Η εφηβεία∙ μία ηλικία στην οποία τη μία ήθελες να πάρεις φόρα και να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο, την ακριβώς επόμενη να κλαις απ’ τα γέλια και στο τέλος, να μη θες να δεις άνθρωπο μπροστά σου. Με λίγα λόγια, δεν μπορούμε να πούμε πως ήταν κι η καλύτερή μας περίοδο. Λίγο τα νεύρα, λίγο το ότι μεγαλώναμε και δεν ξέραμε πώς να το διαχειριστούμε, ρίχναμε κάτι επικούς τσακωμούς με τους γονείς μας, που τους θυμόμαστε μέχρι και τώρα και γελάμε, σε αντίθεση με εκείνους που σκέφτηκαν να μας αφήσουν και να πάνε κανένα ταξίδι μπας και γλυτώσουν απ’ την κυκλοθυμία μας.

Σ’ αυτές τις ηλικίες, λοιπόν, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τον εαυτό μας, ψαχτήκαμε ανάμεσα σε διαφορετικά είδη μουσικής και ρούχων, ταλαντευτήκαμε ανάμεσα σε μελλοντικά επαγγέλματα κι όνειρα. Ήμασταν τα παιδιά που βρίσκαμε κάτι, μέναμε εκεί, αλλά μετά από μία εβδομάδα κάναμε στροφή εκατόν ογδόντα μοιρών -γιατί έτσι. Γιατί άμα δε θες να γίνεις γιατρός, ποδοσφαιριστής, δάσκαλος κι αεροσυνοδός μέσα σε ένα μήνα, πώς μπορείς να λες ότι πέρασες σωστή εφηβεία;

Είναι η περίοδος που το επαναστατικό μας (κι αυτοκαταστροφικό μας) πνεύμα μας τα σκάει στη μούρη, γιατί κάπου πρέπει να βγάλουμε τα νεύρα μας κι είναι επίσης τότε που οι γονείς μας ξεκινάνε συζητήσεις για τις κακοτοπιές του κόσμου. Όλοι ακούσαμε το «πρόσεξε μη σου ρίξουν τίποτα στο ποτό» και το «δε θα παίρνεις τίποτα από άτομα που δεν ξέρεις». Αν μπορούσαν να μας το έγραφαν στον τοίχο θα το έκαναν σίγουρα γιατί κι αυτοί άνθρωποι είναι, πόσες φορές θα τα πουν;

Και κάπως έτσι, ξεκινάνε κι οι συζητήσεις για το κάπνισμα. Δεν έχει σχέση αν οι γονείς καπνίζουν ή όχι, οφείλουν να σε αποτρέψουν απ’ το να κάνεις το ίδιο λάθος και θα το επιχειρήσουν με κάθε προσπάθεια. Βέβαια, άμα θέλεις εσύ να κάνεις κάτι, ειδικά στην πεισματάρικη εφηβεία, ό,τι και να σου λένε, δε σε νοιάζει. Και κάτι τέτοιο γίνεται. Με την πρόφαση ότι γονείς μπορεί να πιέζουν, το σχολείο δεν πηγαίνει έτσι όπως το θέλουμε κι οι υποχρεώσεις μας μεγαλώνουν και μας αγχώνουν, αποφασίζουμε να επιβαρύνουμε τον εαυτό μας μ’ ένα τσιγάρο. Λες και μ’ ένα μαγικό τρόπο, όλα τα προβλήματά μας θα λυθούν ξεφυσώντας λίγο καπνό.

Η αλήθεια είναι ότι σ’ αυτά τα χρόνια δημιουργούμε τόσες πολλές κι ηλίθιες δικαιολογίες προκειμένου να πάμε κόντρα στους γονείς μας. Γιατί, μερικές φορές, είμαστε αρκετά ανώριμοι προκειμένου να καταλάβουμε πως μόνο το καλό μας θέλουν. Κι αφού οι δικές τους συμβολές προκαλούν την αντιδραστικότητά μας, ίσως θα έπρεπε να μας είχε προειδοποιήσει κάποιος άλλος. «Μην το βάλεις στο στόμα σου», τόσο απλά. Είναι μεγάλος διάολος και δεν πα’ να ‘χει όσους ακόλουθους θέλει, εσύ μην πας μαζί τους. Δεν έχει τίποτα να σου δώσει, τίποτα που να σε βοηθά.

Καταλαβαίνω πως έχεις εκατό χιλιάδες πράγματα μέσα στο κεφάλι σου και προσπαθείς να βρεις μια δίοδο για να ξεσκάσεις. Το ξέρω ότι έχεις κληθεί να αποφασίσεις τι θες να κάνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου, ενώ εσύ δεν μπορείς να επιλέξεις τι θέλεις να φας αύριο. Είναι πέρα για πέρα λογικό και δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει νιώσει πως πνίγεται με μαθήματα, υποχρεώσεις κι όνειρα. Μα ψάχνεις την ανακούφισή σου στα πιο λάθος μέσα.

Κι ενώ συνήθως τα λόγια των άλλων είναι κούφια και καλά κάνεις που δεν τα ακούς, εδώ έχουν δίκιο. Ίσως έπαθαν κι έμαθαν, γι’ αυτό θέλουν να σε προλάβουν. Τα κάπνισμα δε σου προσφέρει τίποτα. Δεν υπάρχει ούτε ένα πλεονέκτημα! Αντιθέτως, επιλέγεις συνειδητά να μαυρίζεις το σώμα σου. Χαλάς ένα σκασμό λεφτά κάθε εβδομάδα για να σε καταστρέφεις -γιατί σίγουρα θα κάνεις πέντε τσιγάρα όταν πιεις καφέ, άλλα πέντε όταν πιεις ποτό και πάει λέγοντας. Και τσουπ, πάει το πακέτο και σιγά-σιγά πάνε κι οι καθαροί πνεύμονές σου.

Κι είναι κι αυτή η μυρωδιά που δεν παλεύεται. Μυρίζεις από πάνω μέχρι κάτω, βασικά βρομάς. Δε σώζονται ούτε μαλλιά ούτε ρούχα. Η φυσική σου κατάσταση οδεύει απ’ το κακό στο χειρότερο, κι από εκεί που δυσκολευόσουν να ανέβεις στον τρίτο όροφο με τα σκαλιά –γιατί η γυμναστική δεν ήταν ποτέ το δυνατό σου σημείο–,  τώρα τα φτύνεις στη μέση του δεύτερου.

Ακόμα κι αν το έχεις ξεκινήσει, στο χέρι σου είναι να το κόψεις. Θέληση κι αυτοσυγκράτηση χρειάζεται. Μην κοιτάς τους άλλους που ανάβουν το ένα μετά το άλλο καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας. Στην πραγματικότητα δεν το χρειάζεσαι. Μπορείς να το ελαττώσεις σιγά-σιγά και στο τέλος να το κόψεις. Δες το ως κάτι που μπορεί να συμβεί αν το θελήσεις -τα κατάφεραν κι άλλοι πολλοί, γιατί να ‘σαι η εξαίρεση; Πάτησε πόδι και πες στον εαυτό σου ότι δεν το έχεις ανάγκη. Δώσε χρόνο στην απόφασή σου. Όλες οι εξαρτήσεις χρειάζονται ένα διάστημα μέχρι να γίνουν παρελθόν.

Όπως και να ‘χει, για όλα υπάρχει λύση και ποτέ δεν είναι αργά να αποχαιρετήσεις μια επιβλαβή συνήθεια. Το καλύτερο, βέβαια, που μπορείς να κάνεις είναι να κρατήσεις τον εαυτό σου μακριά απ’ τον πειρασμό -γιατί το ένα τσιγάρο ποτέ δεν είναι ένα. Και για να το ξεκαθαρίσουμε, γιατί κάπου τα μπερδεύουμε, σίγουρα δεν είναι μαγκιά.

Μαγκιά είναι να κρατάς χαρακτήρα, να σε αγαπάς, να σε φροντίζεις και να μην επηρεάζεσαι από βλακώδη πρότυπα προκειμένου να γίνεις αρεστός. Μαγκιά είναι να αναγνωρίζεις τις μαλακίες σου και να μην παραδίνεσαι σ’ αυτές. Να λες πως θα το κόψεις και να το κάνεις, γιατί το εννοείς. Ας ξεφύγουμε, λοιπόν, απ’ όλα αυτά τα στερεότυπα, κι ας αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα. Το τσιγάρο δεν είναι σύμμαχος αλλά εχθρός!

Συντάκτης: Χριστίνα Νικολοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη