Δε σε εμποδίζει κανείς ζώντας τη ζωή σου να ψάχνεις παράλληλα και για το νόημά της, αν το θέλεις. Κι ας μην το βρεις ποτέ. Η γνώση σου δεν αγγίζει την απολυτότητα, ακριβώς επειδή εκ των πραγμάτων είναι ατελής. Γι’ αυτό και το νόημα της ύπαρξής μας ίσως να μην καταφέρουμε να το προσδιορίσουμε ποτέ επαρκώς.

Τι γίνεται όμως εν τω μεταξύ; Επιλέγουμε να βιώνουμε τη φαινομενική ματαιότητα των πάντων παθητικά; Ή ακολουθούμε το αίμα μας που βράζει πολλές φορές για κάτι, έστω και ανεξήγητα, δίνοντας εμείς οι ίδιοι νόημα στο τώρα μας; Ακόμη κι αν όλα είναι όντως μάταια, αντί να παραιτηθεί κανείς μπορεί να απομυθοποιήσει με βάση τη ματαιότητα τους φόβους του και να ζήσει στα άκρα μόνο και μόνο επειδή γουστάρει να το κάνει.

Η συγκεκριμένη ζωή, έτσι όπως τη βιώνουμε, κάποια στιγμή τελειώνει. Είτε το τέλος είναι απλώς μια αλλαγή σε κάτι άλλο είτε πρόκειται όντως για τέλος, φαντάζει κάθε μέρα πιο κοντά μας ως αναπόφευκτη κατάληξη. Έτσι, κάποιοι άνθρωποι έχουν επιλέξει το μονοπάτι του «You Only Live Once» αντιμετωπίζοντας διαφορετικά την ημερομηνία λήξης μας. Αυτή είναι η δική τους αντιπρόταση στην απόλυτη παθητικότητα όσων αφήνονται στη ροή μιας συμβατικής καθημερινότητας και ηθελημένα ξεχνούν ότι δε θα ζουν για πάντα.

Το να έχεις τα κότσια να κάνεις ό,τι θέλεις, όσο τρελό κι αν θεωρείται αυτό από τους πολλούς, απαιτεί κατά κύριο λόγο να έχεις ενστερνιστεί ότι όντως όλα κάποτε τελειώνουν. Ότι τελικά μπορεί τίποτε να μην έχει τόση σημασία όση του έχουμε προσδώσει εμείς. Άρα ούτε και τα όποια εμπόδια που μπαίνουν μπροστά μας.

Ποιος όμως είναι τόσο συμφιλιωμένος με τον ίδιο τον θάνατο -που για τους ανθρώπους σηματοδοτεί το περιβόητο τέλος- ώστε να δέχεται να τον αντιμετωπίζει καθημερινά ως κάτι που θα του δίνει κίνητρο να ζει έντονα την κάθε του στιγμή; Πιο εύκολο είναι να ξεχνιέσαι και να σκέφτεσαι πως «και αύριο μέρα είναι».

Οι άνθρωποι που επιλέγουν να μετατρέψουν την ανεξήγητη ύπαρξή τους σε μια μεγάλη έντονη εμπειρία, στα μάτια των περισσότερων λειτουργούν ακατανόητα, επιπόλαια, ανώριμα, αυτοκαταστροφικά. Ακριβώς επειδή οι πράξεις τους δεν υπακούν σε κανενός είδους ξένο μέτρο ή κανόνα.

Βιώνουν το ρίσκο ως κάτι εντελώς διαφορετικό από τους υπόλοιπους. Είναι το ίδιο το νόημα που έχουν επιλέξει να δώσουν στο ανεξήγητο φαινόμενο της ύπαρξης. Έχουν τοποθετήσει πολύ ψηλά τις επιθυμίες τους, ακριβώς επειδή αυτές είναι κάτι λιγότερο αμφισβητήσιμο από οτιδήποτε άλλο στη ζωή τους.

Μπορεί να μην είναι εύκολο κανείς να δώσει εξήγηση ούτε στο γιατί του αρέσει κάτι. Γνωρίζει όμως μέσα του ότι το θέλει. Η κλίση του, η ορμή του, η παρορμητικότητά του, τον στρέφουν προς τα εκεί. Και όταν το καταφέρνει, η απόλαυση της επιτυχίας του σε οποιονδήποτε τομέα είναι κάτι ασύγκριτα ξεσηκωτικό. Δεν είναι κακό το να λειτουργεί ως αυτοσκοπός αυτή η ικανοποίηση.

Οι συνειδητά ριψοκίνδυνοι το γνωρίζουν αυτό και δεν επαναπαύονται στα ήδη γνωστά και κεκτημένα. Το άγνωστο και το ακραίο είναι ο τζόγος τους. Εξιτάρονται με τη συνεχή υπερένταση. Μόλις κατακτήσουν έναν στόχο, μια εμπειρία, μια αίσθηση, θα βάλουν μπρος για τα επόμενα. Είναι αδύνατον να καθησυχαστούν. Ακόμη κι αν τα επόμενα θέτουν σε κίνδυνο τα ήδη υπάρχοντα. Μα τίποτε δεν είναι δεδομένο έτσι κι αλλιώς γι’ αυτούς.

Διεγείρονται στην ιδέα του απάτητου, το άγνωστο πάντα τους προκαλεί. Το τι θα πει ο κόσμος για τους ίδιους και τις επιλογές τους, αποτελεί την πιο γελοία σκέψη που θα μπορούσε να φέρει κανείς ως εμπόδιο μπροστά στις αποφάσεις τους. Τι είναι πια κι αυτός ο κόσμος αλήθεια, ώστε να έχει τόση σημασία το τι θα πει;

Θα απορρίψουν κάθε ενδοιασμό που θα τολμήσεις να προφέρεις με ένα απλούστατο αλλά ευστοχότατα αφοπλιστικό «ε και;» στο οποίο θα παρατηρήσεις -αν θέλεις να είσαι ειλικρινής- πως δεν έχεις καμία αρκετά πειστική απάντηση τελικά.  Ίσως μόνο κάποιον δικό σου ανεπιβεβαίωτο φόβο.

Τόσο μικρή και ανεξήγητη όμως που είναι η ζωή, ποιος ο λόγος να τρικλοποδιάζει κανείς τις επιθυμίες του επάνω σε παραπλανητικά εμπόδια, θα σου πούνε. Το δίπτυχο «θέλω-κάνω» για τους λάτρεις της περιπέτειας και των ακραίων εμπειριών, είναι ο μοναδικός γνώμονας λειτουργίας και δεν επιδέχεται παρεμβολές.

Φυσικά το ότι τοποθετούν ψηλά τους στόχους τους, δε σημαίνει ότι δε σέβονται τους άλλους ή ότι πατούν επί πτωμάτων για να πετύχουν. Εξάλλου δεν έχουν καν λόγο να ασχοληθούν με τέτοιου είδους ραδιουργίες. Ακόμη κι αυτές είναι χάσιμο χρόνου και πολύτιμης ενέργειας.

 Έχοντας φιλοσοφήσει κάποια πράγματα, σκοπός τους είναι το να έχουν όσο λιγότερα απωθημένα γίνεται, ώστε να αισθάνονται όμορφα. Κάτι που συμβάλλει και στην συμφιλίωση με τον εαυτό τους, αν το καλοσκεφτείς. Γιατί λοιπόν να χαλάσουν τη ζαχαρένια τους καταστρέφοντας όνειρα ξένα, όταν μπορούν να κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους ώστε να πετύχουν τα δικά τους;

Αποτελούν, βέβαια, τον εφιάλτη κάθε γονέα, αφού αρνούνται να τακτοποιηθούν και να βάλουν τη ζωή τους σε τάξη στο όνομα της «ασφάλειας». Τόσο ως παιδιά, όσο και ως ενήλικες.

Μπορεί και στα μάτια σου ένας τέτοιος άνθρωπος να φαντάζει ανώριμος. Σπάνια, βλέπεις, όλοι αυτοί οι «οι τρελαμένοι» συμβαδίζουν με τα πρότυπα συμπεριφοράς της ηλικίας τους. «Μα καλά», μπορεί να αναρωτηθείς, «έχει φτάσει τόσων χρονών κι ακόμη κυνηγάει χίμαιρες αντί να νοικοκυρευτεί, να δει τι θα κάνει με τη ζωή του;»

Για τους τρελούς παράτολμους υπαρξιστές εκεί έξω, όμως, ο κόσμος λειτουργεί αλλιώς. Θέτουν οι ίδιοι τους «κανόνες» στη δική τους ζωή. Κι αν ακόμη θελήσουν να παραιτηθούν θα το κάνουν από επιλογή. Όχι από φόβο.

Εσύ όμως πότε ήταν η τελευταία φορά που έκανες κάτι για πρώτη φορά, αλήθεια;

Συντάκτης: Έλλη Πράντζου