Το πρωινό ξύπνημα, η πρωινή δουλειά, η καθημερινότητα το πρωί γενικά, δεν είναι για όλους τους ανθρώπους. Όπως κι η νύχτα δεν είναι για όλους. Τη νύχτα μάλιστα την προτιμούν και την αντέχουν λιγότεροι. Επειδή όπως και να το κάνει κανείς, η καθημερινότητα εξελίσσεται την ημέρα, οι δουλείες γίνονται τα πρωινά, το μυαλό είναι περισσότερο ξεκούραστο το πρωί, καθιερώθηκε η νύχτα να ανήκει σε λίγους. Υπάρχουν, όμως, κι εκείνοι που δεν αντέχουν τα πρωινά. Εκείνοι που τα παπλώματά τους, τους σκεπάζουν τόσο βαριά, που πριν τις 12 δε σηκώνονται.

Άνθρωποι απλοί, καθημερινοί, εν λειτουργία όμως μετά τις 3 το μεσημέρι. Οι δικές τους ώρες είναι διαφορετικές. Δε δουλεύουν σε πρωινές εργασίας, δεν πίνουν τον καφέ τους με την ανατολή του ήλιου, δεν ανοίγουν τα παραθυρόφυλλα για την πρωινή αύρα.

Δεν είναι τεμπέληδες κι απροσάρμοστοι, απλά έτσι λειτουργούν. Δε σημαίνει πως είναι νεαροί σε ηλικία ή φοιτητές. Όχι, μπορεί και να είναι ενήλικες ολοκληρωμένοι. Διαβάζουν πάντα τις βραδινές ώρες, βγαίνουν για ποτό αργά και γυρνούν νωρίς το πρωί. Οι οχτώ ώρες ύπνου δε φτάνουν ποτέ για να ξεκουραστούν.

Όμως, έρχεται κάποια στιγμή που κι εκείνοι πρέπει να σηκωθούν νωρίς το πρωί. Πρέπει κι εκείνοι να «θέσουν τη ζωή τους σε τάξη». Να σηκώνονται νωρίς, να πηγαίνουν στη δουλειά ή στη σχολή, να τακτοποιούν τις υποχρεώσεις τους από τις 8 το πρωί ως τις 2 το μεσημέρι. Το ξυπνητήρι τους πάντα φτάνει τις 5 αναβολές και σηκώνονται από το κρεβάτι δέκα λεπτά πριν την αποχώρηση από το σπίτι. Μπορεί να φτάνουν και λίγο καθυστερημένα στον προορισμό τους, αλλά δεν έγινε και τίποτα. Όλοι γύρω τους ξέρουν πόσο δύσκολα είναι τα πρωινά γι’ αυτούς.

Δε θα μιλήσουν ποτέ μόλις σηκωθούν απ’ το κρεβάτι. Σιχαίνονται τη λέξη «καλημέρα». Πώς είναι δυνατόν μια ημέρα να είναι καλή, όταν ξεκινάει με νεύρα; Κι έχουν πολλά νεύρα το πρωί! Στα «καλημέρα» που ακούνε τριγύρω τους, απαντάνε με ένα μουγκρητό ή μια γκριμάτσα γκρίνιας κι απόγνωσης. Οι πολύ νευρικοί ίσως αρκεστούν σε ένα «άντε μου στο διάολο πρωί-πρωί». Βέβαια, δεν τους παρεξηγούν συνήθως οι άλλοι, τους γνωρίζουν και μοιάζει αστεία η συμπεριφορά τους. Αν κάποιος τους παρεξηγήσει, όμως, δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερα. Είναι πρωί άλλωστε, μετά τον 2ο καφέ, ίσως απολογηθούν.

Συνήθως δυσκολεύονται να κατανοήσουν την όρεξη που έχουν οι συνάδελφοί τους. Τους φαίνεται αδιανόητο αυτό το πρωινό κους-κους στη δουλειά, τα γέλια, οι φωνές, γενικά οι συζητήσεις. Κάθονται σε μια γωνία, αγκαλιά με έναν καφέ, σκυθρωποί και μοιάζουν μισάνθρωποι. Κοιτάνε τον κόσμο γύρω τους με ύφος νευριασμένο, ξενερωμένο κι εχθρικό. Δε θέλουν να συζητήσουν τι έκαναν εχθές το βράδυ, πώς κοιμήθηκαν, τι θα κάνουν μετά. Δεν τους ενδιαφέρει τόσο νωρίς τι θα κάνουν μετά.

Όσον αφορά το ταίρι τους ή το συγκάτοικό τους, δεν αλλάζει κάτι. Το πρωί, είναι πρωί. Όλες οι πράξεις θυμού συγχωρούνται κατά τη διάρκεια της ημέρας. Δύσκολα θα επιλέξουν να μείνουν με ανθρώπους που λατρεύουν τα πρωινά. Τους κρίνουν λίγο αυστηρά, άθελά τους βέβαια. Τους θεωρούν λίγο χαζοχαρούμενους. Όπως κι οι πρωινοί τύπου, θεωρούν τους λάτρες της νύχτας τρομακτικούς. Έτσι είναι αυτά, οι άνθρωποι δύσκολα αποδέχονται ό,τι δεν καταλαβαίνουν. Κι οι δύο αυτοί τύποι ανθρώπων, δυσκολεύονται πολύ να συνεννοηθούν μεταξύ τους.

Δυστυχώς, οι άνθρωποι αναγκάζονται να αλλάζουν τις συνήθειές τους και να καθορίζουν την καθημερινότητά τους σύμφωνα με καταστάσεις που δεν μπορούν πάντα να χειριστούν. Ίσως φταίνε οι ίδιοι, ίσως η κοινωνία. Ίσως δε φταίει κανείς. Αυτό που έχει σημασία είναι ο καθένας να αναγνωρίζει πως δεν είναι όλοι γύρω του σαν τον ίδιο. Δε δέχονται όλοι να ξενυχτάνε ούτε μπορούν όλοι να είναι τρισευτυχισμένοι 8 η ώρα το πρωί. Ο καθένας όπως νιώθει και βολεύεται. Αρκεί ο ένας να μην εισβάλει στην προσωπική περιοχή του άλλου και έχουμε άσχημα ξεμπερδέματα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Πένης Σίμου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Πένη Σίμου