Σε εμάς τους ανθρώπους, αρέσει πολύ να βαφτίζουμε τα όσα νιώθουμε με διάφορες βαρύγδουπες λέξεις ακόμη και αν αυτές δεν ανταποκρίνονται 100% στα συναισθήματά μας. Πόσες φορές δεν αποκαλέσαμε, δυνατά ή ακόμη και από μέσα μας, μεγάλο έρωτα μια χαλαρή καψούρα; Πόσες φορές δε βαφτίσαμε απόλυτη ευτυχία έναν στιγμιαίο ενθουσιασμό; Ή πόσες φορές δε θεωρήσαμε ότι αγγίξαμε την απόλυτη καταστροφή των συναισθημάτων μας επειδή περάσαμε μια επιφανειακή -όπως τελικά αποδείχτηκε- απογοήτευση;

Οι λόγοι για τους οποίους το κάνουμε αυτό είναι δύο και εξ ορισμού θα λέγαμε ότι είναι ο ένας αντίθετος του άλλου.

Ο πρώτος λόγος έχει να κάνει με το ότι κατά βάθος μας αρέσουν τα απόλυτα. Αυτά που σε τόσες ταινίες έχουμε δει και θεωρούμε ότι αντικατοπτρίζουν τα πιο βαθιά σημεία του συναισθηματικού μας κόσμου. Και δεν έχει τόση σημασία αν το συναίσθημα θα είναι θετικό ή αρνητικό, σημασία έχει το να αγγίξει τα άκρα, να νιώσεις τις αισθήσεις σου να οξύνονται και να νιώσεις όσα σου δημιουργεί αυτό που ζεις να κυλάει κυριολεκτικά μέσα στις φλέβες σου φτάνοντας σε κάθε σημείο του σώματός σου. Όλοι γουστάρουμε να αγγίξουμε το απόλυτο, έστω για μία φορά, οπότε πολλές φορές βιαζόμαστε να το δούμε σε πράγματα και καταστάσεις που ακόμη δεν έχουν ωριμάσει.

Ο δεύτερος λόγος είναι πως όταν τελικά βρεθούμε αντιμέτωποι με το τόσο πολυπόθητο υπέρτατο, τρομάζουμε. Με τα συναισθήματα που μας κατακλύζουν, με την ένταση που αυτά δημιουργούν. Τρομάζουμε τελικά με την αίσθηση του να χάνουμε τον έλεγχο από τα χέρια μας. Δε μας αρέσει το ότι ξαφνικά στις φλέβες μας νιώθουμε να κυλάει και κάτι πέρα από το κόκκινο παχύρρευστο υγρό. Ξεκινάμε λοιπόν να αποφεύγουμε τεχνηέντως όλα όσα μπορεί να μας οδηγήσουν εκεί ψάχνοντας να βρούμε πάνω του λάθη και ψεγάδια.

Βαφτίζουμε άτομα ανεπαρκή, ονομάζουμε τις στιγμές κακές και διαλαλούμε ότι οι συνθήκες είναι δυστυχώς ακατάλληλες. Αναθεματίζουμε που το πιο σωστό άτομο δεν μπόρεσε να βρει το σωστό timing για να κάνει την εμφάνισή του και καταλήγουμε να στερούμε από τον εαυτό μας αυτό που αποζητάει και να τον πείθουμε ότι αυτή είναι η σωστότερη των αποφάσεων. Και όλα αυτά από φόβο για την ένταση που μπορεί να δώσει ο έρωτας όταν είναι αληθινός, που ας το παραδεχτούμε, είναι αρκετή για να ισοπεδώσει ζωές, καρδιές και καταστάσεις με μία του μόνο κίνηση. Μια μικρή μπουλντόζα ο έρωτας, φοβόμαστε όμως τελικά το τι θα παρασύρει.

Τώρα θα μου πεις, τι σχέση έχει το πόσο πολύ μπορεί να φοβόμαστε την ένταση με το ότι βαφτίζουμε με λάθος λέξεις τα λάθος άτομα; Έχει. Γιατί αν είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας θα δούμε ότι κατά βάθος πάντα ξέρουμε πότε αυτό που λέμε δεν ισχύει. Απλώς προτιμούμε να δηλώσουμε ότι και εμείς καταφέραμε να το ζήσουμε, παρά να παραδεχτούμε ότι όταν ήρθε τελικά μπροστά μας το φοβηθήκαμε.

Δε λέω ότι λέμε ψέματα, όχι τουλάχιστον στο 100%. Υπάρχει όντως μέσα μας η απορία. Τα «μήπως» και τα «ίσως» που μας λένε ότι υπάρχει η πιθανότητα ο άνθρωπος που έχουμε απέναντί μας να εξελιχθεί σε κάτι πολύ καλό. Αλλά τα «ίσως» δεν κάνουν εντύπωση. Δε μας βάζουν στην κατηγορία του αξιοζήλευτου ούτε βάζουν κανέναν να σκεφτεί πόσο τυχεροί είμαστε πού ζήσαμε τελικά κάτι που έδωσε ζωή σε όσους στίχους τραγουδιών έχουμε αγαπήσει. Προτιμάμε λοιπόν να βαφτίζουμε βεβαιότητα μια απλή πιθανότητα παρά να παραδεχτούμε μια πιθανή μας ήττα.

Και αν γίνεται όλη αυτή η διαδικασία στο βωμό της απόλυτης σχέσης, τότε γιατί το ίδιο κάνουμε πολλές φορές και με το χωρισμό; Γιατί κατά βάθος θέλουμε να βρεθούμε στα πατώματα για λίγο, προκειμένου να νιώσουμε ότι όλα πήγαν σωστά; Επειδή αν αυτό δε γίνει, θα θεωρηθεί ήττα η σχέση που υπήρχε από πίσω η οποία δεν είχε καν την «αξιοπρέπεια» να μας χαρίσει ένα σωστά δύσκολο τέλος. Όταν ένας χωρισμός δε μας κάνει να ψάχνουμε κόλλα να κολλήσουμε ένα-ένα τα κομμάτια μας, τότε είναι σαν να χάσαμε το χρόνο μας με κάτι που δεν κατάφερε ούτε καν να μας στεναχωρήσει που το χάσαμε.

Όλοι γουστάρουμε τα απόλυτα και αυτό είναι φυσικό. Αυτό που παύει να είναι εντάξει, είναι όταν αρχίζουμε να παραπλανούμε τον εαυτό μας για να πιστέψει ότι το έζησε. Το θέμα δεν είναι να βαφτίσουμε μια σχέση ή ένα χωρισμό κάτι που δεν είναι. Ούτε έχει τόση σημασία το να βρούμε το πολυπόθητο απόλυτο. Σημασία έχει τελικά να ζήσουμε στο έπακρο αυτό που μας προσφέρεται, ό,τι κι αν είναι αυτό. Ας θυμόμαστε ότι όταν τελικά έρθει εκείνη η καψούρα με τα στοιχεία του υπέρτατου οι πιθανότητες είναι ότι θα μας απορροφήσει τόσο που θα ξεχάσουμε να της δώσουμε τον οποιονδήποτε χαρακτηρισμό. Θα μας νοιάζει μόνο να τη ζήσουμε.

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη