Πόσες και πόσες φορές δεν έχουμε πιάσει τον εαυτό μας να παρακολουθεί το ίδιο επεισόδιο, ταινία, στιγμιότυπο ενός τηλεοπτικού προϊόντος παρόλο χωρίς συγκεκριμένο λόγο παρόλο που το έχουμε δει ξανά; Πιθανόν το «γιατί» να μπορεί να το εξηγήσει η ψυχολογία και η εκάστοτε φάση που βρίσκεται καθένας, οι ενδορφίνες που απελευθερώνονται από τον εγκέφαλο την ώρα της προβολής και που ενδεχομένως μας κάνουν να αισθανόμαστε όμορφα. Κι όμως το κάνουμε και το επαναλαμβάνουμε όλοι ανεξαιρέτως. Όταν πρόκειται για τραγούδια δε μοιάζει τόσο «παράξενο» μιας και ένα μουσικό κομμάτι είναι σχετικά σύντομο, αναπαράγεται εύκολα κι είναι εύηχο. Με τις ταινίες και τα τηλεοπτικά προϊόντα η ιστορία είναι διαφορετική. Πραγματικά για ποιο λόγο μπαίνουμε στη διαδικασία να παρακολουθήσουμε κάτι που έχουμε δει δεκάδες φορές και που στη θέση του θα μπορούσαμε να βλέπουμε κάτι καινούριο το ίδιο -ή και περισσότερο- ενδιαφέρον; Αν υπάρχει κάποιος που γνωρίζει την αιτία και μπορεί να μας διαφωτίσει ας το κάνει.

Θυμάστε τον Τιτανικό, την εξαίρετη Χολιγουντιανή παραγωγή που πρωτοπόρησε στα τέλη των 90’s , έπαιξε σχεδόν παντού και απογείωσε την αμερικανική βιομηχανία του θεάματος όπως καμία άλλη παραγωγή νωρίτερα; Αυτή η ταινία σηματοδότησε την έντονη «εισβολή» των παραγωγών του Χόλιγουντ στα σπίτια μας και μας μετέτρεψε σε σταθερούς φαν κάθε τηλεοπτικής και κινηματογραφικής παραγωγής με προέλευση απ’ το συγκεκριμένο χώρο, αφού στην πλειοψηφία των περιπτώσεων αποτελούν εγγυημένη μορφή διασκέδασης και ψυχαγωγίας. Πολλοί από εμάς έχουμε δει τον «Τιτανικό»  δεκάδες φορές, γνωρίζουμε το γλυκόπικρο τέλος της ταινίας και παρόλα αυτά επιμένουμε να την παρακολουθούμε ακόμα και στις πιο σύγχρονες εκδοχές της σε 3D , 4D και sequel, στη μικρή και στη μεγάλη οθόνη -διακρίσεις δεν κάνουμε. Οι λόγοι ποικίλλουν. Ίσως να θέλαμε κι εμείς να ζήσουμε έναν vintage έρωτα στη μέση ενός ωκεανού, ενώ προσπαθούμε να επιβιώσουμε φυσικά και συναισθηματικά προσπαθώντας να βρούμε ισορροπίες.

Από την άλλη υπάρχουν ταινίες που παραπέμπουν σε άλλα συναισθηματικά μονοπάτια όπως το χιλιοπαιγμένο “Home Alone”. Φαντάζει σχεδόν αδύνατον να φτάσουν Χριστούγεννα και να μην παρακολουθήσουμε την household πλέον ταινία που άφησε εποχή από την εποχή των ’90s μέχρι σήμερα, μια ταινία που πλέον έχουμε συνδέσει με τη λευκή εποχή του χρόνου και τις πιο γιορτινές καντάδες ανά την υφήλιο. Ο λόγος; Κι εδώ θα μπορούσε καθένας να παραθέσει ελεύθερα τη γνώμη του. Η ταινία βγάζει μια ανεμελιά μιας όχι τόσο μακρινής, αλλά εντελώς διαφορετικής εποχής. Προβάλλει μια οικογενειακή, χαλαρή, γιορτινή ατμόσφαιρα που σε κάνει να αναπολείς το παρελθόν και αν έχεις τα κότσια να παρέμβεις στο παρόν καθορίζοντας συνάμα το μέλλον.

Να αναφερθώ και στις παλιές ταινίες της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου με αστέρες της μεγάλης οθόνης που αν μη τι άλλο άφησαν το στίγμα τους μέχρι σήμερα κι απ’ ότι φαίνεται για χρόνια ακόμα. Παλαιότεροι και νεότεροι παρακολουθούν με εξαιρετικό ενδιαφέρον ασπρόμαυρες φιγούρες που μιλάνε σχεδόν την ίδια γλώσσα, λίγο πιο γρήγορα και με περισσότερη ευφράδεια, που κινούνται με τρόπο αστείο και που παρουσιάζουν μια εικόνα που μοιάζει μακρινή, μα αν παρατηρήσεις καλύτερα μοιάζει πολύ με τη σημερινή πραγματικότητα. Έχουμε δει δεκάδες φορές τις ίδιες ελληνικές ταινίες, ξέρουμε το στόρι, αλλά επιμένουμε να τις βλέπουμε ξανά και ξανά.

Από όποια πλευρά κι αν το δει κανείς σε μια εποχή που η λέξη «επιλογή» βρίσκεται στο απόγειό της, δεν υπάρχουν δικαιολογίες, αφού μπορούμε να δούμε ό,τι θέλουμε, όσες φορές επιθυμούμε. Παρ’ όλα αυτά επιμένουμε στα ίδια. Θέλουμε και αποζητάμε ξανά και ξανά το ίδιο στόρι -ίσως γιατί μας εκφράζει ή μας χαλαρώνει. Μπορεί να μας αγγίζει αυτό που βλέπουμε, ίσως να μας μεταφέρει τη μαγεία, τη λάμψη, κάτι που βαθιά επιθυμούμε, ίσως να φέρνει στην επιφάνεια ένα απωθημένο, μια παράλληλη πραγματικότητα στην οποία δεν έτυχε να βρεθούμε -ίσως και όλα μαζί.  Μας αρέσει να ονειρευόμαστε κι αυτό μόνο κακό δεν είναι. Δε χρειάζεται να βρούμε την αιτία που επιλέγουμε να δούμε τα ίδια ξανά ξανά, φτάνει να αρκεστούμε στο ότι μας αρέσει ένα στόρι που μάθαμε πια απ’έξω, που εκτιμήσαμε πολύ, που έφτιαξε μια πραγματικότητα που θέλουμε να έχουμε ή έκανε καλύτερη την ήδη υπάρχουσα. Είναι όμορφο, μας αρέσει, δεν ενοχλούμε κανέναν κι εξάλλου λένε ότι η επανάληψη είναι μήτηρ μαθήσεως. Case closed!

Συντάκτης: Γιώργος Γκαρακλίδης
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.