Η πολυκατοικία μοιάζει με μικρογραφία της κοινωνίας χωρισμένη σε ορόφους. Όσοι έχουν μεγαλώσει σε μονοκατοικία, μπορεί να δυσκολεύονται να καταλάβουν. Το να ζεις σε ένα σπίτι χωρίς γείτονες από πάνω ή από κάτω είναι το καλύτερο σενάριο. Κάνεις ό,τι θέλεις, όσα πάρτι θέλει η ψυχή σου, επιστρέφεις όσο αργά επιθυμείς, χωρίς τον φόβο της γειτόνισσας. Πες όμως πως αυτό το σενάριο αλλάζει, πως μετακομίζεις, γιατί ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και θέλεις να μείνεις μόνος, κάπου που να βγαίνεις οικονομικά.

Καταλήγεις σε μια πολυκατοικία με πολλά διαμερίσματα και ακόμα περισσότερους διαφορετικούς ένοικους να την απαρτίζουν. Παθαίνεις το πρώτο σοκ! Δεν έχεις ιδέα πώς είναι να μένεις με τόσα άτομα στο ίδιο κτήριο. Δεν ξέρεις τους κανόνες του παιχνιδιού. Κάπως έτσι δε νιώθεις και στην έξω ζωή όμως; Στη καινούρια δουλειά, στη νέα σου σχέση; Νιώθεις λίγο σαν τον νέο ένοικο σε μια πολυκατοικία και φοβάσαι ότι ίσως δεν μπορείς να ανταπεξέλθεις.

Μετακομίζεις, λοιπόν, από το σπίτι που γεννήθηκες και μεγάλωσες και πας στο δικό σου, με ό,τι αναμνηστικά έχεις από την παιδική ηλικία στοιβαγμένα σε χάρτινες κούτες και μερικά δανεικά και αγύριστα σεντόνια από τη συλλογή της μητέρας σου. Φαντάσου την πρώτη σου μέρα στη δουλειά σαν το πρώτο βραδύ που πέρασες μόνος σου στο διαμέρισμα. Τρόμος, ανασφάλεια αν όντως έκανες τη σωστή κίνηση, τη σωστή επιλογή, αν δε βιάστηκες. Ας δούμε, λοιπόν, πόσα κοινά έχει το να μένεις σε πολυκατοικία με τη ζωή.

Στον πρώτο όροφο μένει μια κυρία λίγο περίεργη και μονόχνοτη, όπως τα πρώτα χρόνια που έπρεπε να σπουδάσεις και να ζήσεις κάπου αλλού, μόνος σε μια ξένη πόλη. Στον δεύτερο έχει διαμερίσματα, με ενοίκους θαρραλέους, περιπετειώδεις, με αίσθηση του χιούμορ, όπως οι συμφοιτητές σου που ήταν εκεί για εσένα όταν αγχωνόσουν αν πέρασες το μάθημα. Στον τρίτο όροφο, συναντάς τυχαία τον αυστηρό τραπεζικό που μένει εκεί από τα θεμέλια της πολυκατοικίας. Σου θυμίζει λίγο τον διευθυντή σου στη δουλειά, που είναι αυστηρός και αιώνιος υπάλληλος στην εταιρία που δουλεύεις. Πάντα του λες καλημέρα όταν τον βλέπεις στις σκάλες αλλά αν μπορούσες να το αποφύγεις θα το έκανες με ευχαρίστηση. Συνεχίζοντας, στον τέταρτο όροφο, υπάρχει μια κυρία που αν άντεχαν περισσότερο τα γόνατά της θα ήταν συνέχεια έξω κάνοντας βόλτες, όπως οι φιλίες που είχες στα χρόνια και κάπως χάθηκαν, μιας και αποκτήσατε άλλες προτεραιότητες.

Πιστεύεις ότι σε κάποιο όροφο μένει ένα παιδί που είδες να βγαίνει από την πολυκατοικία αλλά δεν είσαι και σίγουρος αν είναι ένοικος ἠ απλώς επισκέπτης. Μήπως μένει στον ίδιο όροφο με εσένα; Ιδέα δεν έχεις και η μόνη λύση είναι να κάνεις μια επιδρομή στα γύρω διαμερίσματα ζητώντας ζάχαρη, ελπίζοντας να σου ανοίξει! Κάπως έτσι συμβαίνει και όταν βλέπεις κάποιον σε ένα μπαρ και δεν ξέρεις τίποτα για εκείνον, αλλά συνεχίζεις να πηγαίνεις στο ίδιο μπαρ μήπως και τον πετύχεις ξανά.

Ας μη σχολιάσουμε και τη συνέλευση της πολυκατοικίας μία φορά το μήνα, που θυμίζει τρομακτικά τα γιορτινά τραπέζια με όλο το σοι, που είναι σίγουρο ότι θα τσακωθούν μεταξύ τους αλλά θα συμβιβαστούν μέχρι το επόμενο τραπέζι. Στην πολυκατοικία έχει να πληρώνεις ενοίκιο, κοινόχρηστα και αντιμετωπίζεις καθημερινά διαφορετικούς ένοικους, λέγοντάς τους καλημέρα και ρωτώντας τους αν είναι καλά. Έτσι και στη ζωή, στην κοινωνία, στον δρόμο.

Ωστόσο, μην ξεχνάς πως έχεις το δικό σου σπίτι, διακοσμημένο όπως το έχεις φανταστεί, με ό,τι έπιπλα θέλεις. Έτσι και στην καθημερινότητα, διαλέγεις τους φίλους σου, τη δουλειά σου, το στιλ ζωής που επιθυμείς να ακολουθήσεις. Εσύ έχεις τα κλειδιά του σπιτιού και μπορείς να καλείς όποιον θέλεις.

Η πολυκατοικία έχει να σου μάθει πολλά. Γι’ αυτό, φρόντισε να πάρεις τις σκάλες και να απολαύσεις τη διαδρομή. Μην μπεις στο ασανσέρ, είναι παγίδα! Πήγαινε με τα πόδια και αντιμετώπισε όλους τους γείτονες με δυναμισμό, ευγένεια, κατανόηση. Στο τέλος της μέρας να σκέφτεσαι πως και αυτοί θέλουν απλώς να πάνε σπίτι να ξεκουραστούν. Πες μια καλημέρα, μόνο καλό μπορεί να κάνεις, μπορεί να φτιάξεις σε κάποιον τη μέρα! Όσο διαφορετικοί άνθρωποι απαρτίζουν μια πολυκατοικία, άλλο τόσο ενδιαφέρουσα είναι η κοινωνία στην οποία ζούμε.

Συντάκτης: Κατερίνα Πολίτη
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.