Εσύ θεωρείς τον εαυτό σου τυχερό ή άτυχο; Οι περισσότεροι από εμάς κατατάσσουμε τον εαυτό μας σε μία κατηγορία, αλλά κατά πόσο έχουμε κάτσει να αναρωτηθούμε τι είναι τελικά η τύχη; Ποιος την ορίζει και κατά πόσο είναι στο χέρι μας να τη χειραγωγήσουμε;

Ο καθηγητής Richard Wiseman αποφάσισε να μελετήσει σε μεγαλύτερο βάθος τον παράγοντα της τύχης. Θέλησε να μάθει αν επρόκειτο απλώς για πιθανότητες ή αν υπήρχαν τελικά παράγοντες που ευνοούσαν μία μερίδα του πληθυσμού έναντι μίας άλλης. Ξεκίνησε, λοιπόν, βάζοντας μια αγγελία στην εφημερίδα ζητώντας από άτομα που θεωρούσαν ότι άνηκαν σε οποιαδήποτε από της δύο κατηγορίες, τυχεροί ή άτυχοι, να επικοινωνήσουν μαζί του. Αφού μάζεψε ένα δείγμα τετρακοσίων ατόμων από όλα τα κοινωνικά στρώματα, ξεκίνησε την έρευνά του. Πρώτο και πιο συνταρακτικό αποτέλεσμα; Όσοι δήλωσαν τυχεροί, σε διάφορα τεστ που έγιναν, όντως ήταν!

Το μεγάλο ερώτημα που γεννήθηκε ήταν ένα. Επρόκειτο όντως για μία ανώτερη δύναμη η οποία επηρέαζε την έκβαση των γεγονότων ή κρυβόταν κάτι άλλο από πίσω; Επί δέκα χρόνια οι τετρακόσιοι άνθρωποι που είχαν ανταποκριθεί στην αγγελία κρατούσαν ημερολόγια, απαντούσαν ερωτηματολόγια, συμπλήρωναν τεστ ευφυίας και τελικά κλήθηκαν στο εργαστήριο για διεξαγωγή πειραμάτων. Στο τέλος της έρευνας ο καθηγητής μπορούσε με βεβαιότητα να πει ότι οι λόγοι που κάποιοι ήταν τυχεροί, δεν ήταν καθόλου τυχαίοι. Υπήρχαν στοιχεία του χαρακτήρα και τις συμπεριφοράς τους που οδηγούσαν σε αυτά τα αποτελέσματα. Ας δούμε παρέα μερικά από αυτά τα στοιχεία και τον τρόπο με τον οποίο ο Wiseman τα απέδειξε.

Παράγοντας άγχος

Σε όλους τους συμμετέχοντες δόθηκε μία εφημερίδα και τους ζητήθηκε να μετρήσουν πόσες εικόνες υπήρχαν μέσα. Στην αρχή της εφημερίδας, με γράμματα που έπιαναν τη μισή και πλέον σελίδα, είχε τοποθετηθεί ένα μήνυμα που έλεγε «Πες στον επιτηρητή ότι είδες αυτό το μήνυμα και κέρδισε 250 ευρώ» Οι «τυχεροί» εντόπιζαν το μήνυμα, οι άτυχοι το έχαναν. Μόλις στην επόμενη σελίδα υπήρχε ένα μήνυμα που έλεγε «Σταμάτα να διαβάζεις εδώ. Η εφημερίδα έχει σαράντα τρεις φωτογραφίες». Αποτέλεσμα; Οι τυχεροί τελείωναν το τεστ σε μόλις λίγα δευτερόλεπτα και με 250 ευρώ στη τσέπη, ενώ στους άτυχους έπαιρνε κατά μέσο όρο δύο λεπτά και έφευγαν με άδεια χέρια.

Όπως εξήγησε ο καθηγητής οι «άτυχοι» όταν τους δίνονταν οι οδηγίες είχαν την τάση να αγχώνονται για το αν θα βρουν σωστό αριθμό και αυτό τους απέτρεπε από το να παρατηρούν οτιδήποτε στο οπτικό τους πεδίο δεν ήταν εικόνα. Έχαναν την ευκαιρία επειδή ασχολούνταν αποκλειστικά με ένα πράγμα. Τύχη, λοιπόν, ή μήπως όχι;

Παράγοντας κοινωνικότητα

Δόθηκε στους συμμετέχοντες μία λίστα από επίθετα και τους ζητήθηκε να βάλουν τικ αν ήξεραν κάποιον άνθρωπο με αυτό το επίθετο. Στην ομάδα των τυχερών πάνω από τους μισούς έβαλαν τικ σε πάνω από οχτώ ονόματα. Στην ομάδα των άτυχων λιγότεροι από το ένα τέταρτο κατάφεραν να βάλουν τον ίδιο αριθμό.

Σε ερωτήσεις που τους έγιναν οι «τυχεροί» δήλωναν πως όταν θέλουν κάτι το συζητάνε με ανθρώπους που γνωρίζουν και το αναφέρουν στις παρέες τους. Στο πείραμα αυτό ονομάστηκε «Δίκτυο τύχης» και εξηγήθηκε ως εξής: Το γεγονός ότι διαλαλείς πως ψάχνεις υπάλληλο για τη δουλειά σου δεν κάνει ελκυστικότερη τη θέση, αλλά την επόμενη φορά που κάποιος θα ακούσει για ένα φίλο που ψάχνει δουλειά, αυξάνεις τις πιθανότητες να σε σκεφτεί.

Παράγοντας ένστικτο

Κάθε διαγωνιζόμενος φόρεσε έναν μετρητή καρδιακών παλμών και τους ζητήθηκε να παίξουν ένα παιχνίδι στα χαρτιά το οποίο δεν είχαν παίξει ποτέ πριν. Το παιχνίδι παιζόταν χωρίς συγκεκριμένη στρατηγική, αντιθέτως ήταν σχεδιασμένο για να ωθήσει τους παίκτες να παίξουν με το ένστικτό τους. Οι παλμοί άρχισαν να ανεβοκατεβαίνουν και οι παίκτες που ενέδωσαν στο ένστικτο έκαναν πολύ καλύτερες επιλογές μέσα στο παιχνίδι. Από την άλλη όσοι έπαιζαν συντηρητικά, φοβούμενοι να ακολουθήσουν τους παλμούς τους όταν ανέβαιναν, αργούσαν να μάθουν το παιχνίδι και εν τέλη δεν έκαναν «τυχερές» επιλογές.

Παράγοντας οπτιμισμός

Ζητήθηκε από τους συμμετέχοντες να φανταστούν πως βρίσκονται σε μία τράπεζα και ξαφνικά μπουκάρουν μέσα ένοπλοι για ληστεία. Ένας από αυτούς πυροβολεί και πετυχαίνει τον συμμετέχων στον ώμο. Πολλοί από τους «άτυχους» της παρέας ανέφεραν ότι με την τύχη που έχουν ήταν επόμενο να βρεθούν στην τράπεζα την ώρα της ληστείας και μάλιστα να χτυπηθούν. Οι «τυχεροί» από την άλλη παρατηρούσαν ότι το σκηνικό θα μπορούσε να εξελιχθεί πολύ χειρότερα και θεωρούσαν τον εαυτό τους αρκετά τυχερό που η σφαίρα δεν τους είχε βρει αλλού -ας πούμε στο κεφάλι.

Η οπτική μας γωνία παίζει τεράστιο ρόλο στο αν θα θεωρήσουμε ότι είμαστε τυχεροί ή όχι. Ο Wiseman μάλιστα έδωσε έναν λίγο διαφορετικό ορισμό στο συγκεκριμένο φαινόμενο. Δε μίλησε για θετικό τρόπο σκέψης. Μίλησε για την ικανότητα που έχουν μερικά άτομα να φαντάζονται έναν διαφορετικό τρόπο να εξελιχθούν τα γεγονότα και το ονόμασε αυτό «counterfactual thinking»

Το τελευταίο κομμάτι της έρευνας περιλάμβανε ένα λίγο διαφορετικό πείραμα. Δημιουργήθηκαν ειδικές ασκήσεις που βοήθησαν τις δύο ομάδες να εφαρμόσουν τους παραπάνω τέσσερις παράγοντες στην καθημερινότητά τους και τους ζητήθηκε να τις κάνουν για έναν μήνα.

Ένα μήνα αργότερα τα αποτελέσματα ήταν θεαματικά. Το 80% των συμμετεχόντων δήλωσε ότι νιώθει πιο χαρούμενο, ικανοποιημένο με τη ζωή, αλλά κυρίως πιο τυχερό!

Ναι, η έρευνα του Wiseman μας άλλαξε κατά πολύ το πώς ορίζουμε την τύχη και το τυχαίο. Μας έδειξε πρακτικά ότι μπορούμε να ορίσουμε μόνοι μας την τύχη μας, και μας απέδειξε ότι αν δώσουμε προσοχή σε συγκεκριμένους τομείς τα πάντα είναι εφικτά. Ας αφήσουμε, λοιπόν, στην άκρη φυλαχτά και γούρια και ας πάρουμε επιτέλους τη τύχη μας στα χέρια μας όπως πλέον ξέρουμε ότι μπορούμε να κάνουμε!

Συντάκτης: Μαρία Ρουσσάκη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.