

Την απαλλαγή του Πέτρου Φιλιππίδη για την καταγγελλόμενη απόπειρα βιaσμού το 2010 στο θέατρο Μουσούρη πρότεινε ο εισαγγελέας του Μικτού Ορκωτού Εφετείου της Αθήνας, Ανδρέας Καραφλός. Η πρόταση βασίστηκε στις «πλείστες αμφιβολίες» που διατύπωσε σχετικά με την υπόθεση, αναγνωρίζοντας μεν ανήθικη και επίμονη πίεση εκ μέρους του κατηγορούμενου, αλλά όχι πράξη που συνιστά ποινικά διώξιμη απόπειρα βιaσμού.
«Δεν προκύπτουν οι περιστάσεις της απόπειρας βιασμού. Καταδεικνύεται μια έντονη, επίμονη, ανήθικη και ανάρμοστη πίεση του κατηγορούμενου να ενδώσει σεξουαλικά, δηλαδή πράξεις που έχουν παραγραφεί ποινικά, όπως προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας, σωματική βλάβη, απειλή, εξύβριση», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Περιγράφοντας τη σκηνή της καταγγελίας, ο εισαγγελέας σημείωσε πως η συνάντηση έγινε Κυριακή, σε κλειστό θέατρο, από πλαϊνή είσοδο. Η καταγγέλλουσα οδηγήθηκε στο καμαρίνι, όπου ο Φιλιππίδης κλείδωσε την πόρτα, την προσέγγισε ερωτικά χωρίς συναίνεση, και όταν εκείνη προσπάθησε να αποχωρήσει, «όρμηξε» προς το μέρος της.
Κι όμως, όλα αυτά δεν κρίθηκαν επαρκή για την τεκμηρίωση της κατηγορίας απόπειρας βιασμού. Ο εισαγγελέας επισήμανε ότι «τέτοια αδικήματα πρέπει να καταγγέλλονται άμεσα» ώστε να υπάρχουν επαρκή αποδεικτικά μέσα: ιατροδικαστική έκθεση, αυτοψία, άρση επικοινωνιών. Και τελικά:
«Η αμφιβολία είναι ταγμένη υπέρ του κατηγορούμενου. Δεν μπορεί να δίδεται αβρόχοις ποσί βραβείο αξιοπιστίας στα θύματα».
Το σύστημα κρίνει τις καταγγελίες βιασμού με τρόπο που δεν μπορεί να τις δικαιώσει
Αυτό που ζούμε —όχι μόνο στην Ελλάδα— είναι ένα σύστημα απονομής δικαιοσύνης φτιαγμένο με αποδείξεις που αφορούν ένα πολύ στενό πλαίσιο. Και ο βιασμός, ιδίως όταν δεν αφήνει σωματικά ίχνη ή γίνεται χρόνια πριν, είναι ένα έγκλημα που τρέφεται από τη σιωπή και την αδυναμία απόδειξης. Αυτό δεν το αρνείται ούτε ο εισαγγελέας. Απλώς εφόσον δεν μπορεί να αποδειχθεί πέραν πάσης αμφιβολίας, δεν μπορεί και να τιμωρηθεί.
Και ποιος μένει τελικά χωρίς δικαίωση; Όχι μόνο το άτομο που κατήγγειλε, αλλά κάθε γυναίκα που κάποτε βρέθηκε με κλειδωμένη πόρτα πίσω της και έναν άνθρωπο μπροστά της που δεν άκουγε το “όχι”.
Η αξιοπιστία του θύματος εξετάζεται ενδελεχώς, με υποψία, με νομική καχυποψία που μεταφράζει το τραύμα σε πιθανή υπερβολή ή ψέμα. Οι ερωτήσεις στις αίθουσες είναι συχνά αυτές:
«Γιατί πήγες εκεί;»
«Γιατί δεν αντέδρασες διαφορετικά;»
«Γιατί δε μίλησες νωρίτερα;»
«Γιατί θυμάσαι εκείνο αλλά όχι το άλλο;»
Η ερώτηση «Γιατί βρέθηκε αυτός με κλειδωμένη πόρτα μαζί σου;» σπάνια γίνεται με την ίδια ένταση. Όσο η Δικαιοσύνη, λοιπόν, απαιτεί από το θύμα να είναι ταυτόχρονα τραυματισμένο αλλά αλάνθαστο, σοκαρισμένο αλλά συνεπές, φοβισμένο αλλά αποφασισμένο, τότε κανένα δικαστήριο δε θα είναι ικανό να κρίνει επί της ουσίας. Γιατί δεν τιμωρείται μόνο ο δράστης. Δικάζεται και η συμπεριφορά του θύματος.
Η υπόθεση Φιλιππίδη είναι μια αφορμή για αυτή τη συζήτηση. Είναι μέρος ενός ευρύτερου προβλήματος: το νομικό μας σύστημα αποτυγχάνει να προστατεύσει εκείνα τα θύματα που δεν κατάφεραν να φωνάξουν στην ώρα τους.
Και όσο δεν αλλάζουν, η νομοθεσία για τη συναίνεση, οι χρόνοι παραγραφής, η ειδική εκπαίδευση των λειτουργών της Δικαιοσύνης για σεξουαλικά εγκλήματα, η κουλτούρα που λέει “αν δεν έχεις ανοιχτή πληγή πάνω σου, δε σε πιστεύω”, τότε θα συνεχίσουμε να βλέπουμε θύτες που κρατούν άσσους στο μανίκι, απαλλακτικούς εισαγγελείς στις αίθουσες και έναν ολόκληρο θεσμό που, χωρίς να το ομολογεί, κρατά το θύμα στο εδώλιο.
Τι ισχύει σήμερα για τις καταγγελίες βιασμού στην Ελλάδα
Ένας σύντομος οδηγός για να κατανοήσουμε πώς το νομικό σύστημα αντιμετωπίζει τις σεξουαλικές επιθέσεις
Πότε θεωρείται κάτι βιασμός
-Από την αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα το 2021, ο βιασμός δεν απαιτεί πλέον απόδειξη σωματικής βίας.
-Αρκεί η απουσία συναίνεσης.
-Δεν είναι αναγκαίο το θύμα να έχει αντισταθεί σωματικά για να στοιχειοθετηθεί η πράξη.
Τι ισχύει για την παραγραφή
Η παραγραφή για τον βιασμό είναι 15 χρόνια, αν δεν υπάρχουν επιβαρυντικά στοιχεία. Στην περίπτωση ανήλικου θύματος, η παραγραφή αρχίζει από την ενηλικίωσή του. Πολλές άλλες πράξεις, όπως η προσβολή γενετήσιας αξιοπρέπειας ή η απόπειρα βιασμού, παραγράφονται νωρίτερα.
Τι αποδείξεις χρειάζονται
Για να υπάρξει καταδίκη απαιτούνται:
-Ιατροδικαστική εξέταση (ιδανικά εντός 72 ωρών)
-Καταθέσεις μαρτύρων
-Ψηφιακά στοιχεία (άρση απορρήτου, μηνύματα, κάμερες)
-Συνεπής, καθαρή αφήγηση του θύματος
-Όσο περισσότερο καθυστερεί η καταγγελία, τόσο πιο δύσκολη γίνεται η απόδειξη.
Πού υπάρχουν πρακτικά εμπόδια
Οι δικαστές και εισαγγελείς δεν έχουν εξειδικευμένη εκπαίδευση στην έμφυλη βία. Το θύμα αντιμετωπίζεται με αυστηρή καχυποψία ως προς την αξιοπιστία του. Η αρχή της «αμφιβολίας υπέρ του κατηγορουμένου» εφαρμόζεται απόλυτα, ακόμα και σε υποθέσεις με σοβαρές ενδείξεις. Το κοινωνικό στίγμα επηρεάζει ακόμα και την οπτική των θεσμικών φορέων.
Όσο η κουλτούρα αμφισβήτησης των θυμάτων παραμένει βαθιά ριζωμένη, η Δικαιοσύνη θα συνεχίζει να αποτυγχάνει εκεί όπου απαιτείται η μεγαλύτερη ευαισθησία — στο βίωμα.