Το έχουμε ακούσει, το έχουμε τραγουδήσει, το έχουμε δει μπροστά μας, «δεν μπορείς να κρυφτείς απ’ τα παιδιά, έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλα». Το πρόβλημα ξεκινάει όταν εμείς, οι μεγάλοι εννοώ, τρέχουμε συνεχώς να τους μάθουμε, να ανοίξουμε δρόμους και να δώσουμε το καλό παράδειγμα. Εκείνα όμως έχουν όλες τις απαντήσεις, απαντήσεις που τολμούν κι ας μην το ξέρουν, που δεν κρύβονται απ’ την αλήθεια και την αυθεντικότητά τους. Για τα παιδιά δεν υπάρχει άλλος δρόμος, εκτός από την αλήθεια, όσο απότομα κι αν φτάνει στα αφτιά των μεγάλων.

Αυτό το βίντεο με ώθησε να κάνω ένα βήμα πίσω και να σκεφτώ ως παιδί κι όχι ως ενήλικας. Οι ξεκάθαρες αντιδράσεις και τα αυθόρμητα χαμόγελά τους με έπεισαν, ώστε να αφήσω τις δικές μου σκέψεις και να κοιτάξω μέσα από τα δικά τους διάφανα μάτια. Για μία στιγμή ζήλεψα αυτήν τη συνάντηση και ήθελα να μπω στη θέση τους.

Σκεφτόμουν πως αν είχα εγώ την ευκαιρία να συναντηθώ ένα πρωί με μία ντραγκ κουίν, δε θα ήμουν τόσο κουλ, τόσο άνετη κι ακομπλεξάριστη. Θα ερχόμουν μάλλον σε άβολη θέση, χωρίς να χρειάζεται κι ίσως να μην ήξερα τι να πω. Είναι κι αυτή η αγωνία που έχει ο κόσμος των ενηλίκων, να δίνει πάντα τη σωστή απάντηση. Τα παιδιά όμως, δεν έφεραν ούτε για μία στιγμή τον άνθρωπο που είχαν απέναντί τους σε αμήχανη θέση.

Δε δίστασαν μάλιστα να τον πειράξουν για τα ρούχα και το μακιγιάζ, χωρίς να δείχνουν να παραξενεύονται από το θέαμα που προσφέρει. Μπορεί να μην τους φαινόταν τόσο «αντρική» η εικόνα του, αλλά ακόμα κι αυτό το παραδέχτηκαν, τόσο γλυκά, τόσο αυθόρμητα. Δεν είπαν ότι δεν είναι φυσιολογικός, δεν αναρωτήθηκαν γιατί το κάνει και δεν τον κοίταξαν με καχυποψία. Φοβάμαι και παράλληλα ντρέπομαι πως αν ήμουν εγώ, ή κάποιος άλλος μεγάλος στη θέση τους, θα έκρυβε όσα σκεφτόταν και θα άφηνε αυτή τη μαγική στιγμή να περάσει ανεκμετάλλευτη. Σε αντίθεση με τα παιδιά, που σ’ αυτά τα πέντε λεπτά του βίντεο, δε σταμάτησαν να γελούν με τα αστεία κι ας φορούσε έντονο κραγιόν, δεν έδειξαν να τους αφορά αυτό, μα τα λόγια που έβγαιναν από τα χείλη. Μάλλον γιατί δεν τους νοιάζει τι φοράει, πώς μοιάζει και πώς μιλάει κάποιος μα η ουσία των λεγόμενών του. Μεγαλώνοντας γιατί χαλάμε έτσι;

Ίσως γιατί τα παιδιά έχουν τη συνήθεια να μην κολλούν στο περιτύλιγμα, βιάζονται να ανακαλύψουν το περιεχόμενο και πετούν γρήγορα τις κορδέλες με το γκλίτερ και τα χρωματιστά χαρτόνια. Έτσι έγινε και σ’ αυτήν τη γνωριμία, κοίταξαν τον άνθρωπο που είχαν απέναντί τους χωρίς καχυποψία, χωρίς θολές και μπερδεμένες σκέψεις, δίχως προκαταλήψεις κι ενδοιασμούς. Έτσι κι αλλιώς αν δε σου φυτέψει κάποιος την προκατάληψη, δεν την έχεις από μόνος σου, αν όμως κάποιος σου μάθει την αγκαλιά, αγκαλιά θα προσφέρεις. Δε χρειάζεται πάντα να απλώνεις τα χέρια για να τη δώσεις, αρκεί μία λέξη, μία στιγμή, μία ματιά.

Όταν εκτοξεύτηκαν οι ατάκες του τύπου «κάνε αυτό που θέλεις, αυτό που σου αρέσει, γιατί αυτοί που είναι να σε μισούν, θα συνεχίσουν να το κάνουν», νιώθω λίγη. Γυρίζω πίσω τα δευτερόλεπτα, να επιβεβαιώσω όσα είπαν αυτά τα στοματάκια και παίρνω μία βαθιά ανάσα, μάλλον ανακούφισης. Σκέφτομαι ότι δε γεννιόμαστε για να μισούμε, να αντιδράμε άσχημα και να απορρίπτουμε τη διαφορετικότητα. Αυτά τα μαθαίνουμε μεγαλώνοντας, οπότε ας γυρίσουμε το βλέμμα στα παιδιά κι ας τα αφήσουμε για μία φορά να μας δείξουν εκείνα το δρόμο.

Στα δικά τους μάτια δεν τους ενοχλούσε τίποτα σε αυτήν την πρωινή επίσκεψη. Δεν έδειξαν περιέργεια, αρκούσε ότι ο άνθρωπος που είχαν απέναντί τούς τους κοιτάει ευθεία, κατευθείαν μες τα μάτια κι ας φοράει τεράστιες βλεφαρίδες, μοιάζει αρκετά χαρούμενος. Το μόνο που του ζήτησαν να κάνει, είναι να συνεχίσει να είναι αυτό που θέλει, γιατί αν τον κάνει ευτυχισμένο, τότε σίγουρα κάνει το σωστό. Κι αν είναι λίγο διαφορετικός από το συνηθισμένα μας, μάλλον όλοι οι υπόλοιποι είμαστε πολύ βαρετοί, μάλλον δεν τολμήσαμε και φοβηθήκαμε όσα θα πουν, σαν να μην ξέρουμε ότι ο κόσμος πάντα θα βρίσκει κάτι να πει και αυτό δε θα πρέπει να μας αφορά.

Η ντραγκ κουίν αποκάλυψε στα ματάκια που κοιτούσαν με αφοσίωση και σεβασμό, πως ήταν ένα διαφορετικό παιδί και δεν είχε τις καλύτερες αναμνήσεις απ’ το σχολείο. Αυτά τα φανταστικά τυπάκια όμως, τον έκαναν να αναθεωρήσει την άποψή του, να αισιοδοξεί για το μέλλον και να πειστεί πως σίγουρα υπάρχει χώρος για το διαφορετικό κι αξίζει να μη φοβάται να είναι άνθρωπος μπόλικος, γενναιόδωρος, με ανοιχτά μάτια κι ανοιχτές αγκαλιές. Αγκαλιές που δεν έχουν αγκάθια να τσιμπούν, που κοιτούν καθαρά και οι ορίζοντές τους είναι ξάστεροι.

Η αγκαλιά των παιδιών δεν μπλέκεται ανάμεσα στο σωστό και το λάθος, δεν περιορίζεται στο φυσιολογικό και στο παράξενο. Εκείνα είναι ανυποψίαστα, ό, τι πουν, είναι η αλήθεια τους και δε φροντίζουν να τη στρογγυλεύουν ή να τη φιλτράρουν, δε λένε άδικα πως απ’ το μικρό μαθαίνεις την αλήθεια.

Δεν έχουν μάθει να ξεχωρίζουν τους ανθρώπους, δεν κρίνουν το διαφορετικό, κοιτάζουν με τα ίδια μάτια ένα κορίτσι κι ένα αγόρι που φοράει μακιγιάζ, ένα λευκό κι ένα σκούρο δέρμα, δύο αγόρια που περπατούν χέρι-χέρι. Προτίμησαν να συζητήσουν, να γνωριστούν κι όχι να κρίνουν, διάλεξαν να αισθανθούν όμορφα κι οι δύο πλευρές κι όχι άβολα. Κι αφού έτσι ξεκινάμε όλοι, πότε γίνεται η αλλαγή και καταλήγουμε να κοιτούμε με απεχθή περιέργεια, να φοβόμαστε και να απομακρύνουμε το διαφορετικό; Πότε χάσαμε όλη τη σοφία που είχαμε ως παιδιά;

Συντάκτης: Ελεάννα Μαυροπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου