσίαση βιβλίου κι έψαχνα απεγνωσμένα να βρω την πόρτα. Εκεί ευτυχώς πρόλαβα να φύγω λίγο πριν αρχίσει η εκδήλωση. 

Την τρίτη φορά το «θηρίο» με επισκέφθηκε στον ύπνο μου. Και συνέχισε να με επισκέπτεται κάθε μέρα για ένα μήνα περίπου. Πάντα τα ξημερώματα.
Ξυπνούσα με κλάματα κι αίσθημα πνιγμού. Η καρδιά μου χτυπούσε τόσο δυνατά που ένιωθα όλο μου το σώμα να τραντάζεται.

Τρεις φορές σε μια δεκαετία δεν είναι και κάτι ανησυχητικό, σκέφτηκα και το έθαψα στο πίσω μέρος του μυαλού μου.
Το «καλό» όμως ξεκίνησε όταν μπήκα στη χρυσή δεκαετία των τριάντα.

Ο Αύγουστος του 2012 με βρήκε με ιλίγγους, ζαλάδες, αστάθεια, δύσπνοια, σε καθημερινή βάση.

Φοβόμουν να βγω απ’το σπίτι. Ήξερα ότι όπου και να πάω θα με «πιάσει». Τα ασφαλή μου μέρη ήταν το σπίτι και η βέσπα μου. Για να κρύβομαι στο δωμάτιό μου και να μπορώ να φεύγω όταν με έπνιγε και αυτό.

Εξετάσεις κι άλλες εξετάσεις και κόντρα εξετάσεις. Όλες έδειχναν το ίδιο, κανένα παθολογικό πρόβλημα. Το θέμα ήταν καθαρά, ψυχολογικό. Άλλος πανικός τότε.

Μπήκα κι εγώ στο κλισέ τριπάκι: «είμαι τρελή;»

Όχι δεν είμαι. Όπως δεν είναι και οι χιλιάδες κόσμου που υποφέρουν απ’το «θηρίο»,
τις κρίσεις πανικού.

Όσοι είναι ευάλωτοι στις κρίσεις πανικού είναι, ας πούμε, ένα χιλιοστό πιο ευαίσθητοι απ’τους υπόλοιπους ανθρώπους, αντιλαμβάνονται διαφορετικά τα εξωτερικά ερεθίσματα. Το έχει πει και η Δήμητρα Γαλάνη σ’ένα τραγούδι της, «οι ευαίσθητοι αμύνονται στη ζωή κι αργούν».

Αυτές οι ρουφιάνες, οι κρίσεις, καταφέρνουν να σε βρουν ακόμα και στην καλύτερη φάση της ζωής σου. Εκεί που ξυπνάς ευτυχισμένος και λες «η ζωή είναι ωραία». Ακόμα κι όταν σκας από έρωτα. Ακόμα κι όταν όλα κυλούν ρολόι. Λες και κάποιος σε παρακολουθεί και σπάει πλάκα με τον τρόμο που σου προκαλούν αυτά τα τόσο ψεύτικα συμπτώματα.

Και φυσικά «χτυπάνε» ανεξάρτητα απ’την ηλικία. Είτε είσαι δεκαοχτώ, είτε τριάντα, είτε πενήντα, είτε ογδόντα.

Μετά από δύο χρόνια προσωπικής πάλης με τις κρίσεις πανικού έχω αρχίσει να τις βλέπω διαφορετικά. Τις βλέπω σαν ένα κακόγουστο παιχνίδι του μυαλού. Τις υποτιμώ.

Κι έτσι καταφέρνω να τις αντιμετωπίσω όταν μου ξαναχτυπάνε την πόρτα.

Κλείνω τα μάτια για μερικά δευτερόλεπτα, παίρνω μια βαθιά ανάσα, συνειδητοποιώ πως είναι ένα ψέμα, μια πλασματική κατάσταση, είμαι υγιής -κι όχι στα πρόθυρα θανάτου όπως όλοι νομίζουμε όταν βιώνουμε μια κρίση πανικού- και επιστρέφω στην πραγματικότητα.

Μεταξύ μας, ψιθυρίζω και το γνωστό μότο: δε θα πεθάνουμε ποτέ κουφάλα νεκροθάφτη. 

 

Συντάκτης: Γεωργία Χατζηγεωργίου