Κι εγένετο η «σχεδόν σχέση» κι έφερε πανικό και καταστροφές στη γη.

Αυτή είναι μια φράση που -λογικά- κανείς δεν μπορεί ν’ αμφισβητήσει, αφού η εν λόγω κατάσταση μπήκε σχετικά πρόσφατα στις ζωές μας, αναστατώνοντας τες κι ακυρώνοντας όσα νομίζαμε πως είχαμε μάθει για τις σχέσεις.

Μπήκε λοιπόν μπροστά αυτή η φαινομενικά ασήμαντη λέξη η οποία, όπως φάνηκε, ήταν ικανή ν’ ανατρέψει όλα τα δεδομένα, για τον απλούστατο λόγο ότι όλοι οι κανόνες μιας τέτοιας σχέσης, τελικά, διέπονται και προσδιορίζονται απ’ αυτήν. Σχεδόν έρωτας, σχεδόν μαζί, σχεδόν επικοινωνούμε, σχεδόν σεβόμαστε, σχεδόν νοιαζόμαστε κι ούτω καθεξής. Κι αφού η λέξη αυτή μπαίνει μπροστά από κάθε έννοια σαν ημίμετρο, τότε μπορούμε να πούμε επίσης ότι σ’ αυτές τις σχέσεις δεν υφίσταται ούτε ο χωρισμός με την κλασσική ερμηνεία του, παρά μόνο ο «σχεδόν χωρισμός».

Κι έτσι είναι. Από τη στιγμή που δύο άνθρωποι συμφώνησαν -ασχέτως αν ένας από τους δύο απλώς υποχώρησε και δέχθηκε αυτήν τη συνθήκη- να μπουν σε μια σχεδόν σχέση, ουσιαστικά  δέχθηκαν όλες τις συνθήκες που επικρατούν σε μια τέτοια, με δεσπόζουσα αυτήν του φόβου δέσμευσης. Αποδέχθηκαν επίσης ότι σε καμία περίπτωση στη σχέση αυτή δε θα υπάρχει έκφραση συναισθημάτων και συνεπώς διαχείρισή τους. Δέχθηκαν ακόμη έμμεσα ότι δεν έχει καμία λογική  οποιαδήποτε ουσιαστική επικοινωνία, διαφωνία, διεκδίκηση ούτε τυχόν παραπονάκια και τσακωμοί, αφού αυτά θα ήταν άτοπα σε μια τέτοια κατάσταση.

Συνεπώς κι ισχύοντας όλα τα παραπάνω, για ποιον χωρισμό να μιλήσουμε στην περίπτωση που μια τέτοια σχέση φτάνει σε τέλμα, όταν αυτός προϋποθέτει κι απαιτεί όλα τα προηγούμενα; Να χωρίσεις από ποιον; Από τον άνθρωπο με τον οποίο η επικοινωνία σας αρκούταν στα απολύτως απαραίτητα όπως μέρα, μέρος κι ώρα συνάντησης; Να χωρίσεις από τον άνθρωπο από το στόμα του οποίου δεν άκουσες ποτέ φράσεις όπως «σε θέλω», «μου έλειψες», «πώς ήταν η μέρα σου» κι από τον άνθρωπο στον οποίο φέρθηκες ομοίως; Να πεις τη λέξη «χωρίζουμε» στο άτομο το οποίο δε σου επέτρεψε να γνωρίσεις το ίδιο, τους φίλους, την οικογένεια του και που αντίστοιχα δεν του επέτρεψες κι εσύ; Να ξεστομίσεις αυτήν τη λέξη σ’ έναν άνθρωπο με τον οποίο ναι μεν μοιράστηκες στιγμές, που ήταν δε ξεγυμνωμένες από κάθε συναίσθημα; Φαντάζει αστείο.

 

 

Αστείο επίσης θα ήταν, από τη στιγμή που αποφασίζουμε να λήξουμε μια σχεδόν σχέση, απλώς να εξαφανιστούμε μια ωραία πρωία και να γίνουμε καπνός, σαν να μη υπήρξε ο άλλος ποτέ. Όχι ότι δε συμβαίνει, αφού πολλοί νιώθουν -κι όχι άδικα- ότι δε χρωστούν καμία εξήγηση στο άλλο άτομο, καταφεύγοντας σε λύσεις όπως το ghosting. Μ’ αυτόν τον τρόπο όμως «λερώνουμε» το κάρμα μας κι είναι πλέον γνωστό ότι καλό θα ήταν να το κρατάμε καθαρό για να μην επιστρέψει η «βρώμα» πάνω μας.

Οπότε τι μπορούμε να κάνουμε σε μια τέτοια περίπτωση; Το αυτονόητο και τα απολύτως απαραίτητα. Συγκεκριμένα, σε μια από τις συναντήσεις μας, μπορούμε να ενημερώσουμε τον άλλον για την απόφασή μας ν’ αποχωρήσουμε απ’ αυτήν την κατάσταση, αναφέροντας και τους πραγματικούς λόγους που μας οδήγησαν σ’ αυτήν, απλά λιτά κι απέριττα χωρίς κλισεδιές και δράματα που έτσι κι αλλιώς υποτίθεται ότι αποκλείονται από τη στιγμή που κανείς «δεν ένιωσε».

Κι εδώ βρίσκεται η μεγαλύτερη παγίδα. Αν ο άλλος τελικά ένιωσε κάτι και φοβήθηκε να το εκφράσει, όμως το αντιλαμβανόμαστε την ώρα της λήξης; Δυστυχώς δεν μπορούμε να κάνουμε πολλά σε μια τέτοια περίπτωση, αφού για να φτάσουμε ως αυτό το σημείο σημαίνει ότι μας τελείωσε. Μπορούμε όμως ό,τι ανακοινώσουμε να το κάνουμε υπό το πρίσμα του σεβασμού και της ευγένειας, απαντώντας ειλικρινά σε κάθε ερώτημα που τυχόν προκύψει από την άλλη πλευρά. Προσέχουμε μόνο να μη δώσουμε ψευδείς ελπίδες και περιθώρια αμφισβήτησης, αφού καλύτερα να φανούμε σκληροί παρά μαλάκες στη συνέχεια.

Τι γίνεται όμως αν είμαστε εμείς αυτοί που νιώσαμε, δεν είδαμε ανταπόκριση και βρήκαμε το κουράγιο να κάνουμε αυτό το οποίο πολλοί εύχονται αλλά δεν τολμούν, σε τέτοιες περιπτώσεις; Αυτό έγκειται στο κατά πόσο ο καθένας μας δέχεται να ρίξει τον εγωισμό του ή όχι. Αν όχι, μένουμε στα απολύτως απαραίτητα κι έπειτα είναι καθαρά δικό μας πρόβλημα να διαχειριστούμε τις συνέπειες της απόφασής μας. Αν είμαστε διατεθειμένοι ν’ απογυμνωθούμε απ’ αυτόν, τότε καλό θα ήταν έστω κι αυτήν την ύστατη στιγμή να εκφράσουμε τ’ αληθινά μας συναισθήματα. Όμως προσοχή γιατί αν κάνουμε κάτι τέτοιο σίγουρα υποκινούμαστε από την ελπίδα της ανταπόκρισης κι άρα ίσως δεν είμαστε έτοιμοι να το λήξουμε. Ακόμη κι έτσι όμως, ίσως είναι προτιμότερο να φάμε την απόρριψή μας και να ξυπνήσουμε, από το να δεχόμαστε σιωπηλά αυτήν την κατάσταση.

Καλούς σχεδόν χωρισμούς σας εύχομαι από τις σχεδόν σχέσεις και τα ημίμετρα, για να κάνετε χώρο στον έρωτα δίχως όρια.

 

Θέλουμε και τη δική σου άποψη!

Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!

Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!

Συντάκτης: Μαρία Πακιακιό