Έχετε ακούσει την περίφημη θεωρία του Bowlby για τον «δεσμό» ανάμεσα στο βρέφος και σε αυτόν που το φροντίζει; Γιατί την αναφέρω; Επειδή εμπεριέχει δυο εξαιρετικά σημαντικές έννοιες, της φροντίδας και της παραμέλησης.

Ο Bowlby πίστευε ότι η εγγύτητα που οι ενήλικες μπορούν να παρέχουν στα βρέφη είναι αυτή που τα κάνει να προσκολλώνται πάνω τους και τους παρέχει μια σίγουρη και σταθερή εναρκτήρια πορεία που τα συνοδεύει σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Με την ίδια σκέψη, η Mary Ainsworth διατύπωσε τη θεωρία της μέσα και από οκτώ σκηνοθετημένα σενάρια που παρατηρούσαν τις σχέσεις των βρεφών με τα άτομα που τα φρόντιζαν και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τρεις είναι οι βασικοί τύποι δεσμών, ασφαλής, αγχώδης-αποφευκτικός και αγχώδης-αμφιθυμικός. Οι δεσμοί που μας περιγράφουν αυτοί οι δύο θεωρητικοί συνδέονται περισσότερο από όσο νομίζουμε με το μέγεθος της αγάπης που κάποιος λαμβάνει από την βρεφική ηλικία. Η υπερβολική αγάπη όπως και η υπερβολική παραμέληση είναι τα δύο άκρα ενός επικίνδυνου δρόμου που μπορεί να οδηγήσει σε τέλμα.

Στην πρώτη περίπτωση η υπέρμετρη αγάπη μπορεί να οδηγήσει σε αρνητική προσκόλληση με το αντικείμενο στο οποίο απευθύνεται, σε σημείο που να το κάνουμε να ασφυκτιεί. Σε οποιαδήποτε σχέση -φιλική και κυρίως ερωτική- ο άλλος αισθάνεται ότι πιέζεται και δεν είναι ελεύθερος να εκφραστεί και να είναι ο εαυτός του, αφού νιώθει να πνίγεται στην αγκαλιά μας. Εμείς από την άλλη χάνουμε το μέτρο, έχουμε λόγο και άποψη για όλα, αγνοούμε τις ανάγκες του και προβάλλουμε τις όποιες ανασφάλειές μας πάνω του. Όλα αυτά φυσικά περισσότερο τον απομακρύνουν και λιγότερο φέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.

Στην δεύτερη περίπτωση εστιάζουμε περισσότερο στις δικές μας επιθυμίες και αγνοούμε πλήρως τα όνειρα του άλλου. Γινόμαστε εγωκεντρικοί και αφοσιωνόμαστε σ’ εμάς με τρόπο που μόνο υγιής δεν είναι. Ξεχνάμε τις ανάγκες του συντρόφου μας, δεν του δίνουμε την απαραίτητη σημασία και μια ωραία πρωία τον παρατηρούμε να φεύγει και να ξεγλιστρά από τα χέρια μας. Σε όλες σχεδόν τις σχέσεις που τις χαρακτηρίζει η παραμέληση, αυτός που την υφίσταται νιώθει ένα κενό και μονίμως ότι δεν είναι επαρκής. Οι επιθυμίες του μοιάζουν ασήμαντες για τους άλλους και η ζωή του να τους είναι αδιάφορη. Η παραμέληση που κάποιος υφίσταται στις σχέσεις του ως ενήλικας ίσως αντικατοπτρίζει την παραμέληση που έχει βιώσει σε προηγούμενο στάδιο της ζωής του και η ιστορία για τον ίδιο είναι οικεία. Μπορεί άλλωστε γι’ αυτό να κάνει σχέσεις που δεν ανταποκρίνονται στις πιο ουσιώδεις ανάγκες του, στην αίσθηση του «ανήκειν» και της αυτοπραγμάτωσης μέσα από μια ολοκληρωμένη σχέση.

Όχι μόνο ο σύντροφος αλλά και ο γονιός μπορεί να είναι συχνά αυτός που παραχωρεί τόση ελευθερία στο παιδί, ώστε να είναι στην πραγματικότητα συγκεκαλυμμένη παραμέληση. Ο πρώτος στην ουσία αδιαφορεί και προσποιείται -όχι πάντα συνειδητά- ότι δεν έχει πρόβλημα το παιδί του να κάνει ό,τι θέλει στο όνομα της ελευθερίας που χαρακτηρίζει τις πεποιθήσεις και τους κανόνες της οικογένειας. Το παιδί από την πλευρά του κάνει απέλπιδες προσπάθειες να τραβήξει τα βλέμματα, αντιλαμβανόμενο ότι οι γονείς δεν του δίνουν την δέουσα προσοχή, πρακτική που επαναλαμβάνει στις μετέπειτα σχέσεις του στην ενήλικη ζωή.

Όπως και να ‘χει ισχύει πράγματι αυτό που είπε ο Rollo May, ότι δηλαδή «το μίσος δεν είναι το αντίθετο της αγάπης, η αδιαφορία είναι». Ενίοτε και η υπέρμετρη ενασχόληση με το αντικείμενο της καρδιάς μας.

Συντάκτης: Εύη Λεγάτου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.