Υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι που μπαίνουν σε ένα γραφείο, σε έναν χώρο, σε μια παρέα, άτομα που, αρχικά, έρχονται ως νέα μέλη κι όμως, το μόνο που σκέφτονται, είναι πώς η παρουσία τους εκεί θα ωφελήσει τους ίδιους. Προτεραιότητα στη σκέψη τους, αποτελεί το τι θα κερδίσουν και πώς θα μπορέσουν να το εκμεταλλευτούν. Δεν περιμένουν καν να δώσουν δείγματα γραφής για να προετοιμάσουν το έδαφος. Ανυπόμονοι, αποφασιστικοί, σχεδόν βιαστικοί. Έρχονται και ζητούν, σχεδόν άμα τη εμφανίσει. Είναι, μήπως, αυτή τους η συμπεριφορά αποτέλεσμα υπερβολικής εμπιστοσύνης στον εαυτό τους; Είναι μια στάση που επηγάζει από αυξημένη αυτοεκτίμηση; Ή, απλώς, έχουν άγνοια κινδύνου;

Όποια κι αν είναι η εξήγηση, ακόμα κι αν δεν είναι καν κάποια από αυτές που αναφέρθηκαν, ποιο είναι το πρόβλημα; Ας ξεκινήσουμε ψάχνοντας αυτή ακριβώς την απάντηση.

Συνηθίζεται, λοιπόν, όταν κάποιος είναι πιο νέος σε έναν χώρο, επαγγελματικό ή κοινωνικό, να τηρεί μια άτυπη (ή πιο επίσημη) σειρά παλαιότητας. Με πιο απλά λόγια, τείνει κανείς να περιμένει τη σειρά του, να βολιδοσκοπεί διαθέσεις, συμπεριφορές και ανοχές πριν πράξει. Να δίνει χρόνο και στους άλλους να (τον) συνηθίσουν και στον εαυτό του να εγκλιματιστεί. Ας το δούμε με παραδείγματα. Όταν είμαστε καινούργιοι σε μια παρέα, συνήθως, περιμένουμε να διαλέξουν οι παλιότεροι, τα πιο σταθερά μέλη, σε ποιο στέκι θα πάμε το βράδυ. Εννοείται ότι θα πούμε τη γνώμη μας, αλλά, μάλλον, πρώτα θα περιμένουμε να δούμε το κλίμα και τις ορέξεις κι έπειτα, θα προτείνουμε κάτι, πιθανόν, σε παρόμοιο κλίμα. Όταν είμαστε νέοι σε μια δουλειά και συζητάμε το πρόγραμμα και το θέμα του ρεπό, περιμένουμε, συνήθως, ιεραρχικά τους παλιότερους να διαλέξουν τις μέρες τους και να πούμε με τη σειρά μας τις δικές μας. Αντίστοιχα συμπεριφερόμαστε και σε άλλες υπόλοιπες θέσεις, σχέσεις και συνθήκες.

Κι ενώ τα έχουμε κάνει όλα αυτά κι έχουμε πια «παλιώσει», εμφανίζεται κάποιος νέος κι ανατρέπει τα δεδομένα! Όχι απλώς ζητάει, αλλά έρχεται κι έμμεσα, ή πιο άμεσα, απαιτεί. Και σε σημεία, δεν απαιτεί προνόμια αντίστοιχα με αυτά των παλαιότερων, αλλά διεκδικεί και ειδική μεταχείριση. Πριν όμως το πάρουμε προσωπικά, ας δούμε τη σκηνή σε αργή κίνηση και ας την αναλύσουμε, με ειλικρίνεια προς τον εαυτό μας. Γιατί μας προβληματίζει μια τέτοια συμπεριφορά; Είναι γιατί έρχεται σε σύγκρουση με τη δική μας προηγούμενη στάση; Είναι που διαφέρει από τη συνηθισμένη προσέγγιση; Ή μήπως είναι γιατί συνειδητοποιούμε ότι με αυτό τον τρόπο μπορεί, τελικά, να βγαίνει εκείνος που την υιοθετεί, κερδισμένος;

Αυτό το τελευταίο είναι, μάλλον που μας δημιουργεί τα μεγαλύτερα προβλήματα. Τώρα, λοιπόν, που εντοπίσαμε τι μας φταίει, είναι αυτό, από μόνο του, αρκετό για να κρατήσουμε κι εμείς μια αντίστοιχη στάση την επόμενη φορά; Δυστυχώς ή ευτυχώς, όχι. Μια τέτοια συμπεριφορά είναι αρκούντως θρασεία και, μάλλον, χρειάζεται κανείς να έχει την έμφυτη τάση. Μπορεί, ωστόσο, να μας βοηθήσει να παρατηρήσουμε κάτι χρήσιμο. Η διεκδίκηση είναι ο πιο σίγουρος τρόπος να κερδίσουμε κάτι που μας ενδιαφέρει. Είναι πιο αποτελεσματική όταν γίνεται με τους τρόπους που μας ταιριάζουν, ναι. Μα ακόμα κι έτσι, δύσκολα θα έρθει κάποιος να μας προσφέρει αυτό που θέλουμε αν, πρώτα, δεν το ζητήσουμε. Χρειάζεται να κινήσουμε εμείς τις διαδικασίες, να ξεκινήσουμε, να ζητήσουμε, να δρομολογήσουμε.

Όσο και αν κάποιος ενδιαφέρεται για εμάς, όσο καλοί κι αν είμαστε σε ένα αντικείμενο, όσο αγαπητοί κι αν είμαστε στην παρέα μας. Αν δε δώσουμε το στίγμα μας, είναι πιθανό οι επιθυμίες μας, τα ζητούμενά μας, να μένουν πάντα πίσω περιμένοντας τη σειρά τους σε μια ιεραρχία που υπάρχει, ίσως, πιο πολύ στο δικό μας μυαλό. Κι όταν συναντάμε στην πορεία μας αυτούς τους ανθρώπους-αρπακτικά, είναι, ίσως, για να θυμόμαστε να μην αναβάλλουμε για όταν οι συνθήκες θα είναι καλύτερες. Η σειρά μας είναι όταν νιώθουμε έτοιμοι και καλά θα κάνουμε να το θυμόμαστε.

 

Συντάκτης: Ελένη Καραχανίδη
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου