

«Θα το κάνω αύριο»
«Ίσως λίγο πιο μετά»
«Ας φάω κάτι πρώτα»
«Να μαζέψω και λίγο το δωμάτιο πριν αρχίσω»
«Αχ είχα πει να ξεκινήσω στις 5:00.
Είναι 5:27.
Ας ξεκινήσω στις 6:00 λοιπόν»
Όλες αυτές οι φράσεις. Και άλλες τόσες παρόμοιες. Και ένα σωρό ακόμη προφάσεις, οι οποίες κινούνται γύρω από έναν κοινό άξονα και το νόημα τους είναι δυνατό να συνοψιστεί σε μία και μόνη λέξη.
«Αναβλητικότητα»
Πρόκειται για μια κατάσταση όπου ένα άτομο, όταν έρχεται αντιμέτωπο με κάποιας μορφής υποχρέωση, δουλειά, εργασία ή καθήκον, καταλήγει να μεταθέτει την έναρξη και την ολοκλήρωσή του σε μεταγενέστερο χρόνο απ’ αυτόν που είχε αρχικά προγραμματίσει. Στην πραγματικότητα – και για να είμαστε ειλικρινείς – είναι κάτι σχεδόν αναπόφευκτο, ακόμη και για τους πιο άξιους εκπροσώπους της υπευθυνότητας και της οργάνωσης, να βρεθούν έστω και μία φορά στη θέση να αναβάλουν κάποια δραστηριότητά τους. Είναι μια συνθήκη που πολύ εύκολα μπορεί να συμβεί και που δικαιολογείται είτε λόγω άλλων υποχρεώσεων που εκείνη τη στιγμή πρέπει να μπουν σε προτεραιότητα, είτε λόγω κακής διαχείρισης του χρόνου, αλλά συχνά και εξαιτίας κούρασης, αδιαθεσίας ή κάποιας απρόβλεπτης κατάστασης που μπορεί να προκύψει.
Εντούτοις, όταν η συμπεριφορά αυτή δε συνιστά ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά εμφανίζεται και ενδύεται τη μορφή ενός επαναλαμβανόμενου μοτίβου. Όταν μετατρέπεται δηλαδή και αποτελεί πλέον συνήθεια, και το βασικό coping mechanism που υιοθετείται απέναντι σε ευθύνες που καλείται να αναλάβει κάποιος, υπάρχει αρκετά μεγάλη πιθανότητα, το συμπεριφορικό αυτό σχήμα να υποκρύπτει και να αποτελεί ένδειξη ενός βαθύτερου προβλήματος.
Τις περισσότερες των περιπτώσεων η στάση αυτή της αναβλητικότητας, συγχέεται και μεταφράζεται από τον έξω κόσμο και τον περίγυρο ως τεμπελιά ή ως αδιαφορία ή ακόμη και ως ανευθυνότητα του εκάστοτε προσώπου που επιδεικνύει τέτοια συμπεριφορά. Ωστόσο, σε αντίθεση με ό,τι μπορεί να πιστεύεται, η επιστήμη της ψυχολογίας έχει να δώσει μία διαφορετική οπτική και ερμηνεία ως προς το ζήτημα αυτό.
Ο γνωστός σε όλους μας αυστριακός ψυχολόγος Ζίγκμουντ Φρόιντ, περιβόητος κυρίως για τις θέσεις και τις θεωρίες που είχε αναπτύξει ως προς τα ζητήματα της σ#ξουαλικότητας, των ονείρων και του ασυνείδητου, έχει διατυπώσει εκτός των άλλων και τη θεωρία που απαντάται ως αρχή της ευχαρίστησης και στην οποία έχει υποστηρίξει, ότι ενδέχεται να οφείλεται η ανάπτυξη αναβλητικής συμπεριφοράς. Με άλλα λόγια αυτό που υποστηρίζει είναι πως το άτομο επιδιώκει να αποφύγει, έστω και παροδικά, να βιώσει μια κατάσταση ή δραστηριότητα που του προκαλεί αρνητικά συναισθήματα με το να καθυστερεί την επέλευσή της. Και η σύγχρονη επιστημονική κοινότητα της ψυχικής υγείας τάσσεται και συμφωνεί με την άποψη αυτή, συνδέοντας κατά κύριο λόγο το μοτίβο της αναβλητικής συμπεριφοράς με δύο κυρίως περιπτώσεις. Αφενός με στρεσογόνους καταστάσεις και υποχρεώσεις που προκαλούν έντονο άγχος σε εκείνον που έχει να τις διαχειριστεί και αφετέρου με δραστηριότητες που δεν τον ενδιαφέρουν, με συνέπεια να προκαλείται ένα αίσθημα έντονης δυσαρέσκειας κάθε φορά που καταπιάνεται με αυτές και μία αίσθηση ότι κάνει αγγαρεία.
Στην πραγματικότητα, επομένως, η αναβλητικότητα δεν αποτελεί ένδειξη ενός αδύναμου χαρακτήρα που δε δύναται να οργανώσει και να θέσει σε μία τάξη τις δουλειές του. Δε δείχνει μια προσωπικότητα αεροβάμων και ανεύθυνη. Αντίθετα, συνιστά έναν τρόπο (συνειδητό ή ασυνείδητο) με τον οποίο κάποιος αποπειράται να κερδίσει λίγο ακόμη χρόνο και να αποφύγει για όσο το δυνατόν περισσότερο είτε το να ασχοληθεί με κάτι που του προκαλεί άγχος είτε που δεν του αρέσει. Είναι, θα λέγαμε, μια ένδειξη, που ως προς την πρόκληση του άγχους, υποδεικνύει ανάγκη διαχείρισης, αντιμετώπισης και προσπάθεια ελάττωσης αυτού του συναισθήματος, ενώ αντίθετα ως προς την αίσθηση της αγγαρείας είναι πολύ πιθανό να υποδεικνύει, πως αυτό το οποίο κάνουμε, ακόμη κι αν δεν τολμούμε να το παραδεχτούμε, στην πραγματικότητα δεν είναι κάτι που μας ευχαριστεί και που μας ικανοποιεί. Αντίθετα, είναι κάτι που μας στερεύει και μας εξαντλεί ψυχικά και που οδηγεί ακριβώς στο να «σπρώχνει» κάποιος αυτή την αγγαρεία συνεχώς σε μετέπειτα χρόνο.
Το να αναβάλει κάποιος διαρκώς πράγματα που έχει να κάνει είναι ένα καμπανάκι, ένα είδος προειδοποίησης, πως αυτά τα πράγματα που κάνουμε και που γεμίζουν μεγάλο μέρος και τμήμα της ημέρας μας, μάλλον δε γεμίζουν και δεν καλύπτουν εμάς τους ίδιους και τις ανάγκες μας.
Πηγή φωτογραφίας: The Guardian