Όλοι σου οι φίλοι έχουν αρχίσει να παντρεύονται, να κάνουν παιδιά κι εσύ νιώθεις ότι η μοναξιά σε πνίγει πια, αλλά όσο κι αν προσπαθείς, ο μικρός φτερωτός θεούλης δε σου κάνει τη χάρη να σε χτυπήσει. Ή μάλλον, για να ακριβολογούμε, ακόμα κι αν σε χτυπήσει με τα βέλη του, ξεχνά να χτυπήσει και το άτομο του ενδιαφέροντός σου. Για την ακρίβεια είναι σαν αυτό το άτομο να καταλαβαίνει από χιλιόμετρα ότι το έχεις ερωτευτεί και το βάζει στα πόδια λες κι έχεις κάτι μεταδοτικό κι επικίνδυνο. Εδώ που τα λέμε, έχεις κάτι επικίνδυνο. Λέγεται απελπισία.

Όταν ένας άνθρωπος έχει πια κουραστεί να κυνηγά τον έρωτα, αρχίζει να υποκύπτει στα πάντα. Κυνηγά οποιοδήποτε δίποδο, φτάνει να είναι του αντίθετου φύλου -ή και του ίδιου αναλόγως των σεξουαλικών του προτιμήσεων. Νομίζει ότι φλερτάρει διακριτικά, αλλά η λεπτότητα κι η διακριτικότητα σε αυτή την περίπτωση είναι τόση όση και διακριτικότητα της ατομικής που χτύπησε τη Χιροσίμα. Μπορεί να μην το λες, αλλά όλες σου οι πράξεις το φωνάζουν: Είμαι μαγκούφης εδώ και καιρό και ψάχνω ένα άτομο, όπως να ‘ναι για να ξεθυμάνω λίγο.

Οποιαδήποτε κριτήρια είχες όσον αφορά τον άνθρωπο που θα ήθελες να έχεις δίπλα σου καταρρίπτονται κι είσαι πρόθυμος να τα βρεις ακόμη και με δολοφόνο αρκεί να μην είσαι μόνος. Κι έτσι καταλήγεις να φλερτάρεις πότε διανοούμενους και πότε χαζογκομενάκια χωρίς, φυσικά, καμιά απολύτως επιτυχία είτε με τους μεν είτε με τους δε. Ακόμη και σε περιπτώσεις που τις θεωρείς «σιγουράκια», θα φας πόρτα, θα φύγεις με την ουρά στα σκέλια και θα ψάχνεις την έξοδο διαφυγής για να βγεις αθόρυβα και να κλάψεις τον πόνο σου.

Η απελπισία, όπως κi η αυτοπεποίθηση, φαίνεται από χιλιόμετρα. Είναι στις κινήσεις σου και στον τρόπο που μιλάς. Νοιάζεσαι πιο πολύ να παινέψεις τον εαυτό σου για να ξέρει ο άλλος τι κελεπούρι θα χάσει αν δε σου δώσει την ευκαιρία να είστε μαζί, είσαι ικανός να αναδιοργανώσεις ολόκληρό σου το πρόγραμμα για να τα βολέψεις και να μπορέσετε να βγείτε για ένα καφέ κι αν σου κόψει τη φόρα απ’ την αρχή θα ρίξεις την ατάκα του τύπου «γουστάρεις κι εσύ κι ας το παίζεις δύσκολος».

Αγαπητό μου φιλαράκι, δυστυχώς δεν είμαι μάντισσα κι όλα αυτά που σου λέω δεν τα έχω διαβάσει στο φλιτζάνι σου. Όλοι μας, λίγο-πολύ, έχουμε βρεθεί τόσο στη θέση του απελπισμένου όσο και στη θέση αυτού που πρέπει να ανεχτεί έναν απελπισμένο.

Δε λέω ότι δεν είσαι καλό παιδί, δε λέω ότι δεν είσαι ωραίος, δε λέω ότι δεν έχεις μυαλό. Είσαι απεγνωσμένος, όμως, και φαίνεται. Αντί να συζητήσεις όμορφα και καλά με το άτομο που σου έκανε το κλικ, πετάς όλες τις κλισέ ατάκες που κορόιδευες ακόμη κι εσύ ο ίδιος μέχρι πριν λίγο καιρό ελπίζοντας να πιαστεί κάτι στα δίχτυα σου. Ας φόραγες καλύτερα μια ταμπέλα στο μέτωπο που να γράφει «σχέση θέλω, τώρα τη θέλω». Θα έπαιρνες τουλάχιστον βαθμούς για την πρωτοτυπία.

Και να απελπιστείς και να φρικάρεις και να τρομάξεις, αν θες. Αλλά έλεγξέ το. Βλέπεις σέξι θηλυκό ή αρρενωπό Θεό απέναντί σου. Πλησίασε, μίλησε και κάνε διάλογο όπως θα έκανες με ένα οποιοδήποτε άτομο του φιλικού σου περιβάλλοντος. Αν δεις ότι δεν τραβάει το πράμα, χαιρέτισε ευγενικά και φύγε. Δεν ταιριάζετε ή δε γουστάρει. Στην τελική για να μην μπορείτε να κρατήσετε μια συζήτηση ζωντανή πάει να πει ότι δεν υπάρχει κι η απαραίτητη χημεία.

Σαν απεγνωσμένος που είσαι, όμως, θα καθίσεις εκεί και θα συνεχίσεις να το παλεύεις κι ας μη βγαίνει πουθενά μέχρι που θα σου σερβιριστεί ζεστή κι αχνιστή η χυλόπιτα του άλλου. Δε σου φταίει τώρα το άτομο. Αν είναι να κάθεστε μιλώντας για τον καιρό, ή να φλυαρείς για τα κατορθώματά σου ή να μη μιλάτε και καθόλου, άστο καλύτερα. Έτσι κι αλλιώς κι ο άλλος έχει ήδη μυρίσει την απελπισία στο βλέμμα σου. Γνωρίζει, πλέον, ότι αυτό που σε κρατάει εκεί είναι 90% απόγνωση και 10% ενδιαφέρον.

Καλώς ή κακώς, η σχέση είναι σαν μικρό παιδί. Όσο την κυνηγάς, τόσο τρέχει για να μην τη φτάσεις. Αποχαιρέτησέ την, μείνε ακίνητος και θα τρέξει αμέσως να σε βρει. Να μου πεις αυτό ήδη το ήξερες. Στην εφαρμογή είναι η δυσκολία. Βρες πράγματα να γεμίσεις τις μέρες και τις ώρες σου, βρες τα με τον εαυτό σου, υπενθύμισέ του ότι αξίζεις τα καλύτερα κι άσε το πράγμα να κυλήσει.

Έτσι κι αλλιώς, όπως λέει και το τραγούδι, “que sera, sera, whatever will be, will be” είτε το κυνηγήσεις είτε όχι.

 

Συντάκτης: Γεωργία Ευστρατίου