Μια δεκαετία πίσω, ίσως και δύο, θυμάμαι αξέχαστα το πρωινό ξύπνημα τα Σαββατοκύριακα. Από Δευτέρα ως Παρασκευή γκρινιάζαμε που ξυπνούσαμε αξημέρωτα για να πάμε σχολείο, αλλά το Σάββατο ξυπνούσαμε ακόμα πιο αξημέρωτα για να προλάβουμε να δούμε όλο το παιδικό πρόγραμμα της τηλεόρασης. Μίκι και Μίνι Μάους, Ντόναλντ, Νταίζυ και Ντάφι Ντακ, όλοι να παρελαύνουν στη μικρή οθόνη. Ήταν η διασκέδασή μας όλες εκείνες οι χρωματιστές καρτουνίστικες φιγούρες, το μάτι γούρλωνε ενώ τρώγαμε ένα ξεχειλισμένο μπολ με σοκολατένια δημητριακά και γάλα.

Απερίγραπτη ήταν η χαρά μας ακόμα όταν η μάνα μας αποφάσιζε να μας πάει στο σινεμά. Και ποιος δεν έκλαψε με το θάνατο του Μουφάσα και ποιος δε συγκινήθηκε με τη γενναιότητα του μικρού Σίμπα. Ποιος είναι αυτός που δεν έβλεπε τα βράδια στον ύπνο του την τρομακτική φάτσα του θείου Σκαρ. Κι εκείνη την υπέροχη φραση «Χακούνα Ματάτα», που ακόμα ακούω τα πιτσιρίκια να τραγουδούν, πώς μπορείς να την ξεχάσεις;

Τότε βέβαια το σινεμά ήταν και πολυτέλεια. Προτιμούσαμε ν’ αγοράζουμε άπειρες βιντεοκασέτες για να βλέπουμε τους αγαπημένους μας ήρωες απ’ τον αναπαυτικό καναπέ μας ξανά και ξανά, τουλάχιστον δέκα φορές την καθεμία. Στο άπειρο κι ακόμα παραπέρα υποσχόταν να μας πάει ο Μπαζ κι η φιλία του με τον μικρό καουμπόη που περνούσε από σαράντα κύματα μας συγκλόνιζε. Ας μη μιλήσω για εκείνον τον μικρούλη κόκκινο δράκο, φίλο και προστάτη της Μουλάν, που με τόση επιτυχία του χάρισε τη φωνή του ο Πέτρος Φιλιππίδης στη μεταγλώττιση.

Τότε ζούσαμε την κάθε ταινία, ταυτιζόμασταν μ’ εκείνους τους ήρωες και τώρα που μεγαλώσαμε βλέπουμε τις ίδιες ταινίες και κάθε φορά είναι σαν να είναι η πρώτη. Λες και η Ποκαχόντας, η Χιονάτη, η Άριελ η μικρή γοργόνα, η Λαίδη κι ο Αλήτης δεν παλιώνουν ποτέ. Παραμένουν αναλλοίωτοι στο χρόνο κι οι ιστορίες τους είναι πάντα σύγχρονες. Απαγορευμένοι έρωτες και προδοσίες, πάντα ένας με δύο κακοί σε κάθε ταινία, όμως πάντα ζούσαν καλά κι εμείς καλύτερα.

Έχει χαραχτεί βαθιά στη μνήμη μας πια εκείνη η Κρουέλα Ντεβίλ που σχεδόν την έχουμε αγαπήσει. Ακόμα κοιτάμε τον καθρέπτη για να δούμε αν μεγάλωσε η μύτη μας μετά από κάποιο μικρό ψεματάκι που είπαμε και για χρόνια ακόμα θα έρχεται στο μυαλό μας ο Ντάμπο όταν συναντάμε άνθρωπο με μεγάλα αυτιά. Είναι αναπόφευκτες οι συγκρίσεις.

Εν έτει 2017, βέβαια, βλέπουμε ακόμα τις ίδιες ταινίες κινουμένων σχεδίων γιατί όλοι εκείνοι οι παλιοί ήρωες είναι αξεπέραστοι κι οι σημερινές ταινίες ίσως να μην αξίζουν ούτε τα μισά σε σύγκριση με τις παλιές. Ευτυχώς όμως πού και πού ξαφνιαζόμαστε ευχάριστα κι εμείς. Ήταν εξαιρετικός εκείνος ο παππούλης στο «Ψηλά στον ουρανό», ήταν πολύ καλή εκείνη η κοκκινομάλλα μικρούλα στην ταινία «Brave». Να μην ξεχάσω και την Ντόρι με την ξεκαρδιστική φωνή της Δήμητρας Παπαδοπούλου στην ταινία «Ψάχνοντας το Νέμο» κι εκείνα τα κίτρινα μικροσκοπικά πλασματάκια, τα Μίνιονς, στο «Εγώ ο απαισιότατος». Ήταν το Happy Feet, το Ice Age, οι Μπαμπούλες Α.Ε. που τρέξαμε να δούμε όχι μόνο την πρώτη ταινία αλλά και τη δεύτερη και την τρίτη μετά χαράς.

Μάλλον τελικά υπάρχουν και πρόσφατες ταινίες κινουμένων σχεδίων που σε τίποτα δεν υστερούν απ’ αυτές της δεκαετίας του ’90. Το πιο αστείο όμως είναι ότι οι φανς κινουμένων σχεδίων είμαστε λίγοι, γιατί οι άλλοι μισοί δε φανερώνονται. Ντρέπονται πολλοί να παραδεχτούν ότι σε ηλικία τριάντα χρόνων και παραπάνω βλέπουν με αμείωτο ενδιαφέρον κινούμενα σχέδια κι απορώ γιατί. Πού είναι το κακό επειδή έχουμε ακόμα ένα παιδί ξύπνιο μέσα μας; Καλό είναι ν’ αναζητάμε και λίγο το παραμύθι και να ξεφεύγουμε απ’ την πραγματικότητα, τις ταινίες δράσης και τρόμου.

Δεν πειράζει, ας μείνουμε για πάντα παιδιά κι ας υποσχεθούμε στον εαυτό μας ότι μέχρι να γεράσουμε θα ξεκλέβουμε λίγο χρόνο για να βλέπουμε όλους αυτούς τους μικρούς ήρωες που τόσα πολλά έχουν να μας πουν και να μας δώσουν. Με τα παιδιά μας, τα εγγόνια μας ή και μόνοι μας, σημασία δεν έχει. Σημασία έχει να κρατάμε τ’ όνειρο ζωντανό, την παιδικότητά μας απείραχτη και την καρδιά μας ευαίσθητη. Όπως και να το κάνουμε, οι ταινίες κινουμένων σχεδίων είναι η χαρά της ζωής όχι μόνο για τους μικρούς αλλά και για τους μεγάλους.

 

Συντάκτης: Ντέμη Κάργατζη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη