Ο φόβος είναι αισθητήρας, είναι αυτό που κάνει τις τρίχες στο σβέρκο να ορθώνονται, τα καμπανάκια να χτυπάνε και να μας οδηγούν στο σήκωμα του βλέμματος. Βρίσκεται εκεί γιατί το ένστικτο της επιβίωσης είναι δυνατό μέσα μας. Βρίσκεται εκεί για να μας προφυλάσσει από τον κίνδυνο, είτε αυτός απειλεί το σώμα είτε το μυαλό και την καρδιά. Ο φόβος μπορεί να γίνει ασπίδα. Μπορεί να μη χρειαστεί να πονέσουμε ξανά αν υπακούμε στις ειδοποιήσεις του. Μπορεί να μην ξαναπληγωθούμε. Ναι, αυτό, αυτό.

Γιατί όταν πέσεις και γδάρεις τα γόνατα, πονάς εκείνη τη στιγμή κι εξακολουθείς να πονάς και για μέρες έπειτα, όσο η πληγή γιατρεύεται. Όσο οι μέρες περνούν, τόσο λιγότερο πονάς, όμως πονάς κι αυτό είναι που μετράει. Έτσι, όταν περάσεις πάλι από εκείνο το περίεργο πλακάκι στο δρόμο, το στομάχι σου θα σφιχτεί κι η ανάμνηση να πέφτεις και να πληγώνεις τα γόνατά σου θα πεταχτεί στο μυαλό και θα το κυριεύσει στιγμιαία, ο ενστικτώδης φόβος θα ουρλιάζει «Πρόσεχε!» κι εσύ θα χάνεις κάμποσους χτύπους. Και τότε, θα κάνεις ένα βήμα πιο πέρα, προσέχοντας να μην παραπατήσεις ξανά πάνω στον κίνδυνο.

Έτσι είμαστε οι άνθρωποι. Βλέπουμε, ακούμε, νιώθουμε κι απορροφούμε κατευθείαν, σαν σφουγγάρια που διψάνε για γνώσεις κι απαντήσεις. Κι ακόμη περισσότερο, τείνουμε να συγκρατούμε πληροφορίες κι ενθυμήσεις που μας προκάλεσαν πόνο γιατί ο εγκέφαλος είναι ο αρχηγός κι όσες άμυνες κι αν έχει από μόνο του το σώμα, αυτός πρέπει να το προφυλάξει όσο κι όπως μπορεί. Όταν, λοιπόν, το μυαλό «εκπαιδευτεί» στο να πονάει κάθε που αντιμετωπίζει συγκεκριμένες καταστάσεις, τότε απλώς τις αποφεύγει με την ίδια δύναμη στην προσπάθεια που θα έβαζε κι ενάντια σε επικείμενο θάνατο.

Ένα απ’ αυτά τα μαθήματα που μπορεί να μπει στη θήκη του «Ούτε να το σκέφτεσαι» είναι κι οι σχέσεις σαφώς κι ένα απ’ τα σημαντικότερα μαθήματα ζωής για επιβίωση. Το να αφήνεσαι να ανοιχτείς και να δεθείς, το να ελπίζεις και να επενδύεις συναισθηματικά και τα μόνα που λαμβάνεις να είναι προδοσία κι απογοήτευση, χαράζεται βαθιά στο συνειδητό, το υποσυνείδητο και το ασυνείδητο μαζί. Δεν επιτρέπεις πλέον να σε πλησιάσουν με σκοπό ρομαντικό, με στόχο το όλο και τα πάντα σου. «Όχι, όχι, για κανένα λόγο, δε θα σε αγγίξουν ξανά» κι αρχίζεις να οπισθοχωρείς με γρήγορα βήματα, ψάχνοντας δρόμο διαφυγής.

Κι αν κάποιος σε προφτάσει καθώς τρέχεις και το δέρμα του ενωθεί με το δικό σου, αν καταφέρει να σ’ αγγίξει, παρ’ όλες τις άμυνες που έχεις ορθωμένες, τότε έρχεται η δεύτερη σειρά προστασίας που έχει διπλή λειτουργία· σου ψιθυρίζει στο αυτί να καθίσεις για λίγο ήσυχα, ώστε το χέρι του άλλου να ξεσφίξει από γύρω σου, κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή, απλώς θα το βάλεις στα πόδια και θα σωθείς μια για πάντα. Το δεύτερο πλεονέκτημα θα είναι για το άλλο άτομο, που θα έχει προλάβει να δεθεί έστω και λίγο κι εσύ θα το πληγώσεις. Έτσι, θα μάθει κι εκείνο να μην αφήνεται να ελπίζει σε όμορφα τέλη και παραμύθια.

Το κακό με κάποιους ανθρώπους είναι ότι δεν ξεσφίγγουν «ποτέ» το χέρι, λες και σε νιώθουν έτοιμο να το σκάσεις και θέλουν να σε κρατήσουν εκεί για όσο αντέχουν τα δάχτυλα να στέκονται στο δέρμα σου. Μα τι δεν καταλαβαίνουν; Δε θέλεις να ανοιχτείς, δε θέλεις να επενδύσεις, γιατί σε κοιτάνε μ’ αυτά τα ερωτευμένα μάτια; Γιατί σου λένε όσα είχες τόσες πολλές φορές στο παρελθόν ανάγκη ν’ ακούσεις; Γιατί συνεχίζουν να μένουν; Γιατί δεν προσπαθούν να σε πληγώσουν και να φύγουν; Γιατί παλεύουν να σε κρατήσουν.

Κάποια στιγμή βέβαια τα δάχτυλα θα μουδιάσουν και τότε θα βρεις το πέρασμά που τόσο ζητούσες, που ο φόβος σου τόσο λαχταρούσε κι επιτέλους θ’ απομακρυνθείς. Αυτό ήταν ούτως ή άλλως που χρειαζόσουν για να επιβιώσεις, για να είσαι καλά. Σωστά; Σωστά.

Ήξερες όμως ότι ο φόβος μπορεί να γίνει και φίλτρο; Ότι μπορείς να τον χρησιμοποιήσεις ως συμβουλάτορα κι όχι σαν οδηγό ζωής; Εκείνος να σου δείχνει τι πρέπει να προσέχεις, όμως εσύ να επιλέγεις με κριτική άποψη αν μια κατάσταση είναι επικίνδυνη ή όχι; Ξέρεις, να κάνεις αργά βήματα κι αν ακούσεις καταστροφή μπροστά, να κάνεις μεταβολή και ν’ αρχίσεις να τρέχεις -να μην το κάνεις όμως, προτού αντιληφθείς την καταστροφή, μόνο και μόνο γιατί υπάρχουν πιθανότητες να έρθει.

Ένας φίλος μού είπε «Όταν έχεις συνηθίσει να βρέχεσαι, θα παραξενεύεσαι όταν βλέπεις τα ρούχα σου στεγνά» κι έτσι είναι. Όταν έχεις συνηθίσει να πληγώνεσαι και να ματώνεις ξανά και ξανά, ακόμη κι αν βρεθεί ένας άνθρωπος που το τελευταίο που θα θέλει θα είναι να σε πονέσει, εσύ θα γεμίσεις καχυποψία και φόβο. Και καλά θα κάνεις, όμως απλώς κράτησέ τα κοντά και κινήσου γιατί αυτός ο άνθρωπος μπορεί να είναι ο δικός σου, ο πρώτος που δε θα βγάλει αγκάθια και θα σε προστατεύει σαν τον εαυτό του.

Κινήσου επιφυλακτικά. Κινήσου όμως γιατί ο φόβος βοηθά, μα μπορεί και να φέρει την προσωπική καταστροφή. Κινήσου αργά και σταθερά.

Συντάκτης: Μαρία Α. Καρμίρη
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου