Ίσως έχουν υπάρξει στιγμές στη ζωή σου που ένιωσες ότι, πιθανότατα, έχεις γεννηθεί σε κάποια λάθος εποχή. Δεν μπορείς να συμβαδίσεις με όσα διαδραματίζονται γύρω σου, σκέφτεσαι ότι ή ο κόσμος κινείται υπερβολικά γρήγορα ή εσύ ακολουθείς ρυθμούς πιο αργούς που ανήκουν σε μια άλλη δεκαετία και που σήμερα θα θεωρούνταν ξεπερασμένοι, αν όχι παλιομοδίτικοι -και μάλλον ισχύουν και τα δυο ταυτοχρόνως.

Σήμερα, όλοι κι όλα κινούνται σε τέτοιους ρυθμούς που μέχρι να δούμε τη μία εικόνα και να προσπαθήσουμε να αποκρυπτογραφήσουμε το μήνυμά της, σκάει μπροστά στα έκπληκτα μάτια μας, η επόμενη. Το αν αυτό είναι καλό ή κακό είναι κάτι που θα φανεί στο χειροκρότημα, σύμφωνα και με το τραγούδι, το μόνο σίγουρο πάντως είναι, ότι αυτή η ταχύτητα οφείλεται στην απληστία μας.

Να δούμε και να γευτούμε όσα πιο πολλά μπορούμε, δήθεν για να αποκτήσουμε εμπειρίες, όταν, ουσιαστικά, το μόνο που κάνουμε είναι να περνάμε ξυστά απ’ τα πάντα, χωρίς να ζούμε κάτι από αυτά στο έπακρο. Γρήγορα τρώμε, γρήγορα δουλεύουμε, γρήγορα πίνουμε τον καφέ μας, γρήγορα γνωρίζουμε τους άλλους, γρήγορα αγαπάμε.

Αγαπάμε; Όντως; Ξέρουμε τι είναι αυτό; Κι ακόμα κι αν ξέρουμε, γιατί το έχουμε ξεχάσει τελείως; Είναι τόσο βαθιά, τελικά, η κρίση αξιών, ώστε γίναμε άνθρωποι χωρίς αγάπη; Ή μήπως απλά φοβόμαστε; Την πιθανή απόρριψη, να δεθούμε συναισθηματικά κι ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Πάει πολύς καιρός που έχω να ακούσω το «σ’ αγαπώ» Και μάλιστα, πάει καιρός που όχι μόνο δεν το ακούω απ’ τους άλλους, αλλά κι από μένα την ίδια. Ακόμη και το «μου αρέσεις» είναι κάτι σπάνιο πια. Πιο πιθανό είναι να ακουστούν φράσεις του στιλ «σε θέλω», «σε γουστάρω» κλπ. Έχουμε αντικαταστήσει αυτές τι φράσεις με άλλες, όχι γιατί ξαφνικά έγινε φτωχότερο το λεξιλόγιό μας, αλλά γιατί κάτι τέτοιο δείχνει λιγότερο ενδιαφέρον, άρα εκτιθέμεθα λιγότερο, άρα μειώνονται κατά πολύ οι πιθανότητες, που έχουμε, για να εισπράξουμε μια πιθανή απόρριψη.

Φίλες, φίλοι και γνωστοί κι όλοι δείχνουν ότι προτιμούν να γουστάρουν κάποιον, παρά να τους ενδιαφέρει, χωρίς κάτι τέτοιο να ισχύει, φυσικά, για τον απλούστατο και διόλου δυσνόητο λόγο ότι απ’ τη στιγμή που κάποιος δεν τους δείχνει ανοιχτά το ενδιαφέρον του, για ποιο λόγο αυτοί να εκτεθούν και να δείξουν παραπάνω πράγματα.

Ζούνε και ζούμε όλοι μέσα στο φόβο της απόρριψης, αποφεύγοντας να εκφράσουμε αυτό που πραγματικά αισθανόμαστε, χάνοντας διαρκώς ανθρώπους, ευκαιρίες ακόμα και πράγματα που φαντάζουν μικρά κι ασήμαντα, τα οποία όμως αθροιστικά μας δημιουργούν ένα συναισθηματικό κενό, πολύ δύσκολο να αναπληρωθεί.

Αντίθετα, έχουμε γίνει όλοι πολύ πιο επιφανειακοί και κυνικοί, αφού οι φράσεις που λέμε συχνότερα, περιλαμβάνουν ρήματα όπως το «θέλω» και το «γουστάρω», τα οποία ναι μεν δείχνουν μια έντονη επιθυμία, υποδεικνύοντας πόσο μας αρέσει κάτι, δεν παύουν, όμως, δε, να εκφράζουν συνήθως πιο παρορμητικές καταστάσεις, χωρίς ουσιαστικό βάθος συναισθημάτων, παρά μόνο την ένταση της στιγμής.

Έχουμε ξεχάσει εκείνες τις εποχές που το να πεις σε κάποιον ότι σου αρέσει ήταν κάτι όμορφο και τιμητικό, γιατί του έδειχνες πόσο σημαντικός είναι για σένα, αλλά και πόσο ξεχωριστός. Με το να γίνουμε όλοι απρόσωποι, μην εξωτερικεύοντας τα συναισθήματά μας, καταλήξαμε να δημιουργούμε σχέσεις τις οποίες δυσκολευόμαστε να κρατήσουμε. Σχέσεις που δεν εκφραζόμαστε, όχι απαραίτητα από έλλειψη αγάπης κι ενδιαφέροντος για τον άλλο, αλλά από ανασφάλεια και φόβο, ότι ο άλλος δε θα μας καταλάβει και δε θα νιώσει την ανάγκη που εμείς εκφράζουμε κι εν τελεί θα μας απορρίψει.

Χτίζουμε σαθρά οικοδομήματα σχέσεων, που ανά πάσα ώρα και στιγμή, μπορούν να πέσουν και να πλακώσουν όσους βρίσκονται από κάτω. Οδηγούμαστε σε μια διαρκή αποξένωση, στην οποία κλεινόμαστε γιατί μας βολεύει από άποψη ασφάλειας αυτός ο φαύλος κύκλος που δημιουργείται. Καθόμαστε άπραγοι κι απλά λέμε ότι άλλαξαν οι καιροί, οι σχέσεις των ανθρώπων δεν είναι όπως ήταν κάποτε, οι άνθρωποι δεν εκφράζονται πια, ζούμε στην εποχή της κρίσης των άξιων και των σχέσεων και μπλα μπλα. Κανείς, όμως, δε δραστηριοποιείται.

Γιατί να μην κάνουμε εμείς την πρώτη κίνηση; Να πούμε σε αυτόν που μας αρέσει πώς νιώθουμε. Να είμαστε αληθινοί και να του δείξουμε ότι πιστεύουμε αυτά που λέμε. Δεν υπάρχει τίποτα πιο όμορφο και κολακευτικό απ’ το να πιάσεις τον άλλο και ντόμπρα να του πεις πώς νιώθεις γι’ αυτόν. Να του δείξεις πως έχεις το θάρρος να του μιλήσεις και δεν πρόκειται για κάτι που απλώς σου γυάλισε ένα βράδυ, στο κλαμπ, υπό την επήρεια κάθε είδους αλκοολούχου.

Για να ανοίγεις την ψυχή σου σε κάποιον πρέπει –όχι να είσαι σίγουρος ότι δε θα σε απορρίψουν, γιατί αυτό με βεβαιότητα δε θα το μάθεις ποτέ– να έχεις το θάρρος και την ψυχική ετοιμότητα ότι μπορεί να σε απορρίψουν, αλλά μπορεί κι όχι. Κι αν η απάντηση είναι θετική κι οδηγήσει σε κάτι πολύ όμορφο;

Ας μη χανόμαστε πίσω από εικόνες κι εντυπώσεις.  Ας προσπαθήσουμε μόνοι μας να ξαναφτιάξουμε τον κόσμο, όχι αγγελικά πλασμένο, αλλά έναν κόσμο που θα μπορούμε να εκφράσουμε τα συναισθήματά μας ειλικρινά και με καθαρότητα ψυχής.  Βάζοντας για μια φορά στην άκρη τους αριθμούς και διεκδικώντας –κάποιοι ίσως για πρώτη φορά– την ποιότητα έναντι της ποσότητας.

Οι λίγοι και ποιοτικοί είναι αυτοί που αξίζουν κι όσο πιο αληθινοί είμαστε εμείς με τον εαυτό μας, άλλο τόσο αληθινοί θα είμαστε με τους γύρω μας κι οι γύρω μας με εμάς.

 

Συντάκτης: Ιωάννα Μαρίνου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη