Αν γίνουμε ψυχαναλυτές του εαυτού μας έστω για μια μέρα -πράγμα που είναι υποχρέωσή μας σε έναν βαθμό-, θα βρούμε χίλια δύο παραδείγματα στα οποία αδικήσαμε ή σαμποτάραμε επί καθημερινής βάσης τον πολύτιμο εαυτό μας. Λίγο κάποια γονεϊκά κι ανεκπλήρωτα απωθημένα, λίγο κάποιες αδούλευτες ανασφάλειες, που σήκωσαν κεφάλι και κανένας δεν τις σταμάτησε εγκαίρως, και πολλά νεύρα γιατί τελικά τον εαυτό μας δεν τον αγαπήσαμε.

Παράπονα, πολλές συνεδρίες στο ντούζ με συμβουλάτορα τις ατάκες που δεν είπαμε και τα ριπλέι των συζητήσεων που θα θέλαμε να πάνε αλλιώς, κάτι «πύργοι» που δεν κατακτήσαμε παρ’ όλο που τους είχαμε στο μάτι και βολευτήκαμε στο ισόγειο, ενώ μας άξιζε ο τρίτος με θέα. Και να σου πολύ θυμωμένος ο εγωισμός. Εννοείται πως μετανιώνουμε καταστάσεις που επιτρέψαμε με πρόσχημα το «τότε δεν ήξερα» που ελάχιστα ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα εν τέλει. Η αλήθεια είναι πως πάντα ξέρουμε τι επιτρέπουμε, απλώς δεν ξέρουμε να παζαρεύουμε το πόσο αντέχουμε και κοφτά να αρνούμαστε τα ημίμετρα. Δεν ξέρουμε να λέμε «όχι», «αντίο» και «ως εδώ».

Στη στοίβα με τα απωθημένα κάτι κουβέντες που κατάπιαμε και κάτι σύντροφοι που θα έπρεπε να έχουν φύγει τσάκ μπαμ από τη ζωή μας. Χωρίς πολλά πολλά και άσκοπες συζητήσεις με χαμένο χρόνο. Είπαμε και μερικά «δε βαριέσαι» όσο τους δικαιολογήσαμε πως χάθηκαν, γιατί είχαν έντονη ζωή -κι ας ξέραμε πως χάθηκαν, γιατί εφησυχασμένοι γνώριζαν πως πάντα θα είμαστε εδώ να τους ακούσουμε και να δείξουμε κατανόηση. Λες και η κατανόηση δε θα τελείωνε. Στοίβα οι φορές που ανοίξαμε την πόρτα και υποδεχτήκαμε φίλους που πήγαν στα καράβια, αλλά εν τέλει ήταν εδώ. Και άλλους που με δόλο αποφάσισαν όχι μόνο να περάσουν τα όρια, αλλά να βγάλουν κατιτίς και να κατοχυρώσουν τα κοινά, πέρα από τα δικά τους, χτίζοντας αποκτήματα εις βάρος μας.

Ζωηρές φιγούρες να μας φωνάζουν κατάμουτρα πως δε μας αγαπήσαμε όσο έπρεπε, αλλιώς θα τους κουνούσαμε πανί εξ αρχής, όταν έπρεπε και θα τους βάζαμε ένα κόκκινο λαμπερό στόπ να μάθουν να μην περνάνε «γραμμές» ούτε για αστείο. Αν είσαι τυχερός, εκεί πάνω στην αφύπνιση, τότε που αρχίζεις να απαιτείς τα «δεδουλευμένα» σου από τη φάμπρικα της ζωής,μπορεί να δεις χωρίς δαχτυλιές στην οθόνη σου και τα γυαλιά σου τον άνθρωπο που πολλάκις αδίκησες, όμορφο και καλογυαλισμένο, άξιο αγάπης και εκτίμησης. Ένας σύντροφος που πραγματικά σου αξίζει μπορεί να σε βοηθήσει να υπερνικήσεις τα εμπόδια που μπαίνουν ανάμεσα στα μάτια σου και το είδωλό σου στον καθρέφτη -κι ας μην είναι δουλειά του.

Γνωρίζουμε πως δύο μισά δεν κάνουν ένα ολόκληρο, πάρα μόνο δύο ολοκληρωμένοι άνθρωποι. Υπάρχουν όμως κι οι σπάνιοι άνθρωποι που θα σε σκουπίσουν όταν θα στάζεις στον ιδρώτα πριν από μια συνέντευξη και όταν τα χέρια σου θα τρέμουν στην ορκωμοσία. Εκείνοι, που δε λέγονται απλώς φίλοι σου αλλά είναι μέντορές σου και δε γυρεύουν από σένα μια περιστασιακή καλοπέραση ή ένα κουτσομπολιό στην καφετέρια για να κλείσει πικάντικα η μέρα. Αυτοί που σε νοιάζονται και σου τηλεφωνούν όταν πας στον γιατρό με γνήσιο ενδιαφέρον. Αυτοί που ξέρουν να σταματούν όταν καλή μεν η νουθεσία, αλλά το παράκαναν με το δασκαλίκι. Λίγους από αυτούς τους ανθρώπους στη ζωή σου και αρχίζεις να αναρωτιέσαι τι έκανες ως τώρα σε σχέσεις μισές που παρίστανες τον καλόγερο που ακουμπούσαν οι άλλοι το παλτό με τα προβλήματά τους. Μόνο να μπορούσες να σε δεις μέσα απ’ τα μάτια του/της συντρόφου που σε κοιτάζει σαν να είσαι ό,τι πιο ωραίο έχει δει ποτέ, ενώ εξ’ ορισμού είσαι ένα ατελές ον. Μέσα απ’ τα μάτια του φίλου που θα σου στείλει να δει πως έφτασες καλά και του ανθρώπου που θα σε περιμένει σπίτι με φαγητό και ζεστό νερό, όταν εσύ θα είσαι στο τρέξιμο όλη μέρα.

Ως δια μαγείας, αν σε κοιτάξεις απ’ τη γωνία, ίδιος ενώ είσαι, στο εγγυώμαι μοιάζεις να αστράφτεις. Απαιτείς περισσότερα, έχεις μάθει απ’ τα λάθη σου, βάζεις όρια. Δε νοιάζεσαι πια να ικανοποιήσεις τους άλλους, ούτε το τι θα πουν για σένα σε πολυνοιάζει. Αυτό που έχει σημασία είναι τι πιστεύεις εσύ -και κάποιος που ουσιαστικά σε εκτιμά δε θα φοβηθεί να στο θυμίσει όταν εσύ το έχεις ξεχάσει ή πέφτεις έξω στις εκτιμήσεις σου για σένα.

Συντάκτης: Ελένη Χριστοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.