Λες ότι βρήκες τον άνθρωπό σου, μα μήνες τώρα αποφεύγεις να τον γνωρίσεις στους δικούς σου. Δεύτερες και τρίτες σκέψεις περνάνε απ’ το μυαλό σου, μέχρι που πανικοβάλλεσαι και το αναβάλλεις για άλλη μια φορά. Θες να το κάνεις, είσαι σίγουρος για την επιλογή σου, αλλά ανησυχείς. Αν δεν τον συμπαθήσουν, αν τον κάνουν να αισθανθεί άβολα, αν δεν τον δεχτούν; Μέχρι που κουράζεσαι να ζεις με το άγχος και τις αμφιβολίες και παίρνεις τη μεγάλη απόφαση. Εξάλλου, θα βρεις και την ησυχία σου απ’ τα «Και πότε θα γνωρίσουμε εμείς τον έρωτά σου;» των δικών σου.

Κι ενώ οι μέρες περνάνε κι η ώρα της συνάντησης πλησιάζει, σκέφτεσαι από τι ανάκριση κι ακτίνες Χ θα περάσουν το ταίρι σου, ξεσκονίζοντας το βιογραφικό του απ’ τα γεννοφάσκια του για να καταλάβουν με τι κουμάσι έχει μπλέξει το σπλάχνο τους κι αναρωτιέσαι, για ακόμα μια φορά, αν είναι καλή ιδέα, νιώθοντας εντελώς ανέτοιμος γι’ αυτή τη γνωριμία.

Η αλήθεια είναι πως, αν μπορούσες να το αποφύγεις, καλύτερα να μην τους γνώριζες ποτέ, κι άμα θελήσετε κάποτε να παντρευτείτε, ε, ας συναντηθούν μια και καλή στο δημαρχείο ή την εκκλησία, όμως είναι γονείς σου και δε θα μπορούσαν να μη γνωρίσουν τον σύντροφο του παιδιού τους, τον άνθρωπο που του άλλαξε τη ζωή.

Κι η μέρα έφτασε, επιτέλους, και το τραπέζι έχει στρωθεί από νωρίς. Η μάνα σου απ’ το πρωί έχει ξυπνήσει κι ετοιμάζει τα φαγητά, μες στη χαρά και τον ενθουσιασμό, ανυπόμονη για τη γνωριμία. Ο μπαμπάς σου, απ’ την άλλη, κάθεται στον καναπέ κι ατμίζει το ηλεκτρονικό του τσιγάρο, σαν την Πυθία, όσο κάνει σενάρια για το τι σόι χαρακτήρας μπορεί να ‘ναι και πώς θα καταφέρει να τα βγάλει όλα στο φως.

Το κουδούνι κάποια στιγμή χτυπάει κι ο παλμός σου έχει σταματήσει. Έχεις ασπρίσει απ’ την αγωνία κι αναρωτιέσαι ποια θα ‘ναι η εξέλιξη σ’ όλο αυτό το σκηνικό. Δύο τινά υπάρχουν: Ή που θα τον αγαπήσουν και θα τον λατρέψουν –όπως κι εσύ– ή που θα φύγεις απ’ το σπίτι σου για χάρη του έρωτα και της αγάπης.

Μπαίνει μέσα, λοιπόν, ο άνθρωπός σου κρατώντας τα συνηθισμένα, λουλούδια και γλυκά. Χαιρετάει κάπως διστακτικά τους δικούς σου και πριν προλάβει καλά-καλά να καθίσει, ξεκινά η ανάκριση. Πρώτη ερώτηση με τι ασχολείται. Κι αν είναι κανένα επάγγελμα που εγκρίνουν έχει καλώς, αλλιώς αν είναι θύμα της ανεργίας, δε γλυτώνεις τα απογοητευμένα βλέμματα. Βλέπεις το ταίρι σου που προσπαθεί να συγκρατήσει την αμηχανία του ενώ έχει κατακοκκινίσει από ντροπή και περιμένει την επόμενη ερώτηση που φυσικά θα ‘ναι κι αυτή κρίσιμη. «Οι γονείς σου τι λένε για τη σχέση σου με το παιδί μας; Είναι σύμφωνοι;» κι ενώ εσύ εδώ κι ώρα προσπαθείς να ψελλίσεις μια φράση στους δικούς σου, βλέπεις ότι δε σε παίρνει και σταματάς.

Μόλις, λοιπόν, τελειώσει η ανάκριση, νιώθεις μια ανακούφιση που επιτέλους όλη αυτή η άβολη κατάσταση έλαβε τέλος. Αμ δε, έτσι νομίζεις. Τώρα αρχίζει το καλό. Κάθεστε όλοι στο τραπέζι και δοκιμάζετε τα καλούδια που έχει ετοιμάσει η μανούλα, η οποίο κρέμεται απ’ τη μασέλα του συντρόφου σου, για να δει αν εκτιμάει τη μαγειρική της. Εννοείται πως θα της κάνει κάποιο κομπλιμέντο για τα πιάτα της, αυτά είναι στα sos, αν όμως το ταίρι σου έχει ιδιαίτερα γούστα στο φαγητό, αν είναι λίγο παράξενο ή τίποτα vegan, εκεί ξεκινάνε τα παρατράγουδα. Με ‘σένα σε ρόλο πυροσβέστη να προσπαθείς να αλλάξεις θέμα. Άντε, ένα ακόμα τσούγκρισμα και στην υγεία σας. Υπομονή!

Η ώρα, κάπως άβολα αλλά συνάμα και κάπως οικεία, έχει περάσει πια και σιγά-σιγά η πρώτη συνάντηση πλησιάζει προς το τέλος της. Δεν τολμάς να πάρεις δυο ανάσες ανακούφισης πως το μαρτύριο πέρασε, και μόλις αποχαιρετήσετε τον άνθρωπό σου, ξεκινάει ο δεύτερος γύρος ανάκρισης, αυτή τη φορά οι γονείς σου βομβαρδίζουν εσένα με ερωτήσεις και σχόλια, σε στιλ «δε μας πέφτει λόγος εμάς, αλλά…».

Εντάξει, μπόρα ήταν και πέρασε, κάθε αρχή και δύσκολη, λένε. Πήρες το ρίσκο της γνωριμίας. Εξάλλου, αν δε γινόταν τώρα, θα γινόταν σε δύο μήνες, αλλά αναβολή στην αναβολή κάποια στιγμή δε θα πήγαινε άλλο. Το καταλαβαίνεις κι εσύ.

Καλό θα ήταν να έδωσε καλή εντύπωση στους δικούς σου, να συμπαθήθηκαν αμοιβαία, θα το χαιρόσουν, αλλά το μόνο που έχει πραγματική σημασία είναι ν’ αγαπιέστε εσείς οι δύο, γιατί όπως λέει ο θυμόσοφος λαός μας «σαν θέλει η νύφη κι ο γαμπρός τύφλα να ‘χει η πεθερά κι ο πεθερός».

 

Συντάκτης: Ανδρέας Πετρόπουλος
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη