Τα social media αν και ξεκίνησαν για να ευκολύνουν την επικοινωνία και τη διασύνδεση των ανθρώπων σε κοντινές ή μακρινές καταστάσεις, τελικά κατέληξαν ένα μέσο ανταλλαγής κωδικοποιημένων μηνυμάτων προς συγκεκριμένους, κρυφούς παραλήπτες.

Με πιο λαϊκά λόγια, τα status μας έχουν εξελιχθεί σε «σπόντες» προς ένα άτομο ή ομάδα ατόμων, μυστικής ταυτότητας. Το μυστικό αυτό μας παιχνίδι ανταλλαγής μηνυμάτων έχει και θεατές. Τον διαδικτυακό κόσμο, γνωστοί και άγνωστοι, που παρακολουθούν βαριεστημένοι, απορημένοι ή και πορωμένοι τις μυστήριες μπηχτές μας.

Για σκεφτείτε λίγο! Πριν δημιουργηθούν τα social media, και για όσους πρόλαβαν την προ αυτών εποχή, οι άνθρωποι τι τις έκαναν τις σκέψεις τους; Πού και πώς διοχέτευαν τον θυμό τους; Πώς εξέφραζαν τα αισθήματά τους, ερωτικά και άλλα, στους άλλους; Κάποιοι κάνουν ό,τι κάνουν και σήμερα, κρατούν όσα νιώθουν και όσα θέλουν να πουν μέσα τους. Οι υπόλοιποι χρησιμοποιούσαν τους παραδοσιακούς τρόπους επικοινωνίας, χωρίς να χρειάζεται να ενημερώνονται για την συναισθηματική τους κατάσταση, και κάποιοι χιλιάδες άσχετοι «φίλοι».

Τα social media έχουν δημιουργήσει την ανάγκη των ανθρώπων να μοιράζονται όσα και ό,τι κάνουν με φίλους, γνωστούς και άγνωστους. Πλέον, μοιραζόμαστε ή «δείχνουμε» τα πάντα από τη ζωή μας. Από τις πιο προσωπικές μας στιγμές, εξόδους, φαγητό, σχέσεις μέχρι και την παρούσα συναισθηματική μας κατάσταση, μπορούμε να την κάνουμε γνωστή σε χιλιάδες άλλους, πατώντας το enter στον υπολογιστή. Τόσο εύκολα μπορούμε να στείλουμε και τις σπόντες μας προς πρώην συντρόφους, κακούς συνάδελφους, φίλους με τους οποίους τσακωθήκαμε κλπ. Μήπως το κάνει καλύτερο τώρα που μας παρακολουθούν; Μήπως τελικά το επιζητάμε;

Όμως, παίρνουν όντως οι πραγματικοί παραλήπτες τα μηνύματα που τους στέλνουμε; Κάποιες φορές ναι, κάποιες άλλες το μήνυμα δε φτάνει ποτέ κι ας νομίζουμε εμείς ότι σίγουρα το άτομο κατάλαβε, και πολλές φορές το μόνο που καταφέρνουμε είναι να δημιουργούμε σύγχυση και παρεξηγήσεις. Τα μηνύματα μας πάνε σε λάθος παραλήπτες ή ερμηνεύονται λάθος και οι σχέσεις των ανθρώπων χαλάνε χωρίς ουσιαστικό λόγο και για βλακείες. Χωρίς να έχουν συναντηθεί, χωρίς ίσως να έχουν ανταλλάξει καν δύο πραγματικές κουβέντες μεταξύ τους.

Μήπως τελικά τα διαδικτυακά μηνύματα χωρίς συγκεκριμένο παραλήπτη είναι η εύκολη λύση των ανθρώπων που απλώς αποφεύγουν τις πιο άμεσες διαφωνίες; Μήπως είναι το καταφύγιο των δειλών και των μνησίκακων;  Ή μήπως πάλι είναι απλά ο σύγχρονος τρόπος έκφρασης των ανθρώπων, που μπορεί να είναι και ρομαντικός πολλές φορές, όμως και πολύ εκνευριστικός γι’ αυτούς που άθελά τους παρακολουθούν.

Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι που απλά θέλουν να σπάσουν πλάκα, όμως όλοι έχουμε στείλει έστω και ένα κωδικοποιημένο μήνυμα που μόνο εμείς ή κανένα δυο φίλοι μας ξέραμε τον παραλήπτη.

Προσωπικά, αν και πέρασα από ένα τέτοιο στάδιο, κατάλαβα ότι η χρησιμότητά τους είναι σχεδόν μηδενική και ότι περισσότερο σε βάζουν σε μπελάδες παρά διορθώνουν τα πράγματα. Ο έρωτας σίγουρα δε θα ‘ρθει αν τον καλέσουμε με ένα γλυκό status και ίσως μας αγνοήσει, αν τον βρίσουμε που δεν ήρθε.

Και το άλλο; Τα περισσότερα status τα γράφουμε εν βρασμώ ψυχής και σε αυτά εκφράζουμε παροδικό θυμό ή συναισθήματα. Μόλις, όμως, αυτό δημοσιευτούν μετά δεν ξεγράφονται, εκτός κι αν πατήσουμε delete προτού ο παραλήπτης μας το δει. Αλλιώς, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να μπερδεύουμε τον άλλο, να τον εκνευρίζουμε ίσως και τελικά να τον απομακρύνουμε, νιώθοντας μετά μετανιωμένοι. Χώρια όλοι εκείνοι οι οποίοι μας βλέπουν μια να γράφουμε και μια να σβήνουμε.

Αν πρόκειται ωστόσο να το κάνεις και δεν μπορείς να μην πέσεις στον πειρασμό, τουλάχιστον κάν’το με χιούμορ, με μυστήριο και με πρωτοτυπία. Μπορεί ο άμεσα ενδιαφερόμενος να μην το πιάσει, θα γελάσουν όμως όλοι οι υπόλοιποι.

Επιμέλεια Κειμένου Πράξιας Αρέστη: Κατερίνα Κεχαγιά.

Συντάκτης: Πράξια Αρέστη