Οι σχέσεις δεν κυλάνε ρόδινα. Δυο άνθρωποι, άγνωστοι μεταξύ τους, έρχονται σε επαφή αγωνιζόμενοι καθημερινά να χτίσουν γέφυρες επικοινωνίας, με σκοπό το συναίσθημα κι η εγκεφαλική έλξη να κορυφώνονται κάνοντας την καθημερινότητα του ζευγαριού ολοένα και καλύτερη μέσω της συνεννόησης. Ενίοτε, όμως, δημιουργούνται τριβές, παρεξηγήσεις, τσακωμοί, ίσως κι οριστικοί χωρισμοί.

Όσο σκάρτα κι αν μας φέρθηκε ο άλλος, όση πίκρα κι αν χωρέσει ένας τσακωμός ή ένας χωρισμός, πάντα έχουμε κι εμείς ένα μερίδιο ευθύνης κι είναι πιο εποικοδομητικό το να το παραδεχτούμε, απ’ το να κρυβόμαστε ανεπιτυχώς πίσω απ’ το δάχτυλό μας.

Σίγουρα είναι ευκολότερο να φταίει ο άλλος, αυτό μας δίνει την αίσθηση της απομυθοποίησής του. Το όφελος, όμως, είναι προσωρινό. Ενώ αν ασχοληθούμε με τον εαυτό μας κι ασκήσουμε ειλικρινή αυτοκριτική, το κέρδος θα ‘ναι πραγματικό και μακροπρόθεσμα λυτρωτικό.

Έχουμε την τάση τα θετικά μιας σχέσης να τα αφήνουμε να περνάνε σχεδόν απαρατήρητα. Αυθόρμητα αποφεύγουμε να επισημάνουμε στον άλλον πόσο σωστά πράττει κάποτε και πόσο μας ευχαριστεί η συμπεριφορά του. Εμείς, όμως, επιθυμούμε να νιώσουμε την επιβεβαίωση μέσω του επαίνου. Κι όταν φθαρεί η σχέση κι επέλθει τριβή, έχουμε μια ροπή προς μια μονόπλευρη ανάλυση των γεγονότων, θέτοντας τον άλλον στο κέντρο σαν στόχο για τα βελάκια μας, λες και του αναλογεί εξολοκλήρου η ευθύνη της κατρακύλας μας.

Στην προσπάθειά μας να αποβάλουμε τη λύπη μας για την κατάσταση που διανύουμε αποκαλούμε τους εαυτούς μας απογοητευμένους. Σαν να πήρε ο άλλος ένα πινέλο και με θράσος χρωμάτισε ό,τι λευκό χρώμα υπήρχε με σκοτεινές αποχρώσεις. Παραβλέπουμε τα θετικά και στεκόμαστε προσηλωμένοι στα αρνητικά. Κι αυτό είναι ίσως και το πρώτο τρωτό σημείο στην ιστορία. Διότι όταν ασκούμε κριτική στον άλλον για τα λάθη του –σύμφωνα με τα δικά μας δεδομένα– ταυτόχρονα θα έπρεπε να του αναγνωρίζουμε και τα θετικά, όπως κάνουμε με τους εαυτούς μας.

Βέβαια, θέτοντας εμάς στη θέση του απογοητευμένου, αυτόματα μας αναλογεί κι ένα μερίδιο ευθύνης. Για να μας απογοητεύσει κάποιος, αυτό προϋποθέτει πως εμείς τον τοποθετήσαμε ψηλά και τον θαυμάζαμε. Προφανώς τον εκτιμάμε κι η παρουσία του στη ζωή μας έχει μεγάλη αξία. Είναι επιλογή μας, λοιπόν, να τον έχουμε στην καθημερινότητά μας. Επομένως, αν κατάφερε να μας απογοητεύσει, ίσως δεν αποσαφηνίσαμε απ’ την αρχή τα όριά μας.

Οι σχέσεις αποτελούν στενή συνεργασία. Ήδη απ’ το ξεκίνημα πρέπει να θέτουμε τις προσωπικές μας σταθερές, να παρουσιάζουμε γνήσιο τον εαυτό μας και με όση δόση αλήθειας διαθέτουμε να ξεκαθαρίζουμε στον άλλον ποια είναι αυτά που μας αρέσουν και ποια αυτά που μας ενοχλούν. Όλοι έχουμε προσωπικά στάνταρ κι αξίες που πρέπει να γίνονται αντιληπτά απ’ τον άλλον, για να μην τα καταπατήσει στο διάστημα της σχέσης. Το αν θα καταπατηθούν ή όχι, το ορίζουμε εμείς.

Υπάρχουν, όμως, και προϋποθέσεις που ισχύουν καθολικά σε όλες τις σχέσεις ή τουλάχιστον θα ‘πρεπε να τηρούνται για να μπαίνουν σωστές βάσεις. Εκτός απ’ την επικοινωνία και την προσωπική αλήθεια του καθενός, απαιτείται σεβασμός, ειλικρίνεια, εμπιστοσύνη, χώρος, χρόνος και κατανόηση. Μοιάζουν αυτονόητα, μα δεν είναι. Αυτός που επιλέξαμε πρέπει να μας τα εμπνέει. Εξίσου σημαντικό να του τα εμπνένουμε κι εμείς. Ό,τι ζητάμε απ’ τους άλλους, ας τους το δώσουμε πρώτοι. Η δική μας συμπεριφορά είναι αυτή που δηλώνει πώς επιθυμούμε να μας φερθούν.

Αυτός ο στόχος θα επιτευχθεί μέσω της σαφήνειας. Αν εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε κατασταλαγμένοι, τότε πιθανότατα θα μπερδέψουμε και τον άλλον. Όταν ξέρουμε τι ζητάμε, τι δεχόμαστε και τι ακαριαία απορρίπτουμε, τότε περνάμε και στον άλλον τα σωστά μηνύματα. Ταυτόχρονα, η σχέση δε θέλει πίεση, όπως εμείς απαιτούμε κατανόηση κι υπομονή για να ξεδιπλώσουμε την προσωπικότητά μας, το ίδιο χρειάζεται κι ο άλλος. Ούτε, όμως, η υπομονή μας να μεταφραστεί απ’ τον άλλον ως ανεκτικότητα, γιατί τότε το παιχνίδι θα χαθεί απ’ τα δικά μας χέρια.

Ενίοτε στο βωμό των έντονων συναισθημάτων που νιώθουμε για κάποιον, θυσιάζουμε τις συμπεριφορές που εκδηλώνει και μας ενοχλούν, κι η αιτία είναι ο φόβος μας να μην τον χάσουμε. Αυτός ο τρόπος σκέψης στο τέλος θα μας στοιχίσει περισσότερο. Οι σχέσεις διψούν για αμεσότητα για να ‘ναι υγιείς. Όσα πραγματικά μας ενοχλούν είναι προτιμότερο να τα εκδηλώνουμε την ίδια κιόλας στιγμή. Διαφορετικά, όλα αυτά συσσωρεύονται, μας πνίγουν και τα ξεσπάμε σε λάθος στιγμές, έχοντας χάσει πια το δίκιο μας.

Φυσικά, όλα αυτά δε σημαίνουν πως δε θα αφήσουμε ποτέ μια κουβέντα να πέσει κάτω, διότι τότε θα φτάσουμε στο άλλο άκρο και θα ‘χει χαθεί κάθε μέτρο, κάνοντας τη σχέση κουραστική. Είναι φυσικό πως θα υπάρχουν κι υποχωρήσεις, αρκεί αυτές να ‘ναι αμοιβαίες κι η ζυγαριά να ισορροπεί, χωρίς να χρειάζεται κανένας να κρατάει το βάρος της σχέσης στις πλάτες του.

Πριν νιώσουμε πληγωμένοι, πριν βιαστούμε να αποδώσουμε τους χαρακτηρισμούς όπως «ο καλός» κι «ο κακός» της σχέσης, ας σταθούμε για ένα λεπτό να μετρήσουμε μέσα μας πόσες φορές μας ανέχτηκε και μας κατάλαβε ο άλλος. Πιθανότητα το ξέσπασμα κι η άσχημη συμπεριφορά του να ‘ναι αντίδραση απέναντι σε κάτι που άθελά μας δημιουργήσαμε. Ίσως εμείς παραμελήσαμε πρώτοι κάποια κομμάτια της σχέσης. Ενδέχεται να υπήρξαμε πιο αυστηροί ή χαλαροί απ’ ό,τι θα θέλαμε.

Κανένας δε μας πληγώνει αν δεν του δώσουμε τον χώρο ή το έναυσμα για να το κάνει. Πάντα φταίμε κι οι δυο, απλά ο ένας ίσως να φταίει περισσότερο, κανείς όμως δεν είναι εντελώς αθώος. Είναι σημαντικό να κάνουμε την αυτοκριτική μας, όχι για να συνεχιστεί απαραίτητα αυτή η σχέση, ούτε για να νιώσουμε ενοχές ή να αποδώσουμε σε κάποιον τα εύσημα και στον άλλον τις κατηγορίες. Απλώς γιατί αυτή είναι, τελικά, η ουσία κάθε σχέσης. Δοκιμάζουμε τους εαυτούς μας και τους μαθαίνουμε, προετοιμάζοντάς τους να ζήσουν τα ερχόμενα, χωρίς να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη.

 

Συντάκτης: Βαλεντίνα-Δέσποινα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη